Αυτό πού κρατά η Θεά Δήμητρα στά αγάλματα καί γλυπτά – προς λάθος πολλών – δεν είναι στάχια σιταριού αλλά Ζέας.
Σύμφωνα, με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο και τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, η ζειά είχε καλλιεργηθεί αποκλειστικά ως το μοναδικό δημητριακό από τους πρώτους Ρωμαίους στην αρχή της ιστορίας τους και αυτό αποδεικνύεται από τη χρησιμοποιησή του σε όλες τις θρησκευτικές τελετές τους. Ο γιατρός Γαληνός (2ος αι. π.Χ.) αναφέρει την όλυρα(ασπρόσιτο) ως το τρίτο σε θρεπτική αξία δημητριακό μετά το κριθάρι και το σιτάρι, ενώ όπως μας πληροφορεί ο Διοσκουρίδης (1ος αι. μ.Χ.) στην εποχή του ήταν διαδεδομένη μια πανάρχαια συνήθεια των Ελλήνων και των Ρωμαίων: η μίξη χονδροαλεσμένων κόκκων ζέας και σιταριού, που λεγόταν "κρίμνον", και το οποίο ήταν ένα παχύρρευστο θρεπτικό ρόφημα που ονομαζόταν "πολτός" (χυλός). Η θρεπτική του αξία είναι αδιαμφισβήτητη, άλλωστε δεν είναι τυχαίο που η ετυμολογία της λέξης "ζείδωρος" (αυτός που δωρίζει ζωή) προέρχεται από αυτό το δημητριακό. Η πόλη των Αθηνών ονομαζόταν και ζείδωρος, διότι επί του εδάφους της καλλιεργείτο εκτός από την ελαία και το δημητριακό ζειά. Το ζειά με το ζήτα δηλώνει την ζωή με το έψιλον γιώτα την μακρά πορεία και με το άλφα που είναι το πρώτο στοιχείο το άριστον την παρουσία του Αιθέρα (το στοιχείο που βρίσκεται παντού και δομεί τα πάντα είναι ο Αιθέρας), άρα ζειά σημαίνει μακροζωία.
Ο Όμηρος αναφέρεται στην καλλιέργεια της ζέας στη Λακωνική Πεδιάδα: «πυροί τε ζειαί τ' ηδ' ευρυφανές κρι λευκόν». Επίσης, έχει αφήσει το όνομά της στην Αττική: «Ζέα: εις των εν Πειραεί λιμένων ούτω καλούμενος από τους καρπούς της ζέας.Έχει δε Πειραεύς λιμένας τρεις κλειστούς». Ο Ηρόδοτος (5ος αι. π.Χ.) αναφέρει ότι οι Αιγύπτιοι παρασκεύαζαν ψωμί αποκλειστικά από ζέα και περιφρονούσαν το σιτάρι και το κριθάρι. O Θεόφραστος τον 4ο αι. π.Χ, διακρίνει την ζειά σαφώς από την όλυρα(ασπρόσιτος) χαρακτηριζοντάς ως το πλέον αποδοτικότερο από όλα τα είδη των δημητριακών.
Μέχρι τις αρχές των
Ιστορικών Χρόνων η ζέα δέσποζε μεταξύ των δημητριακών. Με το πέρασμα του
χρόνου εγκαταλείφθηκε η καλλιέργειά της, λόγω χαμηλής απόδοσης και
μεγάλης δυσκολίας στην επεξεργασία του σπόρου, και επιλέχθηκαν πιο
"εύκολα" στην καλλιέργεια δημητριακά, όπως το σιτάρι και το ρύζι.Οι πρόγονοί μας
γνώριζαν τις σπουδαίες της ιδιότητες. Οι Ρωμαίοι τη χρησιμοποιούσαν ως
τροφή εκστρατείας.
Η επιστήμη την έχει ανακαλύψει ξανά, με τις έρευνες κυρίως του Άγγλου Allen, σαν δημητριακό που περιέχει 40% επιπλέον μαγνήσιο σε σύγκριση με άλλα, ουσία που ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού. Είναι σημαντική επίσης για την περιεκτικότητά της σε ίνες και μέταλλα.Η ζέα αποκαλείται και «μαγνήτης της ζωής». Το μέγιστο ποσοστό του αμινοξέος λυσίνη που περιέχει, συγκρίνεται μόνο με αυτό του άγριου αιγίλωπος. Η λυσίνη είναι συστατικό των πρωτεϊνών που αυξάνει την πεπτικότητά τους και αποτελεί το κύριο ζητούμενο στις διαδικασίες «βελτίωσης» των σιτηρών.
Η επιστήμη την έχει ανακαλύψει ξανά, με τις έρευνες κυρίως του Άγγλου Allen, σαν δημητριακό που περιέχει 40% επιπλέον μαγνήσιο σε σύγκριση με άλλα, ουσία που ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού. Είναι σημαντική επίσης για την περιεκτικότητά της σε ίνες και μέταλλα.Η ζέα αποκαλείται και «μαγνήτης της ζωής». Το μέγιστο ποσοστό του αμινοξέος λυσίνη που περιέχει, συγκρίνεται μόνο με αυτό του άγριου αιγίλωπος. Η λυσίνη είναι συστατικό των πρωτεϊνών που αυξάνει την πεπτικότητά τους και αποτελεί το κύριο ζητούμενο στις διαδικασίες «βελτίωσης» των σιτηρών.
Ζεα και Γλουτένη
Ο όρος «γλουτένη» είναι ένα συνοπτικό όνομα για ένα σύνολο διαφόρων αποθηκευτικών πρωτεϊνών που βρίσκονται στον κόκκο του σίτου. Η γλουτένη συμβάλλει στην αύξηση της ελαστικότητας της ζύμης και στο φούσκωμα του ψωμιού, που αποκτά έτσι ελκυστική εμφάνιση και αφράτη υφή.Μέχρι και πριν μια δεκαετία περίπου, οι έρευνες για τη δυσμενή επίδραση του ψωμιού στην εκδήλωση της νόσου «δυσανεξία γλουτένης ή κοιλιοκάκη» γίνονταν αποκλειστικά στις ποικιλίες των σημερινών σιτηρών, από τις οποίες παράγεται το ψωμί σε όλες τις χώρες όπου η διατροφή βασίζεται στο σιτάρι.Με αυτό ως γνώμονα, η καθολική σύσταση για την πρόληψη της ασθένειας είναι η πλήρης αποφυγή της κατανάλωσης άρτου & σιτηρών, σε συμφωνία με την οποία βρίσκεται και η σημερινή νομοθεσία περί γλουτένης (αναφέρεται σε ποσοστό γλουτένης, και όχι αν η εκάστοτε γλουτένη σε σπόρους ή τρόφιμα διασπάται και αφομοιώνεται πλήρως από τον οργανισμό και δεν επηρεάζει έτσι στο ελάχιστο όσους υποφέρουν από δυσανεξία στη γλουτένη).Οι έρευνες αναφορικά με το θέμα αυτό δεν έχουν εξετάσει τα άγρια είδη «ζέα» και «μονόκοκκο», τα οποία είχαν εξαφανιστεί από την αγροτική παραγωγή και διατηρούνταν μόνο σε τράπεζες γενετικού υλικού διαφόρων χωρών.Γενετικές και βιοϊατρικές έρευνες που εξέτασαν ένα μεγάλο αριθμό δειγμάτων από αρχαία, αβελτίωτα είδη και ποικιλίες της εξελικτικής αλυσίδας του σιταριού, έδειξαν ότι η δυσανεξία στη γλουτένη κωδικοποιείται από γονίδια α-γλιαδίνης στο χρωμόσωμα 6D του σίτου, το οποίο υπάρχει στις σημερινές ποικιλίες αλλά απουσιάζει από τη γλουτένη της ζέας και του μονόκοκκου δημητριακού.
Οι παραπάνω έρευνες
δείχνουν ότι η έως τώρα επικρατούσα επιστημονική άποψη για την πλήρη
απαγόρευση κατανάλωσης σιτηρών τίθεται υπό αμφισβήτηση υπό το φως των
πρόσφατων επιστημονικών αποτελεσμάτων, που διευρύνουν τη γνώση μας για
το φαινόμενο.
Οι έρευνες αυτές έδειξαν ότι η Ζέα περιέχει 40% περισσότερο μαγνήσιο από τα άλλα δημητριακά. Το μαγνήσιο επιπλέον ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού. Περιέχει δε υψηλά ποσοστά του αμινοξέος λυσίνη. Τα δημητριακά Ζέας συμβάλλουν στη διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους. Είναι πλούσια σε υδατάνθρακες χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη. Αυτό σημαίνει ότι απορροφώνται αργά και απελευθερώνουν μικρή ποσότητα γλυκόζης στο αίμα. Ετσι, μαζί με τις φυτικές ίνες, αυξάνουν το αίσθημα του κορεσμού και διατηρούν το αίσθημα της πληρότητας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ρυθμίζουν καλύτερα τη γλυκόζη στο αίμα, με αποτέλεσμα να αποτελούν όπλο στην πρόληψη αλλά και αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη.
Τό έτος 1928 απηγορεύθη σταδιακά και μέχρι το 1932 κατηργήθη τελείως η καλλιέργεια της Ζεας στήν Ελλάδα.
Οι έρευνες αυτές έδειξαν ότι η Ζέα περιέχει 40% περισσότερο μαγνήσιο από τα άλλα δημητριακά. Το μαγνήσιο επιπλέον ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού. Περιέχει δε υψηλά ποσοστά του αμινοξέος λυσίνη. Τα δημητριακά Ζέας συμβάλλουν στη διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους. Είναι πλούσια σε υδατάνθρακες χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη. Αυτό σημαίνει ότι απορροφώνται αργά και απελευθερώνουν μικρή ποσότητα γλυκόζης στο αίμα. Ετσι, μαζί με τις φυτικές ίνες, αυξάνουν το αίσθημα του κορεσμού και διατηρούν το αίσθημα της πληρότητας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ρυθμίζουν καλύτερα τη γλυκόζη στο αίμα, με αποτέλεσμα να αποτελούν όπλο στην πρόληψη αλλά και αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη.
Τό έτος 1928 απηγορεύθη σταδιακά και μέχρι το 1932 κατηργήθη τελείως η καλλιέργεια της Ζεας στήν Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου