Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Ο μύθος των Αμαζόνων

Ενας από τους άθλους του ήρωα Ηρακλή ήταν και ή νίκη του εναντίον τών Αμαζόνων, όταν κατάφερε να δαμάσει τή γενναία τους Βασίλισσα Ιππολύτη και να πάρει σάν έπαθλο τή ζώνη της. Οι Αμαζόνες αποτελούν ενα άπό τά γραφικά αινίγματα των διαφόρων λαών. Ο μύθος γι' αυτές έχει αποκτήσει μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: Οί Αμαζόνες είναι πάντα σκληρές, γενναίες στή μάχη, ατρόμητες, αμείλικτες καί κυρίως είναι μόνες, δηλαδή ζουν σε μιά κοινωνία άπό την οποία έχουν αποκλειστεί οί άντρες. O πρώτος πού αναφέρει τις Αμαζόνες είναι ό πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος. Στή χώρα, πού στην αρχαιότητα ονόμαζαν Θεμίσκυρι καί πού βρίσκεται στον Πόντο της Μ. Ασίας, κοντά στον ποταμό Θερμώδοντα, ήρθαν σέ σύγκρουση οί αρχαίοι Ελληνες με τις Αμαζόνες { Βιβλ. 4ο, κεφ. 110, των Ιστοριών }. Νίκησαν οί Ελληνες, αιχμαλώτισαν πολλές άπ' αυτές και τίς μετέφεραν στα πλοία τους για να τις φέρουν στην Ελλάδα. Οταν σαλπάρισαν, προτού περάσουν τον Ελλήσποντο, οί Αμαζόνες ξεσηκώθηκαν, έσφαξαν τους Ελληνες καί κυρίευσαν τά πλοία. Δεν γνώριζαν όμως άπό ναυσιπλοια, έτσι, αφέθηκαν έρμαια τά πλοία, στην μανία τών κυμάτων καί οί άνεμοι έφεραν τίς Αμαζόνες στην Μαιήτιδα λίμνη { σημερινή Κριμαία }, όπου στην αρχαιότητα ήταν ή χώρα τών Σκυθών.

Στό σημείο αυτό αρχίζει μιά λίγο ρομαντική εξιστόρηση. Μετά άπό πολλές καταστροφές και λεηλασίες στή Σκυθία, νεαροί Σκύθες πολεμιστές, ήρθαν σ' επαφή με τίς Αμαζόνες, απέκτησαν παιδιά άπ' αυτές, αλλά έπειδή δεν μπορούσαν πιά νά μείνουν στή Σκυθία, αποφάσισαν νά φύγουν μαζί μέ τίς αμαζόνες και τά παιδιά τους προς άγνωστη γη. Κατά τον Ηρόδοτο, πορεύτηκαν σέ μιά χώρα πού βρίσκεται τρεις μέρες προς τον Ηλιο, πέρα άπό τόν ποταμό Τάναϊ κι άλλες τρεις μέρες πορεία προς τόν βορινό άνεμο άπό τή λίμνη Μαιήτιδα. Εκει ίδρυσαν τό νέο γένος τών Σαυροματών ή Σαρματών, τού οποίου οί γυναίκες ζούσαν όπως ακριβώς οί Αμαζόνες. Δεν είχαν δικαίωμα νά παντρευτούν παρά μόνο άφού θα είχαν σκοτώσει κάποιον εχθρό στή μάχη. Τίς γυναίκες αυτές οι Σκύθες τίς αποκαλούσαν « οίόρπατα » πού σήμαινε « άνδροκτόνοι ».

Μιά άλλη παράδοση λέει ότι οί Αμαζόνες ζούσαν στή Θράκη, ήταν σκληρές καί κακές και λάτρευαν μιά θεά, τήν Αναίτιδα, πού εκπροσωπούσε τή Σελήνη. Εκτος από τήν Ιππολύτη, τήν οποία νίκησε ο Ηρακλής, γνωρίζουμε τήν 'Αντιόπη πού τήν αγάπησε ό Θησέας, πριν άπό τή Φαίδρα. Επίσης ξακουστή ήταν και ή Πενθεσίλεια, βασίλισσα τών αμαζόνων πού πολέμησε μαζί μέ τους Τρώες εναντίον τών Ελλήνων. Ή γνωστή αυτή αμαζόνα σκοτώθηκε άπό τόν Αχιλλέα. Κατά τή μυθολογία πάντοτε, οί αμαζόνες μιά φορά τό χρόνο ερχόντουσαν σ' επαφή σεξουαλική μέ τους γείτονες Γαργάρους. Καί τά μέν αγόρια άπό τις ενώσεις αυτές τά έδιναν στους πατέρες τους, τά δε κορίτσια τά κρατούσαν καί τά άνέτρεφαν μέ τό δικό τους σύστημα. Σχετικά μέ τήν ονομασία « Αμαζόνες » λέγεται ότι διατήρησαν αυτό τό όνομα λόγω του ότι τους έλειπε ό ένας { δεξιός } μαστός.

Ή ετυμολογία του μαστός προέρχεται άπό τό μαζίον. { μαζίον ονομάστηκε επειδή τά στήθη ήταν δίπλα - δίπλα, ήταν δηλ. μαζί }. Από τό μαζίον έγινε μαστίον καί αργότερα μαστός. Οί γυναίκες εκείνες, πού κατά τήν παράδοση ήσαν περίφημες ίππεύτριες, είχαν κόψει τόν δεξί τάνυσμα του τόξου. Ήταν δηλαδή ά-μαζόνες, { όπου τό α-στερητικό }. Επίσης πρέπει νά τονίσω ότι ό μύθος αυτός ήταν άγνωστος στην αρχαιότητα και στερείται κάθε πραγματικότητας. Για τό λόγο δέ αυτό δέν είχε γίνει αποδεκτός. Ο Φιλόστρατος προσπάθησε νά εξηγήσει τήν ονομασία τους άπό τό γεγονός ότι τά παιδιά τών Αμαζόνων « μή μαζώ τρέφεσθαι » δηλαδή δέν πίνουν γάλα άπό τις μητέρες τους άλλα έπιναν γάλα φορβάδας. Ή πιό σωστή όμως ετυμολογία καί εξήγηση της λέξης είναι αυτή πού προέρχεται άπό τή λέξη ΜΑΖΑ { λέξη Κιρκασιανή } καί τού αθροιστικού α.

Ή λέξη ΜΑΖΑ, αναφέρεται στή Σελήνη, οπότε οί Αμαζόνες θεωρούνται ιέρειες της θεάς Σελήνης, πού όπως ανάφερα πιό πάνω ονομαζόταν Αναίτις. Ή θεά αυτή άπό πολλούς ταυτίζεται μέ τή δική μας Αρτεμη. Ή θεά Αναίτις στα περσικά καλείται Ανα.

Αλλη ετυμολογία της λέξης προέρχεται άπό τό α { όπου τό α=αθροιστικό } καί τή λέξη μαζός οπότε ή άμαζών = πολύμαστος. Ετσι υπάρχει προσέγγιση των αμαζόνων μέ τήν Αρτέμιδα της Εφέσου,πού απεικονίζεται νά φέρει πολλούς μαστούς καί είναι σύμβολο της γονιμότητας. Παρακάτω, θα αναφερθώ πιό εκτεταμένα στην ερμηνεία αυτή. Τό αξιοπερίεργο μέ τόν μύθο ή θρύλο γύρω άπό τις γυναίκες αυτές είναι ότι ή αναφορά τους δέν περιορίζεται ούτε χρονικά, ούτε τοπικά. Διάφοροι ερευνητές κατακτητές, ταξιδιώτες, ιστορικοί, συχνά κάνουν μνεία γιά τις φημισμένες αμαζόνες, καί οί διηγήσεις τους είναι ενδιαφέρουσες άπό κάθε άποψη.

Ο Χιούεν Τσάνγκ, Κινέζος περιηγητής τού 8ου αιώνα, μας μεταφέρει μιά ιστορία, πού όπως λέει τήν άκουσε στην Κεϋλάνη:

« Ή κόρη ένος βασιλιά είχε παντρευτεί παρά τή θέληση του πατέρα της μ' έναν λεοντάθρωπο μισό άνθρωπο, μισό λιοντάρι. Από τό γάμο τους γέννησε δίδυμα, ενα αγόρι καί ενα κορίτσι. Ο πατέρας της οργίστηκε φοβερά, άπό τή διαγωγή της κόρης, πού ντρόπιαζε τήν καταγωγή της, έχοντας γιά άντρα της ενα τέτοιο τέρας. Σάν έμαθε γιά τά παιδιά πού απόκτησε, ό θυμός του μεγάλωσε καί διέταξε νά τά βάλουν σε δυό βάρκες, χωριστά και νά τά εγκαταλείψουν στή θάλασσα. Συγχρόνως, έδωσε εντολή νά διώξουν γιά πάντα άπό τό βασίλειο του τήν κόρη του καί τόν τερατόμορφο άντρα της. Ή θεά της Σελήνης, ή Ρακασάδα έσωσε τά παιδιά. Τό αγόρι, όταν μεγάλωσε, έγινε βασίλιάς της μισής Κεϋλάνης καί της άλλης μισής τό κορίτσι. Ο βασιλιάς ήταν καλός και οί υπήκοοι του ζούσαν ευτυχισμένοι. Δέ συνέβαινε όμως τό ίδιο και μέ τή βασίλισσα. Αυτή είχε εξοντώσει όλους τους άνδρες και μ' ενα στρατό άπό γυναίκες έγινε ό φόβος κι ό τρόμος όλων όσων περνούσαν άπό τις ακτές τού βασιλείου της. Οχυρωμένη μέ τις γυναίκες της σ' ενα σιδερένιο κάστρο, κατόρθωνε νά παγιδεύει μέ τά θέλγητρα τών θηλυκών πολεμιστών της τους εμ- πόρους πού ταξίδευαν και τους έψηνε και τους έτρωγε μέ τόν στρατό της. Αλλά ό βασιλιάς αδελφός της δέν μπορούσε ν' ανεχτεί τήν κατάσταση πού δημιουργούσε ή αδελφή του και τά εγκλήματα της δέν τά συγχωρούσε. Ετσι μέ μιά ομάδα αφοσιωμένων ανδρών του πήγε στό ανάκτορο της αδελφής του βασίλισσας και ειδοποίησε μέ τρόπο τους εμπόρους πού φιλοξενούσε γιά τήν τύχη πού τους περίμενε. Ολοι μαζί τότε κυνήγησαν τις αμαζόνες ως τή θάλασσα, όπου τις άφησαν νά πνιγούν...»|.

Αναφορά στις αμαζόνες κάνει ό γνωστός ερευνητής και ταξιδιώτης Μάρκο Πόλο { πού κατά κάποια πληροφορία ήταν ελληνικής καταγωγής, ονομαζόμενος Μαρκόπουλος }. Οί πληροφορίες του Μάρκο Πόλο τοπικά συμπίπτουν μ' αυτές τού Χιουέν Τσάνγκ γιατί αναφέρει ότι τις συνάντησε νότια τών Ινδιών. Εκεί πού βρίσκεται ή νήσος Κεϋλάνη; Πολύ πιθανό, γιατί λέει ότι στά νότια τών Ινδιών υπήρχαν δύο νησιά. Στό ενα κατοικούσαν άνδρες και στό άλλο γυναίκες. Τό νησί τών ανδρών λεγόταν « 'Αρσενικό » καί τών γυναικών « Θηλυκό ». Οί κάτοικοι άνδρες καί γυναίκες, ήσαν παντρεμένοι μεταξύ τους άλλά ζούσαν χωριστά. Εσμιγαν μόνο μιά φορά το χρόνο γιά νά τεκνοποιήσουν. Τά παιδιά ανατρέφονταν από τις μητέρες τους και τά μέν αγόρια στην ηλικία των 14 χρόνων επιστρέφονταν στους πατέρες τους, τά δε κορίτσια τά κρατούσαν και τά ανέτρεφαν οί ίδιες. Υπάρχουν κι άλλες αναφορές, υπαινιγμοί, ιστορίες που φτάνουν μέχρι τή σημερινή εποχή. Αυτό όμως πού πρέπει νά σκεφτεί κανείς είναι το γεγονός της πολλαπλής αναφοράς γιά τις Αμαζόνες. Ανήκουν στον θρύλο; Ανήκουν στην πραγματικότητα; Ή ερώτηση είναι μιά γοητευτική πρόκληση. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν ν' απαντήσουμε.

Πιστεύω ακράδαντα ότι ο θρύλος γιά τις Αμαζόνες έχει ίστορική βάση. Οπως όλοι οί παγκόσμιοι μύθοι { δημιουργία, κατακλυσμός, γέννηση θεών, τιτανομαχίες κ.λπ. }, έχει κι αυτός τά ίδια στοιχεία. Παρουσιάζεται σε πολλούς λαούς, αναφέρεται με τά ίδια σχεδόν στοιχεία και σέ ορισμένες περιπτώσεις νομίζει κανείς ότι ειναι ό ίδιος ακριβώς μύθος με αλλαγμένα τά ονόματα. Τά στοιχεία τού μύθου είναι μάλιστα τόσο ζωντανά ώστε πολλοί αμφιβάλλουν αν οί αμαζόνες ήσαν πράγματι γυναίκες. Από επιστήμονες ειπόθηκε ότι στην Καππαδοκία, στην αρκαία χώρα των Χιττιτών { Χετταίων } βρέθηκαν αναπαραστάσεις πολεμιστών μέ μακριά κόμη. Ή εξήγηση πού δίνουν πολλοί αναφορικά μέ τον λαό των Χιττιτών ή Χετταίων άφορα μιαν αρχαιολογική ανακάλυψη πού έγινε από τον Γερμανό αρχαιολόγο Ούγκο Βίνκλαιρ, ο οποίος καθώς ήταν ειδικευμένος άνατολιστής, έκανε ανασκαφές σ' ένα τούρκικο χωριό ονόματι Μπογκάζ Κιόι, ανατολικά της Σινώπης, στην αρχαία Καππαδοκία.

Ο Βίνκλαιρ βρήκε χίλιες περίπου πινακίδες από άργιλλο μέ επιγραφές επάνω τους. Ετσι ανακαλύφτηκε, αλλά δέν εξιχνιάστηκε ό πολιτισμός των Χετταίων. Αυτός πού έβγαλε τον πολιτισμό των Χετταίων από τά σκοτάδια της λήθης ήταν ό Τσέχος Φρέντερικ Χρόζνυ, πού βρήκε μιά χιττική φράση γραμμένη μέ ιερογλυφικά, γεγονός πού τού επέτρεψε νά ανακαλύψει το « κλειδί » της χιττικής γλώσσας. Ετσι πολλά στοιχεία ήρθαν στό φως γιά τόν περίεργο αρχαίο αυτό λαό, πού ξαφνικά εξαφανίστηκε από τήν ιστορία. Οι Χετταίοι φορούσαν φορέματα πού έφταναν ώς τους αστραγάλους τους και άφηναν μακριά μαλλιά πού συχνά τά έδεναν σέ πλεξούδα ή κότσο. Σέ ανάγλυφα παριστάνονται Αιγύπτιοι πολεμιστές πού αρπάζουν τους αντιπάλους τους Χετταίους από τόν κότσο αυτόν. Τό γεγονός αυτό δημιούργησε τις γνωστές εντυπώσεις, νά θεωρηθούν δηλαδή, άπό τους Ελληνες ότι ήσαν γυναίκες. Τά φαρδιά τους ρούχα άλλωστε, πολύ εύκολα, θά έκρυβαν κάθε ιδιαίτερη καμπύλη του γυναικείου σώματος. Πολλές μαρτυρίες συμφωνούν στό σημείο αυτό, ότι δηλ. σάν Αμαζόνες είχαν θεωρηθεί άνδρες πού ανήκαν σέ βάρβαρα έθνη. Χαρακτηριστικά είναι και όσα αναφέρονται σχετικά μέ τη θρησκεία τους. Οί Χετταίοι ιερείς συνήθιζαν νά φορούν γυναικεία ρούχα, στόλιζαν μέ σκουλαρίκια τά αυτιά τους και σάν θυσία στον Θεό Ήλιο πρόσφερναν τά γεννητικά τους όργανα, όπως έκαναν και οί ιερείς τού Αττιδος. Μήπως λοιπόν ταύτισαν οί αρχαίοι Ελληνες τήν έλλειψη των γεννητικών ανδρικών οργάνων μέ τόν μαστό, voμίζovτας πώς είχαν νά κάνουν μέ γυναίκες; Δεδομένου ότι οί αρχαίοι Ελληνες κάθε άλλο παρά αφελείς ήσαν { οπωσδήποτε κάποιος Χετταίος θά είχε αιχμαλωτιστεί ή σκοτωθεί γιά νά διαπιστωθεί τό λάθος }, παραμένει το γεγονός της ύπαρξης των Αμαζόνων, γιατί κι αν θεωρήσουμε ότι οί Ελληνες έβλεπαν τους Χετταίους, οί άλλοι, πού αναφέρονται στις Αμαζόνες, ποιους έβλεπαν; Τό επιχείρημα δεν στέκει. Μένει λοιπόν ό μύθος κι ο θρύλος ολοζώντανος και ακλόνητος.


Κατά τή γνώμη μου ό μύθος τών Αμαζόνων, εκτός τών όποιων ζωντανών στοιχείων, πού διατηρήθηκαν στην ιστορία, είναι πολύ παλαιότερος άπό τους ιστορικούς χρόνους. Χάνεται στά βάθη της προϊστορίας και ταυτίζεται μέ τήν εποχή εκείνη της ανθρωπότητας κατά τήν οποία κυριαρχούσε τό μητριαρχικό καθεστώς στον κόσμο. Οί έρευνες τών διαφόρων επιστημόνων γιά τήν μητριαρχική εποχή { εποχή κατά τήν όποια ή ιεράρχηση της κοινωνίας καθοριζόταν άπό τό γυναικείο στοιχείο }, έχουν αποδείξει ότι ή πολύ παλιά εκείνη εποχή ήταν εποχή « χρυσή » γιά τήν άνθρωπότητα. Χαρακτηριζόταν άπό τήν απόλυτη ισότητα τών φύλων, τήν κοινή απόλαυση τών αγαθών, τή δημιουργία τών πρώτων βασικών και ουσιαστικών γιά τήν εξέλιξη τού ανθρώπου ανακαλύψεων, όπως ή κηπουρική, ή εξημέρωση τών κατοικίδιων ζώων, ή δημιουργία τών πρώτων μορφών τέχνης, ή καλαθοπλεκτική, ή αγγειοπλαστική. Είναι ή εποχή πού δημιουργούνται οί μεγάλες γυναικείες θεότητες, ή ΓΗ, ή ΣΕΛΗΝΗ, ή ΔΗΜΗΤΡΑ. Ή γυναίκα θεωρείται εγγύηση της συνέχειας, αρχέγονη μητέρα και σύμβολο γονιμότητας. Είναι ιέρεια και φύλακας του θεϊκού μυστήριου. Είναι εταίρα, είναι αυτή ή ίδια ή ζωή. Αλλά, κυρίως, ήταν μιά ειρηνική εποχή, πού οί άνθρωποι προσπαθούν νά επιβιώσουν στο περιβάλλον πού ζούσαν, ασχολούμενοι, οί μέν άνδρες στον εφοδιασμό της κοινότητας μέ τροφή, οί δέ γυναίκες σ' όλες τις άλλες ασχολίες. Ετσι εξηγείται ή παρουσία όλων τών επιτευγμάτων πού ανάφερα προηγουμένως { κηπουρική, καλαθοπλεκτική κ.λπ. }.

Κατάλοιπο της εποχής αυτής είναι και ή δημιουργία της Θεάς-Σελήνης, της αρχαίας ελληνικής Αρτεμης, θεάς του κυνηγίου, πού παριστάνεται νά κρατά ένα τόξο και τά βέλη, ενώ δίπλα της απεικονίζεται ενα ελάφι συνήθως. Ή εποχή εκείνη, εποχή κυνηγετική, απεικονίστηκε στο πρόσωπο της Θεάς αυτής, πού τοποθετήθηκε σέ ίσάξια θέση μέ τις άλλες. Τή μητριαρχία διαδέχτηκε ή πατριαρχία, πού σέ χρονική σύγκριση μέ τήν πρώτη, ή δεύτερη είναι νεαρής ηλικίας. Ή κυνηγετική κοινωνία δίνει τή θέση της στην αγροτική κοινωνία. Ή μεγάλη ανακάλυψη της γεωργίας πολλά χρωστάστην ανάπτυξη της κηπουρικής πού είχε συμβάλλει στη στοιχειώδη παραγωγή ορισμένων « κηπευτικών » { κυρίως ρίζες και βολβούς }. Τό τόξο και τά βέλη { κυνήγι } αντικαθίστανται άπό τό ύνί { γεωργία }. Είναι ή εποχή πού αρχίζει ή εκμετάλλευση τών μεταλλευμάτων, αναπτύσσεται ή σιδηρουργία και τελειοποιούνται τά παλιά πέτρινα όπλα. Μέ τήν αλλαγή αυτή δημιουργούνται νέοι Θεοί. Ο Ηφαιστος, Θεός της φωτιάς, και ό Αρης, θεός του πολέμου.

Ή δημιουργία τού θεού Αρη εξηγείται. Ή συσσώρευση αγαθών, τροφίμων γεωργικών, παρακινεί άλλες φυλές, κυρίως νομαδικές, νά επιτίθενται στους αγροτικούς σχηματισμούς γιά τή διαρπαγή τροφών. Ο μύθος τών Αμαζόνων απηχεί τις προϊστορικές εξελίξεις πού έλαβαν χώρα όταν μετασχηματιζόταν τό κοινωνικό σύστημα. Τήν αντικατάσταση της Μητριαρχίας άπό τήν Πατριαρχία, τήν υποταγή της Γυναίκας στον Ανδρα, αν θέλετε. Ολες οί « Αμαζονικές » παραδόσεις επαναλαμβάνουν τό ίδιο πράγμα. Τήν ήττα τών σκληροτράχηλων Αμαζόνων από τους Ελληνες, τον Ηρακλή, τόν Αχιλλέα, τον αδελφό βασιλιά, τόν Σκύθη εραστή κ.λπ. Αλλά, πώς εξηγείται ή αντίφαση πού πηγάζει άπό τά δεδομένα; Ή μητριαρχία νά είναι εποχή ειρηνική και οί Αμαζόνες νά απεικονίζονται και νά περιγράφονται σκληρές, άκαρδες, αιμοβόρες, κ.λπ. Νά μήν ξεχνάμε ότι οί περιγραφές έγιναν άπό άνδρες. Δεν πρέπει νά μας διαφεύγει τό γεγονός οτι ή ιστορία της ανθρωπότητας, πολύ συχνά, γράφεται άπό τόν νικητή. Στήν ιστορική σύγκρουση της προϊστορίας, όταν γινόταν ή μετάβαση, σταδιακή, αργή, δύσκολη, από τή μιά κοινωνική μορφή στήν άλλη, ή δύναμη τού άνδρα επέβαλε τήν ιστορία όπως του άρεσε. Και αυτό φανερώνει ό μύθος πού εξετάζεται εδώ. Τό παλιό καθεστώς, μητριαρχία, έπρεπε νά φανεί κακό, άσχημο, βάρβαρο.

Ετσι οί γυναίκες στην αντρική συνείδηση της ανθρωπότητας διαιωνίστηκαν κακές, αίμοχαρείς, πολεμίστριες κ.λπ. Και για να μην υποθέσει κάποιος ότι αυτό πού αναφέρεται τώρα είναι ουτοπία, πληροφορώ τον αναγνώστη ότι καμιά ιστορική απόδειξη δέν έχουμε γιά μιά παρόμοια ταύτιση της γυναίκας, στή διάρκεια των χιλιετιών, τέτοια όπως τήν παρουσιάζουν οί διάφοροι συγγραφείς, ιστορικοί κ.λπ. Τά παλαιότερα γνωστά αγαλματίδια πού παριστάνουν γυναικείες φιγούρες, απεικονίζουν τή γονιμότητα, τήν ευτυχία μιας εποχής ειρηνικής. Ή « 'Αφροδίτη τού Λωσσέλ » { Παλαιολιθική II 21.000 π.Χ.Λωσσέλ - Ντορντόν, Γαλλία }, κρατά στο χέρι της ενα κέρατο βονάσου { μήπως ό νους σας πηγαίνει στο κέρας της Αμάλθειας; στό κέρας της ευφορίας; }. Τό κέρατο βονάσου ειναι δείγμα προσφοράς. Καμιά αναπαράσταση, γλυπτό,πετρόγλυφο, σχέδιο, κεραμικό, τίποτα μά τίποτα, κανένα στοιχείο της εποχής δέν μας δείχνει τή γυναίκα νά εμφορείται από καταστροφικές τάσεις, ούτε και πολεμικές. Ήταν μιά μεγάλη αλλαγή εκείνη. Τό όπλο του νομάδα αντικαταστάθηκε από τό υνί του γεωργού. Ο άνθρωπος μπόρεσε νά βάλλει τις βάσεις του σημερινού πολιτισμού. Κι αυτό οφείλεται στή μητριαρχία, πού σαν κοινωνική διάρθρωση χαρακτηρίζεται από μιά πρωτόγονη μορφή σοσιαλιστικής υφής. Υπάρχει βέβαια και ή ερμηνεία εκείνη τού μύθου των Αμαζόνων πού τις ταυτίζει με τις δυνάμεις της φύσης:

« Ήσαν φαίνεται εν αρχή αί Αμαζόνες αί προσωποποιηθείσαι φυσικαί δυνάμεις της γονιμοποιήσεως, τά άφθονα ύέτια ύδατα, άτινα είσδύοντα εις τους κόλπους της γης γονιμοποιούσιν εις αυτούς πάντα τά σπέρματα της φυτικής βλαστήσεως, είναι αί νεφέλαι με τους πολλούς μαστούς, τών οποίων τό άφθονον γάλα και ρέει εις τήν γήν και τρέφει πάσαν ζωικήν ύπαρξιν, τούτο μαρτυρούσι καί τά υπό τού Διοδώρου αναφερόμενα ονόματα των Αελλα { Θύελλα } καί Κελαινώ { σκοτεινόν νέφος }, από τών μαστών τών οποίων ρέει άφθονος ή βροχή. Αίθεοποιηθείσαι καί προσωποποιηθείσαι αύται φυσικαί δυνάμεις, αίτόσον ευεργετικοί, ώς θεαί της καταιγίδος, ήτις φθείρει και καταστρέφει πάσαν ζωικήν ύπαρξιν και πασαν βλάστησιν, έρχονται εις σύγκρουσιν προς τάς Θεότητας του φωτός καί τού ηλίου, αίτινες είναι αί εύεργέτιδες ωσαύτως Θεότητες πάσης βλαστήσεως καί πάσης ζωικής υπάρξεως » { Μεγ. Ελληνική Εγκυκλοπ. τόμ. Δ. σελ. 142 }.

Κάτι παρόμοιο αναφέρει και ό Ντεσάρμ { Μυθολογία της Αρχαίας Ελλάδας }: « Χωρίς νά προσπαθήσουμε νά ερμηνεύσουμε σε όλες του τις λεπτομέρειες τον σκοτεινό καί περίπλοκο μύθο των Αμαζόνων, μπορούμε νά παρατηρήσουμε πώς αυτές πολεμούν τον Ήρακλέα, τον Θησέα, τον Αχιλλέα, τον Βελεφερόντη, ήρωες δηλαδή πού έχουν καθαρά ηλιακή φύση, όπως έχει αποδείξει από καιρό ή συγκριτική μυθολογία. Σάν εχθροί τών Θεοτήτων του φωτός θυμίζουν τους εχθρούς τού Ινδρα, της Βεδικής μυθολογίας, δηλαδή τά σύνεφα. Συνεπώς οί μαστοί τους μπορεί ν' απεικονίζουν τ' άναρρίθμητα « στήθη » τών νεφών από τά οποία τρέχουν τά νερά πού ποτίζουν καί γονιμοποιούν τή γη. Ετσι οί Αμαζόνες ήταν αναγκαστικά συνοδοί της θεότητας της Εφέσου, της μεγάλης αυτής τροφού της φύσεως... ».

Ή ερμηνεία όμως αυτή δέν καλύπτει τά στοιχεία του μύθου. Γιατί ή προστάτιδα θεά τους ήταν ή Θεά - Σελήνη Αναίτις ή Αρτεμις ή Ρακασάδα ή...; Υποστηρίχτηκε ότι οί Αμαζόνες ήταν σώμα φρουράς του ίερού της θεάς αυτής, Αλλά και αυτό δέν ικανοποιεί, γιατί δέν έχουμε καμιά ιστορική μαρτυρία πού νά τό τεκμηριώνει. Παράλληλα, μιά άλλη μαρτυρία αποδεικνύει κάτι το τελείως αντίθετο. Θεές πού φανερά προσωποποιούν τις φυσικές δυνάμεις είναι ή Δήμητρα και ή Περσεφόνη. Δέν απεικονίζονται όμως να ιππεύουν, νά σκοτώνουν, νά εξοντώνουν κ.λπ. Κάθε άλλο. Είναι γονιμοποιά στοιχεία με ειρηνική εμφάνιση, προσωποποίηση τού καλού. Γιά ποιο λόγο οι Αμαζόνες, πού τα ίδια γονιμοποιά στοιχεία της φύσης έκπροσωπούν, απαθανατίστηκαν έτσι πολεμοχαρείς;

Ο Στράβων απέρριψε σάν ψεύτικες όλες τις ιστορίες γιά τις Αμαζόνες:
« Περί τών Αμαζόνων τά αυτά λέγεται και νύν και πάλαι, τερατώδη τε όντα και πίστεως πόρρω. Τις γάρ αν πιστεύσειεν, ώς γυναικών στρατός ή πόλις ή έθνος συσταίη άν ποτέ χωρίς ανδρών:... Τήν δέ Θεμίσκυραν και τά περίτόν Θερμώδοντα πεδία άπαντες Αμαζόνων καλούσι, και φάσιν έξελαθήναι αύτάς ένθένδε. Οπου δέ νύν εισιν, ολίγον τε και άναποδείκτως και άπίστως αποφαίνονται » { Στρ. 540 }.

Πολλοί ανθρωπολόγοι δέν παραδέχονται στην εποχή μας ότι υπήρχε τέτοιο στάδιο στην κοινωνική εξέλιξη, κατά τό όποιο οί γυναίκες ασκούσαν τόν κοινωνικό έλεγχο, Ο Μπαχόφεν ήταν αυτός πού υποστήριξε ότι:

« H μητριαρχία δέν περιλάμβανε μόνο τη μεταβίβαση της ιδιότητας τού μέλους της ομάδας, κατά μητρική γραμμή, αλλ' επίσης και ότι ή μητέρα, όχι ό πατέρας, κυβερνούσε τήν οικογένεια· οί γυναίκες, όχι οί άνδρες, είχαν τόν έλεγχο της διοίκησης της ομάδας μία θηλυκή θεότητα υπερτερούσε, ή Σελήνη, καί όχι ό άρρην Ήλιος» { Social Organization, σελ.262 }.

Ο Π. Κανελλόπουλος σε σχετικό άρθρο του { Μητριαρχία, Εγκυκλ.Λεξικό Ελευθερουδάκη, τ. 9, σελ.414 }, γράφει σχετικά γιά τό θέμα:
« Βασισθείς κυρίως έπί τών αρχαίων συγγραφέων { ό Μπαχόφεν } θεώρησε τήν μητριαρχία ώς φαινόμενον χαρακτηριζον ολόκληρον τήν περίοδον της άνθρωπότητος. Ή γένεσις αυτού δέν οφείλεται εις οίκονομικάς συνθήκας αλλ' είς ίδιαιτέραν διάθεσιν της ψυχής, ή οποία έξεδηλώθη πρωτίστως διά της τάσεως προς ισότητα και έλευθερίαν. Ή μητριαρχία έγεννήθη τό πρώτον ώς άντίδρασις κατά της πρωτογόνου έλευθερομειξίας, του « ακανόνιστου έταιρισμού » ώς λέγει ό Μπαχόφεν. 'Απροστάτευτος ούσα κατ' αρχάς και παραδεδομένη είς τάς γενετησίους καταχρήσεις τού ανδρός, ήσθάνθη ή γυνή τήν ανάγκην, όπως άντιταχθή εις τό κράτος από τις συνθήκες της ζωής ».

Δέν ήταν φαινόμενο πού παρουσιάστηκε μετά από τήν ήττα μιας ομάδας, ούτε σκόπευε σέ κάτι τέτοιο. Τό ίδιο ξεκίνημα είχε και ή πατριαρχία, αλλά μόνο ξεκίνημα. Ή έξέλίξή της ήταν μιά συνειδητή εξάπλωση της αντρικής δύναμης, πού έφτασε στην καταπίεση. Και παρά τήν έντονη κοινωνική αναμέτρηση πού διακρίνουμε στους πρωτο-ίστορικούς και ιστορικούς χρόνους, δέν παρατηρούμε κάτι παρόμοιο στους προϊστορικούς. Και τά στοιχεία δέν λείπουν βέβαια. Εναντίον της μητριαρχία πολλοί καταφέρονται, μεταξύ τών οποίων και ό Α. Ελευθερόπουλος. { Ο κοινωνικός βίος τών ανθρώπων αρχή, εξέλιξη και φύση }, αλλά οί περισσότεροι, στηρίζονται σέ θέσεις καθαρά άντιεπιστημονικές και ο Μπαχόφεν και ό Μόργκαν είχαν δίκιο. Ή διένεξη βέβαια συνεχίστηκε και μόνο ό Εγκελς έδωσε τή σωστή λύση εξηγώντας τά φαινόμενα κάτω από οικονομική σκοπιά. Εδώ φτάνουμε στό τέλος της μελέτης αυτής. Θά τήν κλείσουμε, τονίζοντας και πάλι ότι ό μύθος τών Αμαζόνων είναι ή προέκταση και ή διαιώνιση τών κοινωνικών αναστατώσεων πού έλαβαν χώρα στις προκεχωρημένες χρονολογίες. Είναι θέμα προτίμησης, τό νά εξηγήσει κάποιος τό μύθο σάν απεικόνιση τών φυσικών δυνάμεων ή σάν μιά ανάμνηση τών κοινωνικών αλλαγών του παρελθόντος. Εάν μέ διάθεση κριτική εξετάσουμε τή βαθύτερη ουσία τών περισσότερων μύθων, θά βρούμε στή βάση τους τήν παρουσία της σύγκρουσης, της των ανδρών και όπως έπιβάλη τήν αύστηράν εν τη ζωή πειθαρχίαν. Χαρακτηριστική της τάσεως ταύτης ειναι ή λατρεία της Δήμητρος. Ο δέ θεσμός των Αμαζόνων υπήρξεν όμαδικόν φαινόμενον και δή φαινόμενον προηγηθέν του κανονικού μητρικού δικαίου, άντίδρασις τών γυναικών ολοκλήρου λαού όπως άντιμετωπίσωσι τον άνδρα πολεμικώς οργανωμένοι. Το μητρικόν δίκαιον ενεφανίσθη άργότερον ώς τό καθεστώς, υπό τό οποίον παρεμερίσθη ή υπερβολή τού θεσμού τών Αμαζόνων, διατηρηθείσης απλώς της αρχής, εφ' ής ό θεσμός ούτος έβασίσθη. Εδώ όμως σημειώνεται ένα βασικό λάθος.

Ή μητριαρχία χαρακτηρίζεται σάν μιά από κοινού αντιμετώπιση, συνειδητή και οργανωμένη, του γυναικίου φύλου. Αν αυτό τό σημείο τό φτάσουμε στα άκρα έχουμε νά κάνουμε μέ αγώνες κοινωνικής μορφής. Αυτό όμως δέν έγινε έτσι όπως θέλουν νά τό παρουσιάσουν όσοι τοποθετούν τήν υπόθεση στό στάδιο τών κοινωνικών αγώνων. Γιατί δεν ήσαν αγώνες αν και είχαν κοινωνικό περιεχόμενο. Ή μητριαρχία δεν επιβλήθηκε ούτε μέ τά όπλα, ούτε ποτέ θέλησαν οί γυναίκες νά αντιτάξουν ένοπλη αντίσταση στό ανδρικό φύλο. Ή μητριαρχία δημιουργήθηκε καί, μέσα από πρίσμα πολιτικό, προσπαθούν νά καταρρίψουν τήν ιδέα της ύπαρξης τού μητριαρχικού σταδίου. Αλλά ο Παν. Λεκατσάς σέ πολλά του έργα έχει αποδείξει ότι του πατριαρχικού σταδίου προηγήθηκε τό μητριαρχικό. Ορισμένοι δέν δίστασαν νά αποκαλέσουν τό στάδιο της μητριαρχίας σάν στάδιο γυναικοκρατίας, αλλά ή χρήση του όρου αυτού δέν είναι σωστή: ό όρος αποδόθηκε αβίαστα. Παρά τό γεγονός όμως αυτό, ή νεότερη επιστήμη απέδειξε ότι αλλαγής, της ανταγωνιστικότητας καί της κοινωνικής πάλης.

H μυθολογική παράδοση της γενεαλογίας του Έλληνα

Εκ των Ησιόδειων έργων «Θεογονία» [σ. 116 - 514] & «Έργα και Ήμερες» [σ. 44 – 105] γνωρίζουμε ότι : ο Τιτάνας Ιαπετός, ο αδελφός του Ωκεανού, είναι υιός του Ουρανού και ης Γαίας. Ο Ιαπετός έσμιξε με την «καλλίσφυρον» Ωκεανίδα Κλυμένη, ή με την Τιτανίδα Θέμιδα, και γεννήθηκε ο «ποικίλος αἰολόμητις» Τιτάνας Προμηθέας, ο Τιτάνας Επιμηθέας, ο Τιτάνας Άτλαντας κλπ. Ο Τιτάνας Άτλαντας – στο όρος Κυλλήνη της Αρκαδίας – έσμιξε με την Ωκεανίδα Πλειόνη ή Πληιόνη ή Αίθρα, την κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος, και γεννήθηκαν οι επτά Πλειάδες : η Μαία, η Ταϋγέτη, η Ηλέκτρα, η Στερόπη (ή Αστερόπη), η Κελαινώ, η Αλκυόνη και η Μερόπη. Ο Τιτάνας Επιμηθέας έσμιξε με την Πανδώρα, την εκ γαίας και ύδατος πλασμένη από τον Ήφαιστο κατ’ εντολή του Διός, και γεννήθηκε η θνητή Πύρρα. Ο Τιτάνας Προμηθέας έσμιξε με την Πλειάδα Κελαινώ [=μέλαινα] και γεννήθηκε ο Δευκαλίωνας. Ο Δίας ή ο Δευκαλίωνας έσμιξε με την Πύρρα και γεννήθηκε ο Έλλην – «γίνονται δὲ ἐκ Πύρρας Δευκαλίωνι παῖδες Ἕλλην μὲν πρῶτος, ὃν ἐκ Διὸς γεγεννῆσθαι <ἔνιοι> λέγουσι» κατά τον Απολλόδωρο τον Αθηναίο [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, τόμος Α’, 1.4].


<τετυγμένα> = κατεσκευασμένα. <τέτυκται> = γεγένηται. (βλ. Λεξικό Γρηγόριου Ναζιανζού).


<τετυγμένα> = σύνθετα, πεποιημένα. πεφροντισμένα. (βλ. Λεξικό Ησύχιου).


Το αυτό γεγονός, η γένεση του Έλληνα, μυθολογικά έλαβε χώρα, όπως μας λέγει ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, τόμος Α΄, 1.47. 1 - 4], μετά την καταστροφή του χάλκινου γένους και ταυτόχρονα με την ακολουθούμενη εκ του Διός δημιουργία του ιερού γένους των Ηρώων (που διήρκεσε οκτώ γενιές μέχρι τα Τρωικά), άλλωστε όπως λέγει ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, 1.50.1] ο Έλλην «ἀφ᾽ αὑτοῦ τοὺς καλουμένους Γραικοὺς προσηγόρευσεν Ἕλληνας».
Αλλά ας δούμε όλο τον μύθο που παραθέτει ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος [Μυθολογική Βιβλιοθήκη, Τόμος Α’, 1.47.1 - 1.50.13] : «Επειδή ο Ζεύς θέλησε να εξαφανίσει το χάλκινο γένος, ο Δευκαλίωνας κατά προτροπή του Προμηθέα έφτιαξε μια λάρνακα και, αφού έβαλε μέσα τα αναγκαία, μπήκε κι αυτός μαζί με την Πύρα. Ο Ζευς έριξε έχυσε από τον ουρανό πολύ υετό πλημυρίζοντας τα περισσότερα μέρη της Ελλάδος, έτσι ώστε διεφθάρησαν [πέθαναν] όλοι οι άνθρωποι, εκτός από λίγους, οι οποίοι κατέφυγαν στα κοντινά υψηλά όρη. Τότε χωρίστηκαν και τα όρη της Θεσσαλίας και πλημμύρισαν όλες οι περιοχές έξω από τον Ισθμό και την Πελοπόννησο. Ο Δευκαλίωνας όμως μέσα στην λάρνακα, παρασυρόμενος στην θάλασσα για εννέα ημέρες και νύκτες, έπιασε στον Παρνασσό κι εκεί, όταν σταμάτησε ο όμβρος, βγήκαν έξω και πρόσφεραν θυσία στον Φύξιο Ζευς. Ο Ζεύς, στέλνοντας του τον Ερμή, τον προέτρεψε να διαλέξει ότι θέλει. Κι αυτός διάλεξε να του γεννήσει ανθρώπους. Όπως του είπε λοιπόν ο Ζευς, έπαιρνε λίθους και τους πετούσε πάνω από το κεφάλι του. Όσοι πέταξε ο Δευκαλίωνας έγιναν άνδρες, όσοι έταξε η Πύρρα γυναίκες. Για αυτό και ονομάστηκαν λαοί μεταφορικά, από το λάας που είναι ο λίθος. Ο Δευκαλίωνας απέκτησε από την Πύρρα δυο υιούς, πρώτο τον Έλληνα, που όπως λένε κάποιοι, γεννήθηκε από τον Δία και δεύτερο τον Αμφικτύονα, που έγινε βασιλιάς στην Αττική μετά τον Κραναό, και μία θυγατέρα, την Πρωτογένεια, που από τον Δία γέννησε τον Αέθλιο. Από τον Έλληνα και τη νύμφη Ορσηίδα γεννήθηκαν ο Δώρος, ο Ξούθος και ο Αίολος. Αυτός ονόμασε Έλληνες τους λεγόμενους Γραικούς και μοίρασε τη χώρα τα παιδιά του. Ο Ξούθος, που πήρε την Πελοπόννησο, απέκτησε από την Κρέουσα, κόρη του Ερεχθέα, τον Αχαιό και τον Ίωνα, από τους οποίους ονομάστηκαν οι Αχαιοί και οι Ίωνες. Ο Δώρος έλαβε την περιοχή πέρα από την Πελοπόννησο και ονόμασε τους κατοίκους της με το όνομά του Δωριείς. Ο Αίολος, ως βασιλέας στην περιοχή της Θεσσαλίας, ονόμασε του κατοίκους της Αιολείς, παντρεύτηκε την Εναρέτη, κόρη του Δηίμαχου, και απέκτησε επτά γιούς, τον Κρηθέα, τον Σίσυφο, τον Αθάμαντα, τον Σαλμωνέα, τον Δηιόνα, τον Μάγνητα και τον Περιήρη, και πέντε κόρες, την Κανάκη, την Αλκυόνη, την Πεισιδίκη, την Καλύκη και την Περιμήδη - ἐπεὶ δὲ ἀφανίσαι Ζεὺς τὸ χαλκοῦν ἠθέλησε γένος, ὑποθεμένου Προμηθέως Δευκαλίων τεκτηνάμενος λάρνακα, καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐνθέμενος, εἰς ταύτην μετὰ Πύρρας εἰσέβη. Ζεὺς δὲ πολὺν ὑετὸν ἀπ᾽ οὐρανοῦ χέας τὰ πλεῖστα μέρη τῆς Ἑλλάδος κατέκλυσεν, ὥστε διαφθαρῆναι πάντας ἀνθρώπους, ὀλίγων χωρὶς οἳ συνέφυγον εἰς τὰ πλησίον ὑψηλὰ ὄρη. τότε δὲ καὶ τὰ κατὰ Θεσσαλίαν ὄρη διέστη, καὶ τὰ ἐκτὸς Ἰσθμοῦ καὶ Πελοποννήσου συνεχύθη πάντα. Δευκαλίων δὲ ἐν τῇ λάρνακι διὰ τῆς θαλάσσης φερόμενος <ἐφ᾽> ἡμέρας ἐννέα καὶ νύκτας <τὰς> ἴσας τῷ Παρνασῷ προσίσχει, κἀκεῖ τῶν ὄμβρων παῦλαν λαβόντων ἐκβὰς θύει Διὶ φυξίῳ. Ζεὺς δὲ πέμψας Ἑρμῆν πρὸς αὐτὸν ἐπέτρεψεν αἱρεῖσθαι ὅ τι βούλεται· ὁ δὲ αἱρεῖται ἀνθρώπους αὐτῷ γενέσθαι. καὶ Διὸς εἰπόντος ὑπὲρ κεφαλῆς ἔβαλλεν αἴρων λίθους, καὶ οὓς μὲν ἔβαλε Δευκαλίων, ἄνδρες ἐγένοντο, οὓς δὲ Πύρρα, γυναῖκες. ὅθεν καὶ λαοὶ μεταφορικῶς ὠνομάσθησαν ἀπὸ τοῦ λᾶας ὁ λίθος. γίνονται δὲ ἐκ Πύρρας Δευκαλίωνι παῖδες Ἕλλην μὲν πρῶτος, ὃν ἐκ Διὸς γεγεννῆσθαι <ἔνιοι> λέγουσι, <δεύτερος δὲ> Ἀμφικτύων ὁ μετὰ Κραναὸν βασιλεύσας τῆς Ἀττικῆς, θυγάτηρ δὲ Πρωτογένεια, ἐξ ἧς καὶ Διὸς Ἀέθλιος. Ἕλληνος δὲ καὶ νύμφης Ὀρσηίδος Δῶρος Ξοῦθος Αἴολος. αὐτὸς μὲν οὖν ἀφ᾽ αὑτοῦ τοὺς καλουμένους Γραικοὺς προσηγόρευσεν Ἕλληνας, τοῖς δὲ παισὶν ἐμέρισε τὴν χώραν· καὶ Ξοῦθος μὲν λαβὼν τὴν Πελοπόννησον ἐκ Κρεούσης τῆς Ἐρεχθέως Ἀχαιὸν ἐγέννησε καὶ Ἴωνα, ἀφ᾽ ὧν Ἀχαιοὶ καὶ Ἴωνες καλοῦνται, Δῶρος δὲ τὴν πέραν χώραν Πελοποννήσου λαβὼν τοὺς κατοίκους ἀφ᾽ ἑαυτοῦ Δωριεῖς ἐκάλεσεν, Αἴολος δὲ βασιλεύων τῶν περὶ τὴν Θεσσαλίαν τόπων τοὺς ἐνοικοῦντας Αἰολεῖς προσηγόρευσε, καὶ γήμας Ἐναρέτην τὴν Δηιμάχου παῖδας μὲν ἐγέννησεν ἑπτά, Κρηθέα Σίσυφον Ἀθάμαντα Σαλμωνέα Δηιόνα Μάγνητα Περι ήρην, θυγατέρας δὲ πέντε, Κανάκην Ἀλκυόνην Πεισι δίκην Καλύκην Περιμήδην».
Ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα, όμως, όπως λέγει ο Νόννος στα «Διονυσιακά, ραψωδία Στ’, σ. 206 – 370», έγινε από τον «ὑέτιο Ζεύς» προς τιμήν του κατακερματισμένου εκ των Τιτάνων πρώτου Διονύσου, του υιού του με την Κόρη Περσεφόνη : του «Ζαγρέος εὐκεράοιο». Αλλά ας δούμε τι λέει ο Νόννος : «Ό πατήρ Ζεύς, τον τεμαχισμό του πρώτου Διονύσου αντιλαμβανόμενος από την αντανάκλαση της μορφής επάνω στο δόλιο κάτοπτρο, καταδίωξε με εκδικητικό πυρσό την μητέρα των Τιτάνων και του ομορφοκέρατου Ζαγρέα τους φονιάδες τους φυλάκισε κλείνοντας την πύλη του Ταρτάρου. ….Τότε ο βροχοφόρος Ζευς έφερε κατακλυσμό σε όλη την γαία, αφού πρώτα γέμισε τον πόλο με πυκνά νέφη. ….Οι υδρορροές που βάσταγαν το ύδωρ του 7-πορου αιθέρος άνοιξαν, καθώς ο Ζευς διέταξε βροχή. Του πολύφλοισβου κόλπου οι χαράδρες μούγκρισαν με ορμητικότερους χείμαρρους. Οι λίμνες, του Ωκεανού, οι αποσπασθέντες θυγατέρες, ξεχείλισαν. Οι κρουνοί εξακόντιζαν στον αέρα του Ωκεανού το επίπεδο ύδωρ, οι βράχοι ψιλόβρεχαν. … Τότε ο Δευκαλίων πέρασε τα υψωμένα ύδατα ναυτίλος άφθαστος στων αιθέρων την ρότα. Μια Λάρνακα ήταν ο στόλος του που έπλεε σε δική της πορεία και μόνη της κινιόταν σαν αυτόματη, διασχίζοντας τα μανιασμένα ύδατα δίχως να βρίσκει λιμάνι. - Ζεὺς δὲ πατήρ, προτέροιο δαϊζομένου Διονύσου γινώσκων σκιόεντα τύπον δολίοιο κατόπτρου, μητέρα Τιτήνων ἐλάσας ποινήτορι πυρσῷ Ζαγρέος εὐκεράοιο κατεκλήισε φονῆας Ταρταρίῳ πυλεῶνι· καὶ αἰθομένων ἀπὸ δένδρων θερμὰ βαρυνομένης ἐμαραίνετο βόστρυχα γαίης. …καὶ τότε γαῖαν ἅπασαν ἐπέκλυσεν ὑέτιος Ζεὺς πυκνώσας νεφέεσσιν ὅλον πόλον,… ἑπταπόρου δὲ αἰθέρος ὑδατόεντες ἀνωίχθησαν ὀχῆες Ζηνὸς ἐπομβρήσαντος· ἐριφλοίσβοιο δὲ κόλπου κρουνοῖς πλειοτέροισιν ἐμυκήσαντο χαράδραι, ὑδρηλαὶ δὲ θύγατρες ἀποσπάδες Ὠκεανοῖο λίμναι ἐκουφίζοντο, καὶ ἠέρι νέρτερον ὕδωρ κρουνοὶ ἀκοντιστῆρες ἀνέβλυον † Ὠκεανοῖο καὶ σκοπιαὶ ῥαθάμιζον,… καὶ τότε Δευκαλίων περόων ὑψούμενον ὕδωρ ναυτίλος ἦν ἀκίχητος, ἔχων πλόον ἠεροφοίτην, καὶ στόλος αὐτοκέλευθος ἄτερ ποδός, ἄμμορος ὅρμου, λάρνακος αὐτοπόροιο κατέγραφε δύσνιφον ὕδωρ».

Ο Ιαπετός, όπως λέγει ο Πρόκλος, στο «Υπόμνημα εις τα Ησιόδου Έργα και Ημέρες, 50», είναι νοητικός θεός, αίτιος πάσης της ιπτάμενης και ταχύτατης κίνησης του ουρανού. «παρὰ τὸ ἴεσθαι καὶ πέτεσθαι», δηλαδή από το ρήμα ορμώ και πετάω.

Όπως εξηγεί ο Πρόκλος, στο «Υπόμνημα εις τα Ησιόδου Έργα και Ημέρες, 383 – 387», ο Άτλαντας σηκώνει τον ουρανό και ο ίδιος με μια συνοχή στηρίζει τους κίονες “που χωρίζουν την γαία και τον ουρανό”, καθώς έχει λάβει δυνάμεις που διαχωρίζουν τον ουρανό και την γη, δυνάμεις λόγω των οποίων ο ουρανός μένει χωριστός από την γαία και περιστρέφεται στον παντοτινό χρόνο γύρω από την γαία, ενώ αυτή μένει σταθερή στο κέντρο και γεννά μητρικά όλα όσα γεννά πατρικά ο ουρανός. Γιατί αυτές τις δυνάμεις, οι οποίες διατηρούν απαρέγκλιτα τη διάκριση μεταξύ των δυο, τις αποκάλεσε «κίονες, που χωρίζουν γαία και ουρανό». Αυτό σημαίνει ότι ο ουρανός και η γαία μένουν αιώνια χωριστά το ένα από το άλλο και δεν αναμειγνύονται μεταξύ τους ποτέ. Ως τέκνα του Άτλαντα αναφέρονται οι Πλειάδες, που είναι επτά : η Μαία, η Ταϋγέτη, η Ηλέκτρα, η Στερόπη – Αστερόπη, η Κελαινώ, η Αλκυόνη και η Μερόπη. Όλες αυτές είναι δυνάμεις αρχαγγελικές, οι οποίες επιβαίνουν στους αρχαγγέλους των επτά σφαιρών, η Κελαινώ της σφαίρας του Κρόνου, η Στερόπη – Αστερόπη της σφαίρας του Δία, η Μερόπη της σφαίρας του Άρη, η Ηλέκτρα της σφαίρας του Ήλιου, η Αλκυόνη της σφαίρας της Αφροδίτης, η Μαία της σφαίρας του Ερμή και η Ταϋγέτη της σφαίρας της Σελήνης. Αυτή η ενιαία σύνταξη των επτά σφαιρών έχει τοποθετηθεί μέσα στους απλανείς ως «ἄγαλμα ἐνουράνιον» το οποίο ονομάζουμε Πλειάδα και είναι άστρο εμφανές. Το άστρο αυτό είναι «κατεστηριγμένον» εντός του αστερισμού του Ταύρου και κατά τις ανατολές και τις δύσεις του προκαλεί πάμπολλη μεταβολή στην ατμόσφαιρα.

Το Χάλκινο γένος, που είναι το τρίτο στην σειρά, αναλογεί, μας λέγει ο Πρόκλος στο «Εις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα, τόμος Β’ [συνέχεια], 76. 10 – 16», στην άλογη και φανταστική ύπαρξη, διότι και η φανταστική εντύπωση είναι νους που μορφοποιεί, όχι όμως καθαρός, όπως ακριβώς και ο χαλκός που δίνει την εντύπωση πως έχει το χρώμα του χρυσού, περιέχει όμως άφθονο το γήινο στοιχείο, παρόμοιο και συγγενικό προς τα στερεά και αισθητά. Το χάλκινο γένος, και για τον Ησίοδο εξάλλου, σταθεροποιεί το οικείο του είδους ζωής ακριβώς στη σύμφωνη με τον Λόγο ενέργεια και μόνο, την οποία δηλώνει συμβολικά ο χαλκός, κατά τον ποιητή, ο οποίος λέγει ότι εκείνοι που τοποθετήθηκαν στο γένος τούτο από τον Δία πραγματοποιούν όλες τις τεχνικές τους δραστηριότητες και όλες τις πολεμικές τους ενέργειες χρησιμοποιώντας τον χαλκό.

Το γένος των ημιθέων, μας λέγει ο Πρόκλος στο «Εις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα, τόμος Β’ [συνέχεια], 76.23 – 77.4», που είναι το τέταρτο στην σειρά, στρέφει τον Λόγο συνολικά προς την κατ’ ενέργεια [πρακτική] ζωή, ενώ λαμβάνει επίσης λόγω του πάθους, και κάποια άλογη κίνηση και ορμή κατά τις πράξεις, επιδιδόμενο έτσι σε αυτές με περισσότερη προθυμία. Για αυτό επομένως και ο ποιητής δεν παραχώρησε στο γένος τούτο κάποιο ιδιαίτερο μέταλλο με τη σκέψη ότι έχει τους χαρακτήρες του πριν και του μετά από αυτό γένους, όντας πραγματικά γένος ημιθέων, διότι με τον Λόγο, στον οποίο έλαχε θεϊκή ουσία, συνέμειξε την θνητή ζωή του πάθους. Τη μεγαλοπρέπεια και την επιτυχία που έχει το γένος τούτο στα έργα του την προσφέρει ο Λόγος, ενώ την ενεργητική η παθητική δράση μέσω της ταύτισης ή της αντίθεσης των αισθημάτων του την προσδίδει το πάθος στη συνύφανση του με τον Λόγο.

Οι Έλληνες δεν ήταν ειδωλολάτρες αλλά ιδεολάτρες!

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, στο «Μετά τα Φυσικά, 1049a.26, 1029a.20, 1036a.23», η αρχική κοσμική ύλη είναι αγέννητος, άφθαρτος, αόριστος, άγνωστος καθ’ αυτήν, νεκρά, άμορφος και έξωθεν κινούμενη. Τα τέσσερα αρχικά κοσμικά στοιχεία των φιλοσόφων της κοσμολογικής περιόδου, και δη του Εμπεδοκλέους, είναι οι εκδηλώσεις της αρχικής κοσμικής ουσίας.


Συμφώνως με τον Αριστοτέλη, στο «Φυσικά, 192a.16, 192b.18», «Μετά τα Φυσικά, 1072b.3», η σκόπιμος κίνηση προκαλεί μορφοπλασματική ενέργεια, δια της οποίας η κοσμική ύλη μεταβαίνει εκ της δυνατότητας «δυνάμει» εις την πραγματικότητα «ενέργεια», δια της οποίας λαμβάνουνε υπόσταση τα πράγματα δια της επί της ύλης κυριαρχίας του Είδους (Ιδέα), όπερ αποτελεί την έννοια, την ουσία, τον τελικό σκοπό και την δύναμη, ήτις πραγματοποιεί τον σκοπό αυτόν.


Στην Γη κυριαρχεί δύναμη δημιουργός των τελικών μορφών της ύλης, η Εντελέχεια (βλ. Αριστοτέλης «Μετά τα Φυσικά, 1092a.3, 1050a.22»), η οποία εξωτερικώς εκδηλώνεται κατά την σχέση των συστατικών στοιχείων προς άλληλα και εσωτερικώς ως ψυχή των έμβιων όντων. Θρεπτική εις τα φυτά, αισθητική και κινητική στα ζώα και νοητική στον άνθρωπο, στον οποίο αθάνατος και θείος είναι ο ποιητικός νους, όστις προέρχεται, ως θείον δώρο, έξωθεν (θύραθεν) και είναι αληθώς θείος : είναι το καθαρό Λογικό, ο Νους. Ο θείος ούτος ξένος παρέχεται αφ’ εαυτού στον άνθρωπο, κατά την διάρκεια της ζωής και όταν το σώμα διαλύεται μετά την κυρίως ειπείν ζωή επιστρέφει προς τον καθολικό Νου, όστις είναι ο θεός και εν τω οποίο απορροφάται, κατά τον Αριστοτέλη στο «Περί ψυχής, 430a.17», «Περί γενέσεως και φθοράς, 736b.27»!


Εν τη λειτουργία του σύμπαντος σκοπός της κοσμικής ύλης είναι το Είδος και του σώματος η ψυχή, ήτις είναι εντελέχεια η πρώτη σώματος φυσικού δυνάμει ζωή έχοντος.


Ο Κόσμος είναι ενιαίο και καλώς διατεταγμένο σύνολο και μεταβαίνει ολονέν σε ανώτερα στάδια εξέλιξης. Η προϊούσα αυτή εξέλιξη αποτελεί τον σκοπό της φύσεως, στον οποίο υπηρετούν όλοι οι επιμέρους σκοποί, διότι έκαστον ον δεν είναι μόνον σκοπός εαυτού, αλλά και μέσο προς πραγματοποίηση ανώτερων σκοπών, επί των οποίων πάλι στηρίζονται άλλοι έτι υψηλότεροι, ούτως ώστε πάντες συνεργάζονται προς πραγματοποίηση του ενός μεγάλου σκοπού, όστις είναι ο Κόσμος ως όλον. Ούτω ολόκληρο το σύμπαν αποτελεί ιεραρχία σκοπών, εν τη οποία τόσο και επί μέρους όσον και το όλον τελεί εις διαρκεί εξέλιξη προς αεί ανώτερους σκοπούς.


Αλλά ποιος είναι ο ύψιστος και έσχατος σκοπός, προς τον οποίον κατατείνει ο Κόσμος ;;


Τούτο μανθάνουμε, λέγει ο Αριστοτέλης, εάν εξετάσουμε την σχέση Είδους και Ύλης κατά τα διάφορα στάδια της προς ανώτερους σκοπούς εξελίξεως.


Η ύλη υποχωρεί ολονέν περισσότερο όσο ανώτεροι είναι οι εκάστοτε πραγματοποιούμενες μορφές!


Συμβαίνει ότι και περί το έργο του καλλιτέχνη. Η ύλη από την οποία πλάττει τον ανδριάντα ή το άγαλμα, υποχωρεί αναλόγως προς το βαθμό της εμφανίσεως της μορφής/είδους/ιδέας, έως ότου δεν βλέπουμε πλέον εν τω μάρμαρο την ύλη, αλλά το καθαρό Είδος/Ιδέα/Μορφή!!

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Ατλαντίς η Θρυλική ήπειρος

Tοποθετουμένη δυτικώς του γνωστού κατά την αρχαιότητα κόσμου ηταν η Ατλαντίς η Θρυλική ήπειρος . Περί αυτής πρώτος κάνει λόγον ο Πλάτων εις τους διαλόγους του Κριτίας και Τίμαιος, Εις τον «Τίμαιον» εν πρόσωπον του διαλόγου, ο Κριτίας, αναφέρει διήγησιν του 90ετούς παππού του, την οποίαν είχεν ακούσει από τον Σόλωνα όταν ούτος, επέστρεψεν από την Αίγυττον. Κατά την διήγησιν αυτήν ο Σόλων επισκεφθείς την Σαίδα της Αιγύτττου, εγνωρίσθη εκεί με σοφούς Αιγυπτίους ιερείς, εις των οποίων αφου του παρετήρησε ότι οι Αθηναίοι δεν γνωρίζουν τήν ιστορία των διότι είναι νέος λαός επειδή οι παλαιότεροι, οι προγόνοι των, εξηφανίσθησαν από τον επισυμβάντα κατακλυσμόν, του αφηγήθη ότι προ εννέα χιλιάδων ετών οι Αθηναίοι υπέστησαν επιδρομήν των Ατλάντων, τους οποίους κατώρθωσαν διά της παραδειγματικής των ανδρείας να εκδιώξουν αποδώσαντες την ελευθερίαν και εις τας λοιπάς ελληνικάς πόλεις που είχον εκείνοι καταλάβει.

Κατά την αυτήν παράδοσιν οι Άτλαντες ωρμήθησαν από μεγίστην νήσον κειμένην έξω των Ηρακλείων Στηλών, καλουμένην Ατλαντίδα, η οποία κατόπιν ενός ισχυρότατου σεισμού μετά καταρρακτώδους βροχής και κατακλυσμού κατεβυθίσθη μεθ' απάντων των κατοίκων της, η δε θάλασσα οπού εκείτο δεν διαπλέεται έκτοτε από τους θαλασσοπόρους, διότι έχει σημεία αβαθή και λασπώδη πού είναι υπολείμματα της καταβυθισθείσης νήσου. Αλλ' ο Αιγύπτιος ιερεύς είπε προς τούτοις εις τον Σόλωνα ότι «οι αρχαίοι Αθηναίοι ηδυνήθησαν να πραγματοποιήσουν τα μεγάλα αυτά και θαυμαστά έργα διότι εγεννήθησαν και ανετράφησαν υπό των θεών χίλια έτη προ ημών εννοεί των Αιγυπτίων — η θεά Αθήνα εις την οποίαν έλαχεν η χώρα υμών — εννοεί τας Αθήνας — όταν οι θεοί διεμοίρασαν την γήν, εξέλεξε τον τόπον σήμερον ζήτε, λαβούσα δε το σπέρμα εκ του Ηφαίστου από την γήν ανίδρυσε την πόλιν υμών — τας Αθήνας — έθρεψε και εξεπαίδευσεν υμάς. Επειδή δε η θεά ήτο φιλόσοφος και φιλοπόλεμος, εξέλεξε τον τόπον υμών, διότι εγνώριζεν ότι η ευκρασία των εποχών της χώρας σας θα έκαμνεν άνδρας νοημονεστάτους και ανδρείους»


Τι λέει για την Ατλαντίδα ο Πλάτων στον «Τίμαιο»:




...Εκεί λοιπόν (στην Αίγυπτο) όταν επήγαν ο Σόλων, καθώς είπεν ετιμήθη με εξαιρετικάς τιμάς από τους κατοίκους και ζητών πληροφορίας διά την παλαιάν ιστορίαν της χώρας από τους ιερείς εκείνους που την εγνώριζον πολύ καλά, ανεκάλυψεν ότι ούτε αυτός ο ίδιος ούτε άλλος κανείς Έλλην εγνώριζε τίποτε σχεδόν διά τα παλαιά.
Και όταν κάποτε ηθέλησε να τους παρασύρη εις συζήτησιν διά τα παλαιά ήρχισε να τους λέγη διά τα αρχαιοτάτας παραδόσεις των Αθηνών, διά τον Φορωνέα, ο οποίος εθεωρήθη ως ο πρώτος άνθρωπος, και διά την Νιόβην, διηγήθη επίσης διά τον Δευκαλίωνα και την Πύρραν πως διεβίωσαν μετά τον κατακλυσμόν και διά τους απογόνους των και προσεπάθησε να καθορίση πόσα έτη παρήλθον από όσα έλεγε και να χρονολογήσει.
Κάποιος από τους ιερείς πολύ ηλικιωμένος του είπε τότε: «Σόλων, Σόλων, σεις οι Έλληνες είσθε αιωνίως παιδιά, κανείς Έλλην δεν είναι γέρων». Ο Σόλων άμα ήκουσε αυτά, του είπε: «Πώς γίνεται αυτό, τί εννοείς με αυτά που λέγεις;». Και εκείνος απήντησεν: Όλοι είσθε νέοι κατά την ψυχήν, διότι δεν έχετε μέσα εις την ψυχήν σας καμίαν παλαιάν γνώσιν διά την αρχαίαν παράδοσιν, ούτε και κανένα μάθημα παλαιόν από την πολυκαιρίαν. Αιτία αυτού του φαινομένου είναι η εξής: Πολλαί καταστροφαί ανθρώπων έχουν γίνει και θα γίνουν από πολλά αίτια, οι πλέον μεγαλύτεραι από πυρκαγιάς και κατακλυσμούς και αι μικρότεραι από αμέτρητα άλλα αίτια. Π.χ. η παράδοσις που επικρατεί εις την χώραν σας, ότι δηλαδή κάποτε ο Φαέθων o υιός του Ηλίου, αφού έζευξε το άρμα του πατρός του, επειδή δεν είχε την ικανότητα να ακολουθήση τον ίδιον με τον πατέρα τον δρόμον και τα επί γης επυρπόλησε και αυτός κτυπηθείς από κεραυνόν εφονεύθη, αυτό λέγεται ως μύθος, ενώ η πραγματικότης είναι η «παράλλαξις» των πέριξ της γης περιφερομένων ουρανίων σωμάτων και η καταστροφή από το άφθονον πυρ κατά μακροχρόνια διαστήματα των επί της γης ευρισκομένων όντων. Τότε λοιπόν όσοι κατοικούν εις τα όρη και εις υψηλούς και εις ξηρούς τόπους καταστρέφονται περισσότερον από εκείνους που κατοικούν πλησίον των ποταμών και της Θαλάσσης.
Εις την χώραν μας όμως ο Νείλος, ο οποίος και κατά τα άλλα είναι σωτήρ μας, μας σώζει και εις τοιαύτας περιπτώσεις αμηχανίας υπερεκχειλίζων. Όταν εξάλλου οι Θεοί, καθαρίζοντες την γην, την καταπλημμυρίζουν με νερά, όσοι ευρίσκονται εις τα όρη σώζονται, όπως π.χ. οι βουκόλοι και οι βοσκοί, όσοι όμως κατοικούν εις τας πόλεις σας παρασύρονται από τους ποταμούς εις την Θάλασσαν. Εις την χώραν μας όμως εδώ ούτε τότε ούτε άλλοτε πίπτει εκ των άνω νερό επάνω εις την γην, αλλά αντιθέτως φυσικότατα αναδύεται εκ των κάτω προς τα άνω. Εξ' αιτίας αυτών λοιπόν των αιτιών αι παραδόσεις της χώρας μας λέγεται ότι είναι παλαιόταται. Η αλήθεια όμως είναι ότι εις όλα τα μέρη, όπου ο χειμών ή η ζέστη δεν είναι υπερβολικά, υπάρχει πάντοτε το γένος των ανθρώπων, άλλοτε πολυάριθμον και άλλοτε ολιγάριθμον. Όσα ωραία ή μεγάλα ή καθ' οιονδήποτε τρόπον αξιόλογα έχουν γίνει εις την χώραν σας ή εις την ιδικήν μας ή εις άλλον τόπον από όσους γνωρίζομεν εξ ακοής, όλα αυτά είναι από παλαιούς χρόνους γραμμένα εδώ εις τους ναούς μας και έχουν διασωθή.
Εις την χώραν σας όμως καθώς και εις άλλας χώρας, όσα κάθε φορά έχουν διοργανωθή ώστε να είναι κατάλληλα διά τα γράμματα και διά τα άλλα όσα είναι αναγκαία εις τας πόλεις, έρχεται κατά καΘωρισμένα χρονικά διαστήματα σαν φοβερά ασθένεια εναντίον τους ρεύμα από τον ουρανόν και αφήνει ζωντανούς μόνον τους αγραμμάτους και αμορφώτους από σας, ώστε γίνεσθε εξ αρχής πάλιν σαν νέοι, χωρίς να γνωρίζετε τίποτε από τα παλαιά που τυχόν έγιναν είτε εις την ιδικήν μας είτε εις την ιδικήν σας χώραν. Όσαν λοιπόν είπες προηγουμένως, Σόλων, διά τας ιδικάς σας παραδόσεις περί γενεαλογιών, ελάχιστα διαφέρουν από παιδικά παραμύθια, διότι σεις ενθυμείσθε μόνον ένα κατακλυσμόν της γης μολονότι προηγουμένως έχουν γίνει πολλοί, κατόπιν δε γνωρίζετε ότι εις την χώραν σας έζησε το πλέον ωραιότερον και το πλέον καλύτερον ανθρώπινον γένος, από το οποίον κατάγεσαι και εσύ και οι συμπολίται σου, διότι τέλος πάντων διεσώθη ολίγον σπέρμα, Εσείς όμως το εξεχάσατε, διότι και οι απόγονοι των διασωθέντων επί πολλάς γενεάς απέθνησκον χωρίς να γνωρίζουν να γράφουν.
Διότι κάποτε Σόλων, πριν από τον μεγάλον κατακλυσμόν, η σημερινή πόλις των Αθηναίων υπήρξεν αρίστη εις τον πόλεμον και γενικώς εις την διακυβέρνησίν της ήτο τελεία. Εις την πόλιν εκείνην λέγεται ότι έγιναν κάλλιστα έργα και διεμορφώθησαν τα πλέον άριστα πολιτεύματα από όσα ημείς έχομεν ακούσει ότι υπήρξαν επί της γης". Άμα ήκουσεν αυτά ο Σόλων, όπως μου είπεν, εθαύμασε και έδειξε πολύ μεγάλην προθυμίαν να μάθη περισσότερα, παρακαλών τους ιερείς να του διηγηθούν όλα γενικώς και με κάθε λεπτομέρειαν διά τους αρχαίους συμπολίτας του.
Ο ιερεύς λοιπόν του είπε: "Δεν υπάρχει λόγος να μη το κάμω, Σόλων, αλλά Θα σου τα είπω και προς χάριν σου και χάριν της πόλεώς σας, προ πάντων όμως προς χάριν της θεάς, η οποία και την ιδικήν σας και την ιδικήν μας χώραν επροστάτευσε και ανέθρεψε και εμόρφωσε, την ιδικήν σας χίλια χρόνια πρωτύτερα, αφού επήρε το σπέρμα διά σας από την γην και τον Ήφαιστον και αργότερα την ιδικήν μας. Εις τα ιερά μας βιβλία είναι γραμμένον, ότι η διοργάνωσις πόλεως εδώ έγινε προ οκτώ χιλιάδων ετών. Θα σου διηγηθώ λοιπόν με λίγα λόγια διά τους νόμους που είχαν και διά το πλέον ωραιότερον που έκαμαν οι προ εννέα χιλιάδων ετών συμπολίται σου, άλλοτε, όταν θα έχωμεν ευκαιρίαν, Θα είπωμεν τας λεπτομερείας δι' όλα αυτά αφού θα έχωμεν εμπρός μας τα ίδια τα κείμενα.
Τους νόμους λοιπόν της πόλεως εκείνης εξέτασέ τους εν αντιπαραβολή προς τους εδώ. Διότι θα εύρης εδώ πολλά παραδείγματα των νόμων που υπήρχον τότε εις την πόλιν σας, εν πρώτοις θα ίδης ότι το ιερατικόν γένος είναι τελείως ξεχωριστόν από τα άλλα, ύστερα απ' αυτά και η τάξις των τεχνιτών είναι ξεχωριστά οργανωμένη, διότι εργάζεται απομονωμένη από τας άλλας, χωρίς να αναμειγνύεται με αυτάς, το ίδιον και η τάξις των βοσκών, των κυνηγών και των γεωργών. Ασφαλώς έχεις αντιληφθή ότι και η τάξις των πολεμιστών εδώ είναι ξεχωριστή από τας άλλας και ότι εις αυτούς κατά νόμον δεν επιτρέπεται να ασχολούνται εις τίποτε άλλο εκτός από τον πόλεμον. Θα παρετήρησες εξ' άλλου, ότι ο οπλισμός τους είναι ασπίδες και δόρατα, με τα οποία πρώτοι 'απ' όλους τους Ασιάτας ωπλίσθημεν ημείς, διότι μας τα εδίδαξεν η Θεά, όπως είχε διδάξει και σας πρώτους εις εκείνους τους τόπους. Όσον αφορά την μόρφωσιν, βλέπεις βέβαια πόσην φροντίδα κατέβαλεν εξ αρχής ο νόμος διά την τακτοποίησιν των πάντων μέχρι της μαντικής και της ιατρικής που ασχολείται με την υγείαν, αφού εφήρμοσε τας Θείας αυτάς επιστήμας εις τας ανθρωπίνας ανάγκας και εσυστηματοποίησε όλας τας γνώσεις που προέρχονται από αυτάς.
Η Θεά λοιπόν ίδρυσε πρώτην την ιδικήν σας πόλιν, αφού εφήρμοσεν όλην αυτήν την οργάνωσιν και τακτικήν, εδιάλεξε τον τόπον όπου εγεννήθηκε, αφού επρόσεξε καλά την ευκρασίαν των εποχών του έτους και κατενόησεν, ότι θα αναδείξει ανθρώπους πολύ συνετούς. Εζούσαν λοιπόν εις την πόλιν τους χρησιμοποιούντες τοιούτους νόμους και διοικούμενοι πάρα πολύ καλά και είχον υπερβάλει όλους τους ανθρώπους εις κάθε είδος αρετής, όπως ήτο φυσικόν, αφού ήσαν γέννημα και θρέμμα Θεών. Θαυμάζονται λοιπόν πολλά και μεγάλα έργα της πόλεώς σας γραμμένα εδώ, ένα όμως υπερέχει κατά το μέγεθος και την αρετήν. Λέγουν δηλαδή τα βιβλία μας, πόσην εχθρικήν δύναμιν κατέστρεψε κάποτε η πόλις σας, δύναμιν, η οποία με αλαζονείαν, αφού εξώρμησεν από έξω, από τον Ατλαντικόν ωκεανόν, επήρχετο ταυτοχρόνως κατά της Ευρώπης και της Ασίας. Διότι τότε το εκεί πέλαγος ημπορούσε κανείς να το περάση, επειδή εις την είσοδόν του, την οποίαν σεις ονομάζετε στήλας του Ηρακλέους, είχε μίαν νήσον, η νήσος αυτή ήτο μεγαλύτερα από την Λιβύην και την Ασίαν ηνωμένας και απ' αυτήν εκκινούντες οι τότε άνθρωποι ηδύναντο να αποβιβασθούν εις τας άλλας νήσους και από αυτάς κατόπιν εις ολόκληρον την απέναντι ήπειρον την, ευρισκομένην γύρω από τον αληθινόν εκείνον ωκεανόν. Διότι τα μέρη αυτά που ευρίσκονται εντεύθεν του στομίου που ανεφέραμεν, φαίνονται σαν λιμήν με κάποιαν στενήν είσοδον και η ξηρά που το περικλείει πολύ δικαιολογημένα και αληθώς δύναται να ονομασθή ήπειρος.
Εις την νήσον λοιπόν αυτήν Ατλαντίδα ωργανώθη μεγάλη και αξιοθαύμαστος δύναμις βασιλέων, η οποία εκυριάρχει εις ολόκληρον την νήσον καθώς και εις πολλάς άλλας νήσους και τμήματα της ηπείρου εκτός τούτων οι βασιλείς εκείνοι εξουσίαζον, από τα εντεύθεν του στομίου μέρη, την Λιβύην μέχρι της Αιγύπτου και την Ευρώπην μέχρι της Τυρρηνίας.
Ολόκληρος λοιπόν η δύναμις αυτή, αφού συνεκεντρώθη και ενοποιήθη, επεχείρησε τότε με μίαν εξόρμησίν της να υποδουλώση και τον ιδικόν μας τόπον και τον ιδικόν σας και ολόκληρον τον εντεύθεν του στομίου. Την εποχήν εκείνη, Σόλων η δύναμις της πόλεώς σας ανεδείχθη εξαιρετική μεταξύ όλων των ανθρώπων και εξ' αιτίας της αρετής της και εξ' αιτίας της ανδρείας της. Διότι αφού εξεπέρασεν όλους κατά την . ανδρείαν και τας πολεμικάς τέχνας, είτε αρχηγεύουσα των Ελλήνων είτε και τελείως μόνη της, κατ' ανάγκην, διότι οι άλλοι την εγκατέλειψαν, αφού έφθασεν εις το χείλος της καταστροφής, κατενίκησε τους επιδρομείς, έστησε τρόπαια εναντίον των ημπόδισε να υποδουλωθούν όσοι ακόμη δεν είχον υποδουλωθεί και απελευθέρωσε χωρίς καμία αξίωση, όλους ημάς τους άλλους που είμεθα εντεύθεν των Ηρακλείων στηλών. Μετά παρέλευσιν αρκετού χρόνου όμως έγιναν φοβεροί σεισμοί και κατακλυσμοί και εντός ενός τρομερού ημερονυκτίου ολόκληρος ο στρατός σας ετάφη εις την γην και εξηφανίσθη επίσης βυθισθείσα εις την θάλασσαν η νήσος Ατλαντίς.
Δι' αυτό ακριβώς και τώρα το μέρος εκείνο του ωκεανού είναι αδιάβατον και αδιερεύνητον, διότι εμποδίζει ο πολύ ολίγον υπό την επιφάνειαν της θαλάσσης πηλός, τον οποίον εδημιούργησεν η νήσος, όταν κατεβυθίσθη».

Τι λέει για την Ατλαντίδα ο Πλάτων στον «Κριτία»:

«Όταν οι θεοί διένειμαν μεταξύ των την γήν και ίδρυσαν οι ίδιοι τους Ιερούς των τόπους, τους βωμούς και τους ναούς των, έλαχεν εις τον Ποσειδώνα η Ατλαντίς. Εις αυτήν τότε μετέφερε τους βλαστούς του, πού είχεν αποκτήσει με μίαν θνητήν, και τους εγκατέστησεν ακριβώς εις το μέσον της νήσου. Ήτο δε αυτό μία πεδιάς, η ωραιότερα και η ευφορωτέρα της γης. Πλησίον δε εις την πεδιάδα αυτήν υψώνετο όρος χαμηλόν εις όλα του τα σημεία, και επάνω εις το όρος αυτό έξη εις από τους αυτόχθονας της νήσου, ο όποιος ωνομάζετο Ευήνωρ, με την σύζυγον του, η οποία ελέγετο Λευκίππη. Είχον δε οι δύο μίαν θυγατέρα, την Κλειτώ. Όταν η Κλειτώ έφθασεν εις ώραν γάμου, απέθανον ο πατήρ και η μήτηρ της, ο δε Ποσειδών, ο οποίος την ηγάπησε, συνεδέθη μαζί της. Τότε περιέβαλε τον λόφον επί του οποίου έζη η αγαπημένη του με υδατίνους και γηίνους δακτυλίους διαδεχόμενους αλίλους, εις τρόποι» ώστε κανείς από τους άλλους ανθρώπους να μη είναι δυνατόν να την πλησίαση, διότι τότε ούτε πλοία ούτε ναυτικοί ακόμη υπήρχον. Και αφού ήτο θεός ο Ποσειδών είχε την δύναμιν να καταστήση ωραίον τον τόπον, όπου έζη η Κλειτώ. Δύο πηγαί έδιδον θερμόν και ψυχρόν ύδωρ, πού ανέβρυον από το ίδιον άνοιγμα. Πλήθος καρπών διαφόρων έδιδεν η γη. Και εγέννησεν ο Ποσειδών από την Κλειτώ πέντε ζεύγη διδύμων υιών. Εχώρισε τότε την νήσον ολόκληρον εις δέκα μέοη και έδωσεν εις τον πρωτότοκον από το πρώτον ζεύγος το μέρος όπου έζη η μήτηρ των, η Κλειτώ, με ολόκληρον την περιοχήν του. Και τον κατέστησε βασιλέα επί όλων των άλλων υιών του. Άλλα και εις τον καθένα από αυτούς έδωσεν εξουσίαν επί πολλών άνθρώπων και επί μεγάλης εκτάσεως γης. Τους έδωσεν επίσης ονόματα : Άτλαντα ωνόμασε τον πρώτον και από αυτόν ωνομάσθη Ατλαντίς η νήσος και Ατλαντικόν πέλαγος η θάλασσα.
Έπειτα εκάλεσε το όνομα του δευτέρου Γάδειρον, το οποίον Ελληνιστί λέγεται Εύμηλος. Και τον πρώτον από το δεύτερον ζεύγος Αμφήρη. τον δεύτερον Ευαίμονα. Τον πρώτον από το τρίτον ζεύγος Μνησέα. τον δεύτερον αυτόχθονα τον πρώτον από το τέταρτον ζεύγος Ελάσιππον, τον δεύτερον Μήστορα και τέτατόν πρώτον από το πέμπτον ζεύγος Αζάην και τον δεύτερον Διαπρεπή. Όλοι λοιπόν αυτοί έζησαν εις την νήσον επί παλλάς γενεάς και απέκτησαν τέκνα και τέκνα τέκνων, κατέκτησαν δε και τας γύρω νήσους και αλλάς χώρας παλλάς, μέχρι της Αίγύπτου και της Τυρρηνίας. Επειδή δε η βασιλεία εδίδετο πάντοτε εις τον πρώτον υιόν του εκάστοτε βασιλέως μόνον, έμενε δυνατή και είχεν αποκτήσει τόσον πλούτον, όσον καμμία άλλη βασιλεία δεν είχεν, ούτε πρόκειται εις το μέλλον ν' απόκτηση. Έπειτα και η χώρα είχεν όλα όσα της εχρειάζοντο και εισήγε με τα πλοία της από αλλάς χώρας όσα τυχόν έλειπαν από την ιδικήν των. Αυτά όμως δεν ήσαν πολλά. Διότι η Ατλαντίς ήτο «θεοφιλής και είχεν ό,τι της εχρειάζετο. Τα μεταλλεία της ήσαν πλουσιώτατα εις χρυσόν, εις ορείχαλκον, «τού όποιου ημείς μόνον το όνομα γνωρίζουμεν, εκείνοι όμως το εγνώριζον εις τοπον των και το εξετίμων αμέσως μετά τον χρυσόν» είχον και άργυρον και κασσίτερον Είχον δένδρα μεγάλα και υψηλά και ό,τι ξύλον χρησιμοποιεί ο ξυλουργός και η βλάστησις ήτο τόσο πλούσια, ώστε η χώρα ηδύνατο να θρέψη όλων των ειδών τα ζώα ακόμη και ελέφαντας, που είναι τεράστια ζώα και (χουν ανάγκην πολλής τροφής. Εφύοντο όλα όσα συνηθίσαμεν να ονομάζωμεν λαχανικά και ακόμη και οι απαλοί λεγόμενοι καρποί (στάφυλαι) και οι ξηροί, τους οποίους μεταχειριζόμεθα διά την τροφήν μας και καρπός ξύλινος (πιθανώτατα ο κοκκοφοίνιξ), ο οποίος δίδει ρευστήν και υγράν τροφήν και υλικόν δι' αλοιφάς. Έδιδεν ακόμη η γη των και όλα τα οπωρικά πού συνηθίζομεν να τρώγωμεν ως επιδόρπια και μυρωδικά πολλά και χλόην. Όλα αυτά υπήρχαν εις τον άγιον εκείνον τόπον και δια τούτο ο Άτλας και οι απόγονοι του έκτιζον ναούς και βωμούς και βασιλικά μέγαρα και λιμένας και ναυπηγεία και απεφάσισαν έπειτα να οργανώσουν και το υπόλοιπον μέρος της χώρας, όπου έζων και εβασίλευον οι απόγονοι των άλλων υιών της Κλειτούς. Ήνωσαν λοιπόν πρώτον τα διάφορα τμήματα της ξηράς το οποία περιέβαλλον εν είδει δακτυλίων την πόλιν των με αυτήν και μεταξύ των με γέφυρας Και έκτισαν πρώτον μίαν διώρυγα τριών πλέθρων πλάτους, εκατόν ποδών βάθους και μήκους πενήντα σταδίων από την θάλασσαν έως τον εξωτερικώτερον δακτύλιον και έκαμαν ούτω μιαν είσοδον από τον λιμένα μέχρις αυτού, τόσον πλατείαν, ώστε να διέρχωνται και μεγάλα πλοία Έπειτα ήνοιξαν διόδους και εις τους άλλους δακτυλίους της ξηράς ώστε να δύναται άνετα να διέλθη μια τριήρης και καθώς αυτό εγίνετο κάτω από γέφυρας ο διάπλους εφαίνετο υπόγειος Αι πλευραί των διωρύγων και των κυκλοτερών φραγμάτων εκτίζοντο με λίθους και εφωδιάζοντο με πύλας και πύργους Οι λίθοι ήσαν μαύροι λευκοί και ερυθροί Και έκτισαν ναυστάθμους μέσα εις τους βράχους και άλλας οικοδομάς με ποικιλόχρωμους αλλά και με μονόχρωμους λίθους, πού απετέλουν απόλαυσιν των ματιών. Τέλος τα τείχη που περιέβαλλον τον εξωτερικόν δακτύλιον είχον στολίσει με κασσίτερον και την ακρόπολιν με ορείχαλκον και εφαίνετο ωσάν να λάμπη μέσα εις φλόγας
Και το βασιλικόν ανάκτορον όμως είχεν εις το μέσον ιερόν της Κλειτούς και του Ποσειδώνος, όπου εισήρχοντο μόνον οι ιερείς Εκεί εστέλλοντο κατ' έτος από όλην την χώραν ως θυσία τα πρώιμα Υπήρχε δε ακόμη και άλλος ναός του Ποσειδώνος, με εξωτερικόν κάπως ολιγότερον πολιτισμένον ήτο μήκους ενός σταδίου, τριών πλέθρων πλάτους και αναλόγου ύψους Ολόκληρος λοιπόν ο ναός ήτο εξωτερικώς κεκαλυμμένος με άργυρον, εκτός της κορυφής, την οποίαν είχον ενδύσει με χρυσόν. Εσωτερικώς δε ήτο ολόκληρος η οροφή επεξεργασμένη με ελεφαντοστούν, χρυσόν, άργυρον και ορείχαλκον τα δε ομοιώματα των θεών ήσαν χρυσά Ήτο δε το άγαλμα του θεού μέσα εις το άρμα του με εξ πτερωτούς ίππους και υψηλόν ώστε ήγγιζε την οροφήν Τον περιετριγύριζον εκατόν Νηρηίδες—διότι τότε ης τόσας ενόμιζον ότι ανήρχοντο— καθήμεναι επί δελφίνων Έκτος αυτού του τεραστίου συμπλέγματος υπήρχον και άλλα αγάλματα των θεών αναθήματα των πιστών και ανδριάντες των βασιλέων, υιών και απογόνων της Κλειτούς κλπ κλπ. Ανάλογος ήτο και ο βωμός κατά τα ύψος τον όγκον και την εργασίαν. Αλλά και τας δύο πηγάς, την θερμήν και την ψυχράν, εχρησιμοποίησαν θαυμασίως και ποικιλοτρόπως. Είχον εγκαταστήσει λουτρά εις το ύπαιθρον και εστεγασμένα θερμά διά τον. χειμώνα. Υπήρχον από αυτά δι' όλους; διά τον βασιλέα πρώτον, έπειτα διά τους ιδιώτας, διά τας γυναίκας και τα κτήνη. Και το ύδωρ, το οποίον είχε χρησιμοποιηθή διά το λουτρόν, ήρχετο κατόπιν με ένα υδραγωγόν σωλήνα εις το Ιερόν άλσος του Ποσειδώνος, όπου επότιζε τα πανύψηλο ωραιότατα δένδρα. Υπήρχον άλλωστε εκεί πλησίον και άλλων θεών Ιερά άλση, όλα καταπράσινα. Έπειτα είχον ιδρύσει γυμναστήρια με όργανα γυμναστικής διάφορα, όπου καθίστων αθλητικόν το σώμα των Γύροι από τα ιδρύματα αυτά ήσαν τα οικήματα των περισσοτέρων φρουρών, εξαιρέσει εκείνων οι οποίοι εθεωρούντο πλέον έμπιστοι και κατώκουν πλησίον των βασιλικών ανακτόρων και της Ακροπόλεως. Μακρότερον, εις τον τρίτον δακτύλιον της ξηράς, κοντά - κοντά εις την ακτήν ευρίσκοντο πυκνοκτισμέναι κατοικίαι προωρισμέναι δια τους ταξιδιώτας και τους ανθρώπους εκείνους πού ευρίσκοντο εις διαρκή κίνησιν εις τον λιμένα και εθορυβούσαν ημέραν και νύκτα. Όσον δια τας φυσικάς ιδιότητας, τον χαρακτήρα και την οργάνωσιν της υπολοίπου χώρας υπάρχουν αι έξης λεπτομέρειαι:
Η νήσος είχεν υψηλάς και αποτόμους ακτάς πού ωμοίαζον με τείχη αναδυόμενα από την θάλασσαν. Μόνον η πρωτεύουσα ήτο κτισμένη εις πεδιάδα και αυτήν όμως την περιέβαλλον βουνά. Τα βουνά ταύτα ήσαν τα ωραιότερα πού θα ηδύνατο κανείς να φαντασθή. Εις τας πλευράς των ήσαν κτισμένα χωρία πλούσια εις πληθυσμόν. Πλησίον των υπήρχαν, λίμναι, ποταμοί και κοιλάδες με άφθονον βλάστησιν, όπου έβοσκον όλων των ειδών τα ζώα, ήμερα και άγρια. Είχε δημιουργηθή ωραία από την φύσιν η Ατλαντίς, την εξωράισαν όμως και οι βασιλείς της. Απίστευτα ήσαν δια χείρας ανθρωπίνας όσα διηγούντο δια μίαν τάφρον, την οποίαν είχον σκάψει γύρω από το κέντρον της εις αρκετήν όμως απόστασιν, Η τάφρος αυτή είχε βάθος ενός πλέθρου και πλάτος ενός σταδίου. Αν λάβωμεν δε υπ' όψιν ότι περιέβαλλεν ολόκληρον την πεδιάδα, πρέπει να υπολογίσωμεν το μήκος της εις 10.000 στάδια. Εις αυτήν την τάφρον αποταμίευον τα διάφορα ύδατα, των όποιων υπήρχε τόση αφθονία, ώστε οι άνθρωποι εθέριζαν δύο φοράς· Δια τον χειμώνα έδιδε τας βροχάς του ο Ζευς, το δε θέρος είχον την υγρασίαν, που είχεν αποταμιεύσει η γη. Οι νόμοι δε προέβλεπον υποχρεώσεις και δικαιώματα δι' όλους. Οι κτηματίαι της πρωτευούσης εγίνοντο αρχηγοί του στρατεύματος και έπρεπε να συνεισφέρουν τα πολεμικά άρματα, τους ίππους, να εξοπλίζουν τους ιππείς, να φροντίζουν δια τον ηνίοχον, να δίδουν τέσσαρας ναύτας έκαστος δια τα 1200 πλοία, τα οποία αποτελούσαν τον στόλον του κράτους κλπ. Τα χωρία προσέφερον τους άνδρας.
Το κράτος αυτό εκυβερνάτο με νόμους αυστηρούς. Είχον δηλαδή οι δέκα βασιλείς απόλυτα δικαιώματα επί των υπηκόων των ελογοδότουν όμως δια τον τρόπον με τον οποίον έκαμνον χρήσιν των δικαιωμάτων των κατά πενταετίαν και εξαετίαν εναλλάξ, συνερχόμενοι εις τον ναόν του Ποσειδώνος, τον οποίον περιεγράψαμεν, και εκρίνετο η διαγωγή των απέναντι των υπηκόων των με οδηγόν τους νόμους, τους οποίους αυτός ο Ποσειδών είχε θεσπίσει και οι όποιοι ήσαν χαραγμένοι εις εσωτερικήν στήλην του ναού Προσέφερον όμως πρώτον θυσίας περιέργους—ταύρον από αυτούς πού περιεφέροντο εις το ιερόν άλσος τον όποιον εκυνήγουν χωρίς να φέρουν όπλα σιδηρά, εφοδιασμένοι μόνον με ρόπαλα και σχοινιά. Και ωρκίζοντο και πάλιν ότι θα τηρήσουν τους νόμους, πρσφέροντες αράς και αναθεματισμούς δια τους παραβάτας των. Έπειτα ενεδύοντο κυανά ενδύματα ωραιότατα και συνωμίλουν καθήμενοι επί του εδάφους και δεχόμενοι τας εξομολογήσεις αλλήλων περί του τρόπου με τον οποίον εκυβέρνησαν όλα αυτά εγίνοντο πάντοτε υπό την ανωτάτην προεδρίαν του εκ του γένους του Άτλαντας, ο οποίος είχε το δικαίωμα και εις θάνατον να καταδικάση ένα των άλλων βασιλέων, αν και ήσαν συγγενείς του, εάν όμως ήσαν σύμφωνοι περισσότεροι από τους ημίσεις εκ των άλλων.
Από όλους τους όρκους των βασιλέων αυτών ο ιερώτερος ήτο ότι ποτέ δεν θα λάβη ο εις τα όπλα κατά του άλλου, ότι μάλιστα πάντοτε θα αλληλοβοηθούνται και αν ακόμη ο εις εξ αυτών εδοκίμαζε να εξόντωση το βασιλικόν των γένος. Θα απεφάσιζον δε πάντοτε όλοι οπό κοινού περί πολέμου κλπ.. αφίνοντες όμως την αρχηγίαν εις το γένος του Άτλαντος Αυτή λοιπόν η δύναμις, με τον τρόπον αυτόν οργανωμένη, επετέθη κάποτε και εναντίον των αρχαιοτάτων Αθηνών. Και τούτο συνέβη υπό τας ακολούθους συνθήκας: Επί πολλάς γενεάς, εφ' όσον υπερίσχυεν ακόμη μέσα των η θεια φύσις, υπήκουον εις τους νόμους και εδείκνυον συμπεριφορά φιλικήν έναντι του εν αυτοίς θείου. Διότι ήσαν πραγματικώς μεγαλόφρονες, επιδεικνύοντες εις τας κατά καιρούς αλλαγάς του πεπρωμένου και απέναντι του και μεταξύ των φρόνησιν συνδυασμένην με πραότητα. Και θεωρούντες ακριβώς δια τούτο όλα τα άλλα εκτός της αρετής ως ανάξια, απέδιδον μικράν σημασίαν εις όλας τας εύνοιας της τύχης και έβλεπον τελείως ήρεμοι τον σωρόν του χρυσού και όλα τα λοιπά αγαθά των Έτσι δεν εμέθυον από την ακολασίαν μέσα εις τα πλούτη των, εις τρόπον ώστε να χάνουν την αυτοκυριαρχίαν των, αλλ' αναγνώριζον με νηφάλιον οξυδέρκειαν ότι όλα αυτά εγένοντο παραγωγικά μόνον με. την κοινήν μεταξύ των αγάπην, εν συνδυασμώ με την αρετήν, ενώ αντιθέτως με την φιλοδοξίαν και την επιθυμίαν δι αυτά, όχι μόνον αυτά τα ίδια χάνονται αλλά και η ηθική και η αγάπη εξαφανίζονται». Όταν όμως ήρχισε να υποχωρή μέσα των η θεία δύναμις και να επικρατή το ανθρώπινον, τότε πλέον δεν ήσαν άξιοι να αντιμετωπίσουν τον πλούτον των και εξεφυλίσθησαν και εφάνησαν, εις όποιον είχε την δύναμιν να το αναγνωρήση, ταπεινοί, επειδή κατέστρεφον κάθε τι το όποιου ήξιζε να εκτιμάται. Εις τους άλλους όμως, πού δεν είχον την ικανότητα να ιδούν όλα αυτά, εφάνησαν τότε ακριβώς λαμπροί και ισχυροί, όταν κατείχαν μιαν δύναμιν αδίκως αποκτηθείσαν και άδικα κέρδη. Αλλά θεός των θεών, ο Ζεύς, ο οποίος κυβερνά σύμφωνα προς τους νόμους και βλέπει το πάντα και κρίνει ορθώς, όταν είδεν εις τόσην κατάπτωσιν ένα τοιούτον γένος, απεφάσισε να επιβάλη την τιμωρίαν του δια να το βοηθήση να συνέλθη. Εκάλεσε λοιπόν εις συμβούλιον όλους τους θεούς και είπεν: ...»
Εδώ διακόπτεται το απόσπασμα του Κριτίου δια την Ατλαντίδα και μένει άγνωστος και η απόφασις του Διός και ο τρόπος με τον οποίον κατεστράφη η Ατλαντίς.


Αι αποδείξεις των Ατλαντολόγων περί Ατλαντίδος.


Όπως ελέχθη, το πρόβλημα της Ατλαντίδος είναι πολυσύνθετον και δια τούτο πρέπει να ερευνηθή από πολλάς πλευράς. Κατά βάσιν βεβαίως είναι γεωλογικόν και δι' αυτό κατά πρώτον προς την Γεωλογίαν κατευθύνονται τα ερωτήματα.

Γεωλογία:
Ο Ατλαντικός ωκεανός παρουσιάζει μορφήν μακρού θαλασσίου διαδρόμου με διεύθυνσιν από Βορρά προς Νότον και του οποίου το πλάτος παραμένει περίπου το ίδιον καθ' όλον το μήκος. Αι ακταί του εκατέρωθεν είναι σχεδόν παράλληλοι με μιαν κάμψιν προς Ανατολάς εις την περιοχή του Ισημερινού. Αφ' ετέρου εις τον βυθόν του ωκεανού διαπιστούται η ύπαρξις εις το μέσον αυτού, μιας μακράς ράχεως, εν είδει οροσειράς καθ' όλον το μήκος του Ατλαντικού (βλέπε εικόνα) και βαινούσης παραλλήλως προς τας ακτάς, με την εν σχήματι S πάλι καμπήν εις τον ισημερινόν. Η μεσοατλαντική αύτη ράχις διακρίνεται εις την βόρειον και νότιον τοιαύτην, ηνωμένας δια της Ισημερινής εγκαρσίου μάζης. Η ράχις αυτή εις του άξονα του Ατλαντικού είναι μάλλον συνεχής εις βάθος περί τα 2000 μέτρα, εκτός εις τα σημεία διακοπής, όπου τα βάθη καθίστανται μεγαλύτερα. Από αυτήν ανυψούνται πολλαί ηφαιστειογενείς πυραμίδες, εκ των όποιων αρκεταί αναδύονται από τον Άτλαντικόν ως νήσοι.
Δια του μεσοατλαντικού αυτού χωρίσματος του βυθού, ο ωκεανός διαιρείται εις δύο ευρείας κοιλάδας, την ανατολικήν και την δυτικήν, εις αυτάς δε συναντώμεν τα μεγάλα βάθη. Εν τούτοις αι δύο κοιλάδες δεν είναι συνεχείς, αλλά διακόπτονται από εγκαρσίους ύψηλάς ζώνας του βυθού εν είδει οροσειρών, ώστε αύται, μαζί με την επιμήκη ράχιν του μέσου, να σχηματίζουν τρόπον τινά υποβρυχίους γέφυρας από την Ευρωποαφρικήν προς την Αμερικήν. Συμφώνως προς τας αντιλήψεις της Γεωλογίας. ο Ατλαντικός ωκεανός είναι σχετικώς νέος. Κατά την μακράν διάρκειαν των παλαιοτέρων γεωλογικών περιόδων, εις την θέσιν της θαλάσσης υπήρχαν δύο μεγάλαι ξηραί, η μια εις τον Βόρειον Ατλαντικόν, η άλλη εις τον νότιον, όπως συνάγεται από πλήθος δεδομένων. Συνεπώς μεταξύ Ευρώπης και Βορείου Αμερικής αφ' ενός και Αφρικής και Νοτίου Αμερικής αφ' ετέρου, υπήρχε πλήρης συνέχεια ξηράς. Αι δύο αύται ήπειροι του Ατλαντικού, η βόρεια και η νοτιά, εχωρίζοντο μεταξύ των από πλατείαν εγκαρσίαν θαλασσίαν λεκάνην, ήτις ήτο η προέκτασις της τότε Μεσογείου θαλάσσης (Τιθύς), μέχρι της θαλάσσης των Αντιλλών. Επί των ηπείρων αυτών, βορειοατλαντικώς και νοτιοατλαντικώς, υψούντο οροσειραί των παλαιοτέρων γεωλογικών εποχών, γενικώς παράλληλοι προς τον Ισημερινόν των οποίων τα λείψανα αποτελούν προφανώς τας υποθαλάσσιας εγκαρσίους γέφυρας, αι οποίαι, ως είπομεν, συνδέουν τας εκατέρωθεν του Ατλαντικού ηπείρους.
Η περιοχή αυτή της γης, υπακούουσα εις τας γενικωτέρας γεωλογικάς καθοδικάς κινήσεις του φλοιού της γης γνωστάς από την αρχαιοτέραν γεωλογικήν εποχήν μέχρι σήμερον, υπέστη διαδοχικήν κατά καιρούς βραδείαν και τμηματικήν κσταβύθισιν. Αι δύο αύται ήπειροι του Ατλαντικού εκαλύφθησαν, με την πάροδον των εκατομμυρίων ετών, από την εισχωρούσαν θάλασσαν, ενώ εξηκολούθουν ακόμη κατά περιόδους και τμηματικώς να διατηρούνται γέφυραι ξηράς διά μέσου του ωκεανού. Όλαι όμως αύται αι καταβυθίσεις έλαβον χώραν εις τας προ της Τεταρτογενούς γεωλογικάς περιόδους, δηλαδή δεκάδας εκατομμυρίων ετών προ της εποχής του ανθρώπου, ούτως ώστε γενικώς κατά την Τριτογενή εποχήν, προηγουμένην αμέσως της Τεταρτογενούς, όλαι αι γέφυραι και αι μεγάλαι νήσοι εντός του Ατλαντικού είχον βυθισθή. Είναι όμως πιθανόν μία εκ των γεφυρών αυτών, η του βορείου Ατλαντικού, να διετηρήθη ακόμη και μέχρι της Τεταρτογενούς εποχής (της εποχής πλέον του ανθρώπου) και μάλιστα ότι εξάρτημα και υπόλοιπον αυτής να υπήρχεν η Ατλαντίς εις την συνοπτικήν θέσιν του αρχιπελάγους των Αζόρων. Εις την θέσιν αυτήν ο βυθός του Ατλαντικού είναι μορφολογικώς λίαν πολύπλοκος και παρατηρείται εντονωτάτη δράσις ηφαιστείων και σεισμών σήμερον και εις το πρόσφατον παρελθόν Άλλα η Γεωλογία διδάσκει ότι όπου δράσις ηφαιστείων εκεί συνήθως έχουν λάβει χώραν κατακρημνίσεις και καθιζήσεις όπως λ.χ εις το ιδικόν μας Αιγαίον. Ταύτα συνηγορούν περί μιας όλως γεωλογικώς προσφάτου καταβυθίσεων μιας μεγάλης χέρσου εις το μέρος αυτό ως τελικής μέχρι σήμερον φάσεως των κατακλυσμών πού έπνιξαν τας παλαιάς ηπείρους του Ατλαντικού. Ο γεωλόγος Τερμιέ, μάλιστα, φέρει το εξής επί πλέον πειστήριον; Κατά το 1898 ένα πλοίον ειργάζετο συστηματικώς εις την τοποθέτησιν και την αλιείαν των τηλεγραφικών καλωδίων εις τον Βόρειον Ατλαντικόν, εις απόσταση 500 περίπου μιλίων προς Βορράν των Αζορών νήσων. Το βάθος εκεί ήτο 3100 μέτρα και η μορφολογία του πυθμένας εκτάκτως ανώμαλος. Ό βυθός παρουσίαζε τα χαρακτηριστικά ορέων, μετά υψηλών κορυφών, απότομων κατωφερειών και βαθειών κοιλάδων. Αι κορυφαί των ορέων ήσαν βραχώδεις, χωρίς να καλύπτωνται από στρώμα ιλύος. Τα άγκιστρα αλιείας των καλωδίων συχνά απέσπων τεμάχια από τους σκληρούς αυτούς βράχους του βυθού και τα θραύσματα αυτά αποτελούντο εκ λάβας υαλώδους βασαλτικής. Αυτό σημαίνει πολλά. Μια βασαλτική λάβα διά να στερεόποιηθή υπό την μορφήν υάλου πρέπει να μη υφίσταται πίεσιν κατά την ώραν της πήξεως, ενώ εάν έπηζεν εις το βάθος εκείνο των 3000 μέτρων, δηλαδή υπό πίεσιν τόσων ατμοσφαιρών, θα εστερεοποιείτο ουχί βεβαίως υπό την υαλώδη κατάστασιν, αλλά υπό την κρυσταλλικήν, όπως από πλήθος συγκριτικών παρατηρήσεων επί άλλων μερών της γης είναι γνωστόν. Συνεπώς η λάβα αυτή, εχύθη αρχικώς εις την επιφάνειαν ξηράς και αργότερον η ξηρά αύτη, μαζί με την στερεάν πλέον λάβαν, εβυθίσθησαν εις τα βάθη εκείνα βορείως των Αζορών. Και η καταβύθισις αυτή, κατά τον Τερμιέ θα πρέπει να είναι πολύ πρόσφατος, διότι άλλως η επιφανειακή η υποθαλάσσια διαβρωτική και αποσαθρωτική δράσις του ύδατος θα είναι εξομαλύνει και αποσαθρώσει την μορφολογίαν του άλλοτε εδάφους και την σύστασιν της λάβας.
Υφίστανται όμως και άλλα στοιχεία. Είναι γνωστόν ότι επί μέγιστον χρονικόν διάστημα της Τεταρτογενούς εποχής το κλίμα της Βορείου Ευρώπης και Βορείου Αμερικής ήτο λίαν ψυχρόν, ώστε αι ήπειροι αύται να καλύπτονται κατά το πλείστον από παχύ κάλυμμα εκ παγετώνων (βλ. λ. Παγετώδης περίοδος) οίτινες αναλόγως των μεταβολών του κλίματος, κατήρχοντο η υπεχώρουν ορμώμενοι εκ βορά προς νοτιότερον.
Τα πρώτα βήματα της ανθρωπότητας, συμπίπτουν χρονικώς με τας επιδρομάς αυτάς των παγετώνων και την εν γένει παγετώδη περίοδον τη παλαιολιθική εποχή .Από την μελέτην των ιχνών των παγετώνων που αυτοί άφησαν κατά την πορείαν εις την Ευρώπην και την απέναντι Αμερικήν συνάγεται οι επιδρομείς αυτοί είχον ως κοινόν ορμητήριον υψηλήν χώραν κειμένην περίπου εις την θέσιν της σημερινής Ισλανδίας. Συνεπώς ο βόρειος Ατλαντικός ήτο ακόμη ξηρά και μάλιστα η ξηρά αυτή θα επροχώρει αρκετά νοτιώτερον. Εις εποχήν όμως γεωλογικώς εντελώς τελευταίαν και μάλιστα προ 9000 ετών π.Χ οι παγετώνες ευρίσκοντο εν υποχωρήσει και έκτοτε περιορίζονται εκεί όπου και σήμερον. Την οριστικήν αυτήν υποχώρησιν των παγετώνων συνδυάζουν με την εξαφάνισιν της Ατλαντίδος. Εφ' όσον υπήρχε μεγάλη ξηρά εις το κέντρον περίπου του Ατλαντικού το γνωστόν θερμόν θαλάσσιον ρεύμα του Κόλπου ημποδίζετο να ποοχωρηση προς Βοράν όταν όμως η ξηρά αυτή δηλ. η Ατλαντίς εχάθη υπό τα κύματα —και μάλιστα προ 9.000 περίπου ετών κατά τον Πλάτωνα—τότε το θερμόν ρεύμα μετέβαλε ριζικώς το κλίμα των ηπείρων μας. Κατά τον Νέγρην μάλιστα το υπερβολικόν φορτίον του βάρους των παγετώνων ήτο η αιτία να υποστή κάμψιν ο φλοιός της γης εις την θέση του Βορείου Ατλαντικού ώστε να βυθισθή βαθύτερον εις θερμοτέρας ζώνας του εσωτερικού της γης και να υποστή τήξιν και συγχώνευσιν μετά της θερμής πυροσφαίρας. Συνεπώς κατά τον Νεγρην είναι μάταιον να ελπίζωμεν ότι θα ευρεθούν κάποτε υποβρύχια ίχνη της εξαφανισθείσης Ατλαντίδος.
Άλλα εάν λοιπόν κατεβυθίσθη τόσον προσφάτως (γεωλογικώς) το εσωτερικόν του Ατλαντικού θα πρέπει και εις τας εκατέρωθεν ακτάς του να διακρινωνται σαφώς, προσφατοι βυθήσεις έστω και εις μικροτεραν κλίμακα. Τούτο όμως είναι προ πολλού γνωστόν εν λεπτομερεία. Αι ακταί του Ατλαντικού εμφανίζονται σαφώς βυθισμένοι εις τα άκρα των αι κοίται των ποταμών των παραλίων συνεχίζοται από την ξηράν επίσης και εις το βυθόν του Ατλαντικού υπό μορφήν βαρειών υποθαλάσσιων χαραδρών και μάλιατα μέχρι βάθους 2000 μέτρων. Εις δε τας υποθαλασσίους αυτάς κοίτας παρατηρείται ότι εκβάλλουν και κοίται παραποτάμων. Επειδή βεβαίως οι ποταμοί δεν σκάπτουν την κοίτην των υπό την θάλασσαν το συμπέρασμα είναι μόνο ότι η αρχική κοίτη του ποταμού επί της ξηράς εβυθίσθη μαζί με αυτήν υπό την θάλασσαν. Τοιαύτη επίσης καταβύθισις των παραλίων του Ατλαντικού απαντάται και εις τας ακτάς των βορείων χωρών χρονολογείται δε από της εποχής της υποχωρήσεως των παγετώνων. Εις την καθοδικήν αυτήν κίνησιν του εδάφους οφείλεται ο και κατά την εποχήν εκείνην γενόμενος χωρισμός της Αγγλίας από του σώματος της λοιπής Ευρώπης και η καταβύθισις των ακτών της Νορβηγίας.
'Εφ όσον όμως το εσωτερικόν του Ατλαντικού εβυθίσθη και επληρώθη από θάλασσαν πρέπει αυτή φυσικώ τω λόγω, να εχη αποσυρθή από άλλα μέρη και μάλιστα εις την πλησίον Μεσόγειον. Και εδώ πάλιν είναι γεγονός ότι παρετηρείτο μεταβολή της στάθμης της θαλάσσης εις την Ανατολικήν Μεσόγειον κατά τους προϊστορικούς χρόνους. Ο Νέγρης μάλιστα απεκάλυψεν ότι εις την Σίφνον και άλλας νήσους εις την Πελοπόνησον κ.λ.π παρατηρούνται οπαί λιθοφάγων ζωών της ακτής εις διάφορα ύψη μέχρις 700 μέτρων υψηλότερον από την σημερινήν θάλασσαν. Και ευρίσκει την ηλικίαν της ταπεινώσεως της θαλάσσης συμπίπτουσα με την βύθισιν της Ατλαντίδος.

Βιολογία.
Μετά την Γεωλογίαν η Βιολογία έρχεται προς επιικουρίαν των φίλων της Ατλαντίδος. Ήδη η Γεωλογία δια της μελέτης των ζώων και φυτών των παλαιοτέρων γεωλογικών περιόδων (δηλαδή των απολιθωμάτων απέδειξεν ότι επί των δυο πλευρών των εκατέρωθεν του Ατλαντικού ηπείρων υφίσταται πλήρης αντιστοιχία καίτοι ταύτη δεν υφίσταται εις το σύνολον των ηπείρων αυτών. Υπάρχουν χαρακτηριστικά παραδείγματα εκ των ιπποειδών των ιππαρίων των ρινοκερώτων των μαστοδόντων των ελεφάντων. Το τοιούτον ως είδομεν εξηγείται δια της υπάρξεως αρχικώς μεν των εντός του Ατλαντικού ηπείρων αργότερον δε των γεφυρών ξηράς που διέσχιζαν τον ωκεανόν. Αι γέφυραι όμως αυταί καταβυθίσθηκαν ως είπομεν κατά την διάρκειαν της Τριτογενούς εποχής δηλαδή προ πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ετών κι πολύ προ της εμφανίσεως του ανθρώπου επί της γης. Είπομεν επίσης ότι πιθανόν είναι και κατά την αρχαιοτέραν Τεταρτογενή περίοδον (Πλειστόκαινον) όποτε η παγετώδης εποχή και η λαιολιθική ηλικία της ανθρωπότητος να διετηρούντο ακόμη μερικαί από τας γέφυρας αυτας καλυπτόμεναι και αυταί περιοδικώς από τους παγετώνας. Μια τοιαύτη γέφυρα επί παραδείγματι θα ήτο μεταξύ Β. Αμερικής και Ευρώπης διερχομένη των Αζορών και της οποίας τα λείψανα ενδεχουενως να αποτέλεσαν την Ατλαντίδα προ της τελικής της εξαφανίσεως της γέφυρας αυτής θα επέρασαν τότε εις την Β. Αμερικήν οι προϊστορικοί ελέφαντες της παγετώδους περιόδου όπως είναι γνωστοί αντιστοίχως και εις την Ευρώπην. Αναλόγως ευρήσκομεν κοχλίας και άλλα χερσαία μαλάκια καθώς και ιχθύς γλυκέων υδάτων εντελώς αντιστοίχους εκατέρωθεν του κεντρικού και νοτίου Ατλαντικού. Ιδιαιτέραν σπουδαιότητα κατέχει φυσικά το να γνωρίσωμεν την πανίδα και την χλωρίδα των νήσων του Ατλαντικού εκείνων μάλιστα που ίστανται ως πιθανά λείψανα της Ατλαντίδος, δηλαδη των Αζορών και των παρά την Β.Δ. Αφρικήν νήσων. Αι λεπτομερείς εργασίαι του βιολόγου Ζερμαίν έδιξαν ότι τα χερσαία ζώα των απομεμονωμένων αυτών νήσων είναι καθαρώς ηπειρωτικού τύπου ενιαίου μεταξύ των νήσων και μάλιστα αντιστοίχου προς τα ζώα της νοτίου Ευρώπης και βορείου Αφρικής και όχι της τροπικής Αφρικής. Επίσης δε και ότι ωρισμένα είδη ζώων και φυτών των Αντιλλών και της κεντρικής Αμερικής συναντώνται εις τας ως άνω νήσους. Εκ της μελέτης δε ιδίως των χερσαίων μαλακίων (κοχλίαι) της Τεταρτογενούς εποχής εντός των νεωτέρων γεωλογικών στρωμάτων, ο Ζερμαίν ανευρίσκει τα ίδια είδη εις τας Καναρίους ιδίως νήσους και την απέναντι Μαυριτανίαν της Αφρικής. Τοποθετεί δε, ως συμπέρασμα των ερευνών του, την Ατλαντίδα του Πλάτωνος εις την θέσιν των αρχιπελάγων αυτών του Ατλαντικού και ιδίως εις την περιοχήν των Καναρίων. Προς την άποψιν αυτήν αντιτίθεται ο καθηγητής Σεβαλιέ (1934), όστις ανευρίσκει διαφοράς μεταξύ της πανίδος των Καναρίων και των Αζορών, ώστε η μεν πρώτη να προσεγγίζη προς την ευρωπαϊκήν, η δε δευτέρα προς την αμερικανικήν. Κατ' αυτόν αι νήσοι, αι Κανάριοι και του Πρασίνου ακρωτηρίου, δεν αποτελούν τεμάχια της Ατλαντίδος άλλα μόνον αι Αζόραι.
Ανάλογοι αντιλήψεις του Φορρέστ, του Κούρ (1935), του Ποασσόν (1945) κ.ά., τοποθετούν την Ατλαντίδα κάπως διαφορετικώτερον παρ' ό,τι προ εικοσαετίας. Κατ' αυτούς θα μας αποκαλυφθή η Ατλαντίς, ως τοποθεσία, εάν φαντασθώμεν ότι η θάλασσα του Ατλαντικού κατέρχεται κατά χίλια μέτρα. Προς δυσμάς του Γιβραλτάρ και εις την θέσιν των Αζορών μακρά και εκτεταμένη νήσος αντιπροσωπεύει την χαμένην Ατλαντίδα. Η αλήθεια είναι όμως ότι η Ατλαντίς αυτή είναι περισσότερον χερσόνησος παρά νήσος, αλλά η βορείως αυτής ενούσα ζώνη ξηράς πιθανόν να εκαλύπτετο από θάλασσαν κατά τα στάδια των διαδοχικών καθιζήσεων.
Αλλά και από την βιολογίαν των οργανισμών των ημερών μας οι ατλαντολόγοι αντλούν επιχειρήματα από δύο γεγονότα:
Αφ' ενός από την περίφημον θάλασσαν των Σαργασσών και αφ' ετέρου από τον ιδιόρρυθμον τρόπον πολλαπλασιασμού των χελιών. Και η μεν θάλασσα των Σαργασσών (βλ.λ.) είναι μοναδική περίεργος περίπτωσις εις την γήν μεγάλης συγκεντρώσεως ιδιαιτέρου τύπου φυκών και φιλοξενουμένου εν αυτοίς ζωικού θαλασσίου κόσμου. Οι ατλαντολόγοι διαβλέπουν την προύπαρξιν και κσταβύθισιν της Ατλαντίδος του Πλάτωνος τόσον εις την διαμόρφωσιν των ωκεανείων ρευμάτων πού συγκεντρώνουν τα φύκη εις το μέρος εκείνο, όσον και εις την καταγωγήν του κόσμου αυτού, τον οποίον θεωρούν ως εκφυλισθέντα απόγονον του θαλασσίου τοιούτου παλαιού της Ατλαντίδος.
Τα χέλια πάλιν παρουσιάζουν τούτο το περίεργον. Ενώ ζουν εις τα γλυκέα ύδατα της ξηράς, όταν φθάσουν εις ώριμον ηλικίαν κατέρχονται διά των ποταμών εις την θάλασσαν και τα μεν χέλια της Ευρώπης ταξιδεύουν προς Δυσμάς, της δε Άμερικής προς Ανατολάς, εντός του Ατλαντικού. Το ταξίδιον αυτό, είναι μακάβριον ταξίδιον μέλιτος, διότι άρρενα και θήλεα τελούν τους γάμους των, αποθέτουν τα αυγά των εις τα φύκη της θαλάσσης των Σσργασσών και έπειτα αποθνήσκουν. Αι κατόπιν εξερχόμενοι εκ των αυγών νύμφαι αρχίζουν περιπετειώδες ταξίδιον και φθάνουν μετά τριετίαν και πλέον αι μεν εξ Ευρωπαίων γονέων εις Ευρώπην, αι δε εξ Αμερικανών εις Αμερικήν εντός ενός έτους, ανερχόμεναι διά των ποταμών ως μικρότατα χελάκια. Το φαινόμενον αυτό ερμηνεύεται κατά τους ατλαντολόγους ότι τα χέλια έζων άλλοτε εις τα γλυκά ύδατα της Ατλαντίδος και απέθεταν τα αυγά των εις τα φύκη, κατερχόμενα προς τούτο εις τας ακτάς της Ατλαντίδος. Μετά την καταβύθισιν αυτής, επιζητούντα καταφύγιον, διεπεραιώθησαν εις τας εκατέρωθεν ηπείρους. Επειδή δε αύται δεν τους παρείχον κατάλληλα μέρη προς ωοτοκίαν, μεταβαίνουν προς τούτο, οδηγούμενα υπό κληρονομικού ένστικτου, εις τα μέρη όπου οι πρόγονοι των είχον γεννηθή. Η Γεωλογία, η Παλαιογεωγραφία κλπ. δεν είναι φυσικά εις θέσιν να δώσουν πολλάς λεπτομερείας διά γεγονότα της συγχρόνου εποχής εξελισσόμενα εντός ολίγων χιλιάδων ετών. Τουναντίον η Ανθρωπολογία και η Προϊστορία είναι αι αρμοδιώτεροι διά να μας πληροφορήσουν εάν πράγματι προ 1 1 .500 ετών υπήρξεν ένας σχετικά προωδευμένος λαός, ο οποίος εκ δυσμών επροχώρησε και κατέκτησε μάλιστα το πλείστον της νοτίου Ευρώπης και της βορείου Αφρικής, όπως περιγράφει ο Πλάτων. Άλλωστε και μετά την καταστροφήν της Ατλαντίδος οι Άτλαντες θα παρέμειναν επί των παλαιών ηπείρων και θα μας άφησαν τα λείψανα και τα ίχνη των.
Ο Ροζέ Ντεβινί και ο Ντε Μόργκαν ειργάσθησαν, καθώς και άλλοι επί του πεδίου αυτού. Κατ' αυτούς εις τους λίαν προϊστορικούς χρόνους, μεταξύ της παλαιολιθικής εποχής και της αρκετά προηγμένης εποχής του χαλκού, παρουσιάζεται κενόν εις τας χώρας και τας νήσους της ανατολικής Μεσογείου, συνεπώς αι χώραι αύται πρέπει να ήσαν έρημοι και ακατοίκητοι καθ' όλας αυτάς τας εποχάς, συνεπεία μεγίστων πλημμυρών, όπως συνάγεται από ανασκαφάς. Και μετά παρέλευσιν χιλιετηρίδων εμφανίζονται εν νέου άνθρωποι εις την Αίγυπτον και Μικράν Ασίαν, γνωρίζοντες όμως την βιομηχανίαν του χαλκού. Πόθεν ήλθον οι νέοι αυτοί έποικοι μαζί με τον χαλκόν ; Κατά Ντεβινί αυτοί ήσαν οι Άτλαντες της πλατωνικής Ατλαντίδος, Και τούτο διότι αντιπροσωπεύουν την ιδίαν φυλήν όπου υπάρχει χαλκός. Η φυλή αύτη παρουσιάζεται, κατ' αυτόν, ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού ωκεανού, από της Βερβερίας μέχρι της Αιγύπτου και της Χαλδαίας, και εις την χώραν των Βάσκων εν Ισπανία, των Ετρούσκων εν Ιταλία, εις τας Καναρίους νήσους (Γκουάνσαι) και εις την βόρειον και νότιον Αμερικήν, από του Μεξικού μέχρι της Περουβίας.
Οι άνθρωποι της φυλής αυτής της «φυλής του χαλκού» όπως εκλήθη (έχουν το αυτό χρώμα (Φαιόν μέχρις ερυθρού), τα αυτά ηθη, κλίσεις και έθιμα, όπως λ.χ την ομοιόμορφον ταρίχευσιν των νεκρών, τα ίδια σύμβολα και παρασιασεις, όπως ο αγκυλωτός σταυρός (σβάστικα). Έχουν επίσης την ιδίαν θρησκείαν, δηλαδή ηλιολαιρείαν, με ιερείς σοφούς αστρολόγους ανθρωπίνους θυσίας, ομοιόμορφον κατασκευήν τραπεζοειδών ναών εξ ογκολίθων σκεπασμένων με χρυσάς πλακάς κλπ Έχουν επίσης τας συ τας παραδόσεις και την αυτήν περίπου τέχνην (αγγειογραφίαν, τοιχογραφίαν, κατασκευήν μεγαλιθικών μνημείων, τύμβων, πυραμίδων κλπ ). Αι παλαιοτέρα· πυραμίδες της Αιγύπτου ομοιάζουν πολύ προς τας της κεντρικής Αμερικής (Μεξικόν, Περού). Κατά τον Ντεβινί, τέλος, οι Βερδερίνοι ομιλούν ακόμη και σήμερον γλώσσαν, εις την οποίαν ευρίσκονται ρίζαι μη απαντώμεναι εις γλώσσας άλλων εθνών. Όλα αυτά συνηγόρουν υπέρ της γνώμης ότι κατά την εποχήν του χαλκού η (φυλή του χαλκού) εξεκίνησεν εκ χώρας ευρισκομένης μεταξύ Ευρώπης και Αφρικής αφ’ ενός και Αμερικής αφ έτερου και διεσπάρη προς Δυσμάς και Ανατολάς Η χώρα αυτή ήτο η Ατλανίς. Κατά την παράδοσιν του Πλάτωνος εισέβαλον εις την Ευρώπην και την Αφρικήν προ της καταστροφής της Ατλαντίδος και επροχώρησαν μετά πάροδον χιλιετηρίδων εις την ερημωθείσαν υπό των πλημμύρων, ως ελέχθη εγγύς Ανατολην φέροντες μαζί των τον χαλκόν.
Άλλα και εις την Αμερικήν μεταξύ των Ιθαγενών υφίστανται παραδόσεις περί εξαφανίσεως χώρας, υπό συνθήκας όμοιας προς εκείνας που αναφέρει ο Πλάτων.
Ό Πλάτων λέγει ότι εν μια ημέρα και νυκτί χαλεπή, σεισμών εξαίσιων και κατακλυσμών γενομένων, η Ατλαντίς καταβυθισθείσα είς την θάλασσαν εξηφανίσθη (Τιμαίος), και άλλου ότι τρίτην φοράν συνέβαινεν όμοια καταστροφή ( Κριτίας).
Κατά τον Ντεβινί μια αμερικανική παραδοσις λέγει (τα πάντα απωλέσθησαν το όρος αυτό κατετεποντίσθη υπό το ύδωρ. Την τρίτην εποχήν έπεσε βροχή πυρός. Έβλεπε κανείς τον λίθον να κοχλάζη).
Άλλο κείμενον αναφέρει ότι ανά τέσσαρα έτη ενήστευον οκτώ ημέρας εις ανάμνησιν των τριών εποχών καταστροφής του κόσμου. Εις άλλο δε βιβλίον αναγράφεται ότι εντός μιας νυκτός το έδαφος συγκλονισθέν και ωθούμενον υπό ηφαιστειογενών δυνάμεων ανυψούτο και εβυθίζετο μέχρις ότου διερράγη και εβυθίσθη συμπαρασύραν 64 εκατομμύρια κατοίκων, και καταλήγει: Ταύτα εγένοντο 8000 έτη προ του βιβλίου τούτου χρονολογία πολύ συμφωνούσα προς την χρονολογίαν των 9.000 ετών του Πλάτωνος.

Theseus The Legendary King

Theseus The Legendary King

  Athens was a city renowned for its thinkers, Theseus, the chief hero of Athenian legends, was known more for his quick wits than his strength. His cleverness made him - along with heroes such as Hercules, Perseus and Odysseus - one of the great monster slayers of greek mythology.The hero earned a reputation not only for his daring and intelligence, but also for his fairness. An early king of Athens, he was one of the first rulers to reform the government in the direction of democracy. As both a king and an adventurer, he defended the oppressed and consistently fought for the ideal of justice.

Theseus lifting the rock
On his mother side, Theseus descended from Pelops, the great king of Pisa, whom the gods restored to life after his father Tantalus had tried to serve him to them in a stew. On his father's side, he was the son of either a king (Aegeus) or a god (Poseidon). King Aegeus of Athens had long wanted a child, but his efforts in two marriages had proved fruitless. He at last decided to consult the oracle at Delphi, where he received a cryptic instruction: "Do not unloose the foot of your wineskin until you return to Athens". The king was puzzled by this, failing to decipher the meaning.
Statue of TheseusInstead of returning directly to Athens, Aegeus headed for the small town of Troezen in Argolis. Aegeus hoped that his friend Pittheus - the king of Troezen - would help him solve the riddle of the oracle. Although the latter immediately interpreted the oracle - which of course had a sexual metaphorical meaning as you will see below - he did not share his interpretation with his friend, since he had other plans for him.
That night, Pittheus got Aegeus drunk and led him to the bed of his daughter Aethra. Later that same night, Poseidon lay down with Aethra too - but neither Pittheus nor Aegeus knew of this coupling.
The next morning, Aegeus buried his sword and his sandals under a massive rock near Troezen. He told Aethra that if she gave birth to his son and that boy grew strong enough to push aside the stone, she should send him with these items to Athens. In this way, Aegeus would recognize him as his son.
Aethra did have a son and named him Theseus. The boy soon demonstrated both strength and cleverness. As a young wrestler, he is credited with transforming the sport of wrestling from a contest of brute strength into an art that blended fighting skills with agility and quick wits.
At age sixteen, Theseus managed to move the stone, put on Aegeus's sandals and sword and set off for Athens. He ignored his grandfather's and mother's advice to sail across the Saronic Gulf. Instead, he chose to traverse the hazardous land route across the Isthmus of Corinthus.


The feats of Theseus on his way to Athens
The road to Athens was filled with horrible monsters, who terrorized the travelers, killing them in brutal ways.The hero encountered his first opponent near Epidaurus. This was the notorious Periphetes nicknamed Corynetes (meaning "Clubman"), son of the god Hephaestus, who killed travelers with a club (coryne). Theseus killed him and took his club as a trophy.
A little further along the road, the hero came across Sinis, who was also known as Pityocamptes (meaning "Pine Bender"). Sinis would bend back two pines, then capture travelers and tie each of their legs to each tree. He would then let the pines snap back into place, thus tearing the traveler apart. Theseus beat Sinis and punished him with the same treatment he had reserved for strangers.
While he was there, Theseus had his first erotic contact with Sinis's daughter, Perigune. A son, Melanippus, was born from their union.
The hero had not gone much further when a ferocious sow rushed out at him. This wild pig had long ravaged the town of Crommyon. Named Phaea after the old woman who bred or owned her, the beast was yet another monstrous offspring of Typhon and Echidna. The hero used both sword and spear to kill the beast.
Near Corinth, by a location now known as "Kakia Skala" (meaning "Evil Ladder"), Theseus encountered Sciron, also a son of Poseidon, who would force travelers to wash his feet. As they bent over, he would toss them over the cliff into the Saronic Gulf, where the poor victims would be devoured by a huge sea turtle. The hero agreed to wash Sciron's feet, but when he bent down, he managed to grab him by the ankles and hurl him down the cliff, thus becoming the last victim of the man eating turtle.
Outside Eleusis, the hero fought and killed another son of Poseidon, Gercyon, who forced travelers to wrestle with him to death. Once again, he used wits, quickness and agility to defeat brute strength. At the end of the match, he lifted Gercyon up and smashed him to the ground, killing him instantly.
The final monster encountered on the way to Athens, was named Procrustes. The father of Sinis the Pine Bender and son of Hephaestus, Procrustes would invite all weary travelers to rest at his home. But after his guests fell asleep, he would torture them:If their legs hung over the end of the bed, he would chop them off. If they were too short, he would attach weights to their arms and legs and would stretch them to size. As he had done with all the monsters he had encountered before, Theseus gave Procrustes a taste of his own medicine, by killing him the same way he used himself on his victims.


When the hero reached the outskirts of Athens, he offered a sacrifice to Zeus Meilichius and was purified of the killings he had committed on the way.Tales of his feats had already reached the palace of Aegeus, who at the time was living with Medea. Being a sorceress and having recognized the identity of the young hero, she talked the king into poisoning the young stranger, in an attempt to prevent Aegeus from recognizing his son so that her own son Medus, would be assured of accessing the throne.
Aegeus thus invited Theseus to a symposium. During the meal, Theseus pulled out a knife to cut the meat. Aegeus immediately recognized it, as being the same one that he hid under the rock in Troezen, a long time ago. As soon as he realized that the young man he had before him was his son, he immediately poured out the tainted wine, officially recognized Theseus as his son and banished Medea and her son.
After being declared the heir to the throne of Athens, Theseus faced and defeated his cousins, the sons of Pallas (Aegeus's brother), who had decided to kill the hero, as his sudden appearance had spoiled his plan to succeed his brother on the Athenian throne.
He then captured the Marathon Bull, a wild beast which was ravaging the area around Athens. This bull was the same one captured by Hercules in Crete and brought to Tiryns in the course of his labors.



The capturing of the Minotaur
The happy reunion of Aegeus and his son did not last long. Eighteen years earlier, king Minos of Crete had attacked Athens to avenge the death of his son Androgeus, who was killed by the Marathon Bull, following an order from Aegeus. Athens, weakened by the plague, succumbed to Minos and Aegeus averted the invasion by agreeing to pay a terrible price. Every nine years, Minos came to Athens to collect his awful payment: Seven boys and seven virgin girls to be offered as food to the savage Minotaur. Now, the time came for the third tribute.
The Minotaur, a monster with a bull's head and a man's body, was the offspring of Mino's wife, Pasiphae, and a handsome bull. At the beginning of Minos's reign, the king wanted to discourage any challenges to the throne by proving his divine right to rule Crete. He prayed to Poseidon to send him a sign, a bull which he promised to sacrifice. When the beast emerged from the sea, Minos admired it so much, that he substituted another one for the sacrifice.
Poseidon, enraged, he avenged by making Pasiphae fall in love with the beast. Thus, the queen petitioned Daedalus, a brilliant inventor, to help her consummate her love. Daedalus constructed a hollow wooden cow and covered it with cow hides. The fake cow was so convincing, that it fooled the bull. Pasiphae, who was hidden inside the child, thus conceived a monstrous child, Minotaur.
Daedalus then designed the labyrinth, a maze like prison in which the Minotaur lived. No one - except its builder Daedalus - had ever got into the maze and managed to get out.
Despite his father's protests, Theseus volunteered to join the group to be sent to Crete for the sacrifice. His plan was to kill the beast and thus end the payment of the tribute to Crete. Concerned about his son, Aegeus made him promise that, on his return home he would signal his survival by replacing the black sails of the ship with white ones.
When the shipload of Athenian sacrifices arrived in Crete, Ariadne - a daughter of Minos - fell in love with Theseus. She resolved to help him escape by giving him a spool of thread and a sword. When he entered the Labyrinth, he attached one end of the thread to the entrance. He then unraveled the ball as he explored the maze. Eventually, he found his way to the center of the maze, where he slew the mighty beast with the sword that Ariadne had given him. Afterwards, he wound the thread back to the ball, thus following its trail back to the entrance.
The ship with the Athenians and Ariadne immediately set sail for Athens, thus escaping from Crete. They then made a stop at Naxos, a greek island.
Myth tellers disagree on the final fate of Ariadne:
  • One myth says that Theseus abandoned her on the island Naxos. Ariadne, enraged when she found out, cursed him to forget to change the sails of the ship from black to white, thus driving his father Aegeus to death.
  • Another myth says, that god Dionysus, fascinated by her beauty, appeared in Naxos and stole Ariadne away to make her his bride.
  • Still, a third version suggests that Ariadne died while giving birth to Theseus's child Ammathounta (Ammochostos) in Cyprus, where the ship was wrecked during a storm. She was buried in a woods consecrated to Aphrodite Ariadne.
Neglecting to change the sails of his ship, Theseus sailed on to Athens. Aegeus, who was eager to learn about his son's fate, saw the black sails of the ship from afar while he was standing on a clip overlooking the sea. Assuming that his son was dead, he leaped from the cliff to his death. The sea that claimed his body was named thereafter the Aegean Sea, in honor of his name.


Theseus abducts amazon Antiope
After his father's death, Theseus became king of Athens. As a king, he made significant moves towards establishing democracy and laying the foundations for the Athenian hegemony, which would reach its pinnacle in the fifth century BC. Being a king, however, did not discourage him from continuing his adventurous life. Some say he joined the Argonauts in their quest for the Golden Fleece. He also took part in the Calydon boar hunt.
He also contributed significantly to the victory of Hercules over the Amazons, in the relevant labor. While he was with Hercules in the land of the Amazons, Antiope, one of the Amazon queens, fell in love with him. Betraying her sisters, she followed Theseus on his way back to Greece. The Amazons pursued the hero and Antiope to Athens, where they engaged in a fierce battle. Hippolyte, defeated, escaped to Megara, where she died.
Antiope and Theseus had a son, Hippolytus. Storytellers disagree on the way she died:Some say she was killed by an Amazon warrior, while others say that she was accidentally killed by an Amazon ally of hers, Penthesilia, while they were battling against the other Amazons. Some even insist that Theseus himself killed her, when she attacked the guests at his wedding to Phaedra.

Theseus was then married to Phaedra, who was Ariadne's sister. Out of wedlock, the king and queen had two sons: Acamas and Demophon. Theseus intended his sons to succeed him in ruling Athens, so he sent Hippolytus, his son from Antiope, to Troezen, where he would succeed the hero's grandfather, Pittheus.
When Phaedra met once Hippolytus in Troezen, she fell in love with him. But the youth did not respond to her advances, because he was devoted to the goddess Artemis and was indifferent to women. Devastated, Phaedra killed herself, leaving a letter to Theseus, who was away on a trip, in which she claimed that Hippolytus raped her. Theseus refused to listen to his son's version of the story. Enraged, he called for his son's death by invoking one of the three curses that his father Poseidon had once bestowed upon him.
As Hippolytus rode away along the coast in his chariot, a bull rose out of the sea and spooked the horses. The horses upset the chariot and dragged Hippolytus, who had become entangled in the reins, to his death.
The goddess Artemis later appeared before Theseus, explaining to him the true version of the story. The real culprit behind the plot was the goddess Aphrodite, who wanted to punish Hippolytus for neglecting her and choosing Artemis over her.
The tragic story of Phaedra and Hippolytus is the central theme of a drama by the ancient Greek playwright Euripides called "Hippolytus". His Roman counterpart Seneca also told a similar story in his "Phaedra".

Not taken aback from the tragic end of his amorous adventures in the past (Ariadne, Antiope and Phaedra), Theseus was set on finding a suitable wife. His choice was princess Helen of Sparta, the same one who later sparked the Trojan War. At that time, Helen was in the age of 10-11, while Theseus was reaching fifty. As the myth goes, Helen was a daughter of Zeus and was the sister of the twins, Castor and Polydeuces.
In this new adventure, he was assisted by his long time friend Peirithous, king of the Lapithae, a tribe who lived in Thessaly (northeastern Greece). Perithous first met Theseus when he tried to steal cattle from him, in an attempt to challenge the hero and see whether his fame for being a hero held to be true. When the two men met, they grew font of each other and became close friends.
Peirithous was especially grateful to Theseus when he helped him battle against the Centaurs - half brothers of Peirithous since allegedly they all had Zeus as their father -, when, under the influence of alcohol, they created havoc at Peiritous's wedding with Hippodameia, at which they were invited as guests. In the ensuing war that broke out, Peirithous with the assistance of his friend Theseus managed to drive away all the Centaurs from Thessaly.
After the two friend abducted Helen from Sparta, they left her with Theseus's mother Aethra in the town of Aphidnae and then set out to find and capture Perithous's choice of wife: Persephone, who at the time was residing in the Underworld with Hades.
The two heroes joined to make the perilous journey to the Underworld. When they met Hades, he unexpectedly greeted them with hospitality and offered them to sit on stone chairs. To their amazement, their flesh became fastened to the chair and on top of this, they lost memory of their identity and what they were doing there altogether. To Theseus good fortune, he was released from his Chair of Forgetfulness, when Hercules visited Hades to accomplish his last labor, the capturing of Cerberus. However, Hercules was unable to free Peirithous, as he had to leave Hades in a hurry, due to an earthquake.
Brought back to the living, Theseus found out that during his absence, the Dioscuri (Castor and Polydeuces, the twin brothers of Helen) had attacked Aphidnae, rescued their sister and abducted and enslaved Aethra.
Athenians were furious with Theseus, holding him responsible for all the disasters that he brought upon them. By the time Theseus returned from the kingdom of death, they had ousted them as their king and put in his place Menestheus, who according to the historian Plutarch was a direct descendant of the great legendary Athenian king Erectheus.

Unable to win back the throne, Theseus took refuge in the Aegean island of Scyrus. There, king Lycomedes, perhaps fearing that his renowned visitor would take away the throne from him, drove the hero to his death, by pushing him over a steep cliff into the sea, while they were having a walk.
Long after his death, the image of Theseus, fully armed, arose and helped Athenians to victory, during the battle of Marathon (490 BC). When the Persian Wars ended, the bones of the hero were restored to Athens for burial. They were placed in the city center at the Theseion, which became a refuge for the weak, for slaves and for all those oppressed by the powerful.
The renowned king of Athens and the monster slayer hero was finally placed in the honorary position that he deserved, despite the foolish adventures that he forced his fellow citizens to endure during his reign.