Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012

Ελληνική Κοσμογονία και Θρησκεία


Η Ελληνική Θρησκεία είναι το σύνολο των θεολογικών πεποιθήσεων και λατρευτικών πρακτικών των αρχαίων Ελλήνων σε μια σύνθεση, ωσάν να είναι ένας τεράστιος ζωντανός οργανισμός όπου καμία θεολογική τοποθέτηση δεν εξαιρείται, και όπου όλα συνυπάρχουν με αρμονικό τρόπο και συμπληρώνουν το ένα το άλλο παίρνοντας την κατάλληλη θέση, στο κατάλληλο σημείο σ αυτό το σύνολο, τον ζωντανό οργανισμό που ονομάζεται Ελληνική Κοσμογονία και Θρησκεία.

Ο Δίας, ο ύψιστος των θεών, συναντάται σε τρία σημαντικά σημεία στην Ελληνική Κοσμογονία:
    1) Στην αρχή της Ελληνικής Κοσμογονίας, προϋπάρχων του κόσμου, και δημιουργός του κόσμου. Εκεί, όπως λέει ο Ζήνων ο Κιτιεύς, εκτός από Δίας, προσονομάζεται κατά άλλους Θεός, κατά άλλους Νους, Ειμαρμένη, και με άλλες ονομασίες. (Ο Θεός του Ξενοφάνη που δημιούργησε τον κόσμο, ο Νούς του Αναξαγόρα, το Όν του Παρμενίδη, η Άρρητος Αρχή του Ορφέα, το Έν κλπ.). « Έν τ είναι Θεόν και Νούν καί Ειμαρμένην και Δία. Πολλές τ ετέραις ονομασίες προσονομάζεσθαι… σπερματικόν λόγον όντα του κόσμου» (Διογ.Λαέρτ.7,136). (Nα σημειώσουμε εδώ ότι στην Άρρητο Αρχή του Ορφέα, ο Ζεύς είναι ο Λόγος της Αρρήτου Αρχής. Λόγος, είναι η αγάπη, η φιλότης, είναι η ενέργεια που συνέχει τα πάντα στην Άρρητο Αρχή, στο Εν η Όλον. Και όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε τους θεούς και σε σπερματική μορφή όλες τις κατόπιν εκδηλωθείσες στον κόσμο μορφές).(Και στα μαθηματικά, λόγος σημαίνει η σχέση, η σύνδεση δύο αριθμών).
    2) Στην πρώτη μορφή που σύμφωνα με τον Ορφέα ήλθε στον εκδηλωμένο κόσμο, ο Φάνης – Έρως – Μήτις –Ηρικεπαίος, ο οποίος ονομάζεται και Πρωτόγονος, Δίας, και Πάνας «…και ήδ η θεολογία Πρωτόγονον ανυμνεί και Δία καλεί πάντων διατάκτορα καί όλου του κόσμου· διό και Πάνα καλείσθαι.» Ορφικά Αποσπάσματα 13,20. Δαμάσκιος. 123 bis [I 317, 15 R] η δε κατά τον Ιερώνυμον φερομένη και Ελλάνικον (naml. Ορφική θεολογία) (Αθηναγ.18p.20 Schw).
   3) Στην εγκόσμια « επιφάνεια » του Διός, ως γιός του Κρόνου. ( Επιφάνεια, ονομάζεται η εγκόσμια εμφάνιση και παρουσία ενός προυπάρχοντος θεού, μέσα στον κόσμο, όταν ωριμάζουν οι συνθήκες του κόσμου, και καλείται πλέον να έλθει στα εγκόσμια για να αποτελέσει την ουσία ενός τομέα, ενός δεδομένου, ενός αντικειμένου, μιας συγκεκριμένης πτυχής αυτού του κόσμου, για να διοικήσει τον τομέα αυτό. Συνήθως, η επιφάνεια ενός θεού, συμβολίζεται στη Μυθολογία με μια «γέννηση». Την γέννηση αυτή πάντοτε προκαλεί ο Έρως, ο οποίος εξ ου και ονομάζεται γεννήτωρ όλων των θεών (και αρχαιότερος των εγκοσμίων θεών). Ακριβέστερα, ο Έρως εντάσσει έναν προυπάρχοντα θεό, μέσα στον κόσμο, θέτοντας ως «γονείς» του θεούς που έχουν μία προδήλως αιτιώδη σχέση με τον τομέα που πρόκειται να αναλάβει ο νεοεισαχθείς στον κόσμο θεός).

Αυτές οι τρεις ιδιότητες του Διός συνυπάρχουν στην Ελληνική Κοσμογονία και Θρησκεία. Και είναι ο θεός που με το μέγεθος της Αγάπης του (και τα τόσα πολλά επίθετά του που σημαίνουν Αγάπη) κυβερνάει τον κόσμο εν Αγάπη.Καθώς στην Ελληνική θρησκεία δεν υπάρχει δογματικό περίγραμμα αυστηρό και απαγορευτικό, μπορεί κανείς να υιοθετεί θεολογικές απόψεις από διαφορετικούς ποιητές η φιλοσόφους συνδυάζοντας επιλεκτικά κείμενά τους χωρίς κατ ανάγκη να συμφωνεί με όλες τους τις απόψεις η το γενικότερο πνεύμα τους. Αν για παράδειγμα κάποιος πιστεύει ότι ο Δίας προυπάρχει του παντός και δημιούργησε τον κόσμο εκ του μηδενός, μπορεί να συμφωνεί επιλεκτικά με κάποια κείμενα π.χ του Ορφέα, χωρίς να συμφωνεί με το συνολικό πνεύμα του Ορφέα.
Ας δούμε μερικά τέτοια κείμενα:
-«Ζευ..δια σην κεφαλήν εφάνη τάδε πάντα, γαία θεά μήτηρ..και πόντος…παντογένεθλε, αρχή πάντων…αυτοπάτωρ. Μακάρων τε θεών πάτερ ηδέ και ανδρών» Ορφικός Ύμνος Διός.
-«Κικλήσκω μέγαν…Δία, παγγενέτην» Ορφικός ύμνος Διός Αστραπέως.
-«Ζεύς πρώτος γένετο…Διός δ εκ πάντα τέτυκται…Ζευς αυτός απάντων αρχιγένεθλος..» Ορφικοί («Εκλογή» του ΣτοβαίουΙ23vs και Ευσεβίου 1.1 ΙΙΙ 11).

Οσον αφορά την μυθολογία, αξίζει να σημειώσουμε ότι εκτός της πλατειά αποδεκτής παραδοχής ότι οι μύθοι είναι συμβολικοί και αποδεκτοί, υπήρχε στην αρχαία Ελλάδα και η εξ ίσου σημαντική άποψη ότι όλοι οι μύθοι είναι άκυροι και δεν θα έπρεπε να υπάρχουν καθόλου μύθοι για τους θεούς, γιατί ότι και να πει κανείς για τους θεούς τους αδικεί, καθώς η μεγαλοσύνη τους είναι άφθαστη από την διάνοια των ανθρώπων: «καθόλου αξύμφορος ο περί των θεών λόγος».
Κάποιοι άλλοι πάλι (Σωκράτης), θεωρούσαν ότι έπρεπε να ξαναγραφτούν οι μύθοι για να αποδίδουν την μεγαλοσύνη των θεών, όχι μόνο ως νόημα, αλλά και ως αφήγηση, γιατί θεωρούσαν ότι οι υπάρχουσες συμβολικές αφηγήσεις δεν είναι αντάξιες των θεών ως εικόνα-αφήγηση, αλλά μόνο ως περιεχόμενο. (Παρόμοιες απόψεις εξέφρασαν οι: Ξενοφάνης, Ηράκλειτος, Πλάτων,κλπ).
Κλείνοντας, και επανερχόμενοι στο κατ εξοχήν θέμα, να αναφέρουμε ότι ρήσεις των Ελλήνων στο θρήσκευμα για την Αγάπη, όπως και τώρα, θα συνεχίζουν να υπάρχουν αδιάκοπα και στο μέλλον, και θα έχουμε ακόμα περισσότερες διατυπώσεις από τις ήδη υπάρχουσες, τις πάρα πολλές όμορφες αποχρώσεις που έχουν αποδώσει οι αρχαίοι Έλληνες στην έννοια της Αγάπης.

Σύνθεση μονοθεϊσμού και πολυθεϊσμού
 
Η Ελληνική Θρησκεία, ποτέ δεν έθεσε θέμα αν είναι μονοθεϊσμός η πολυθεϊσμός, ακριβώς γιατί είναι και τα δύο. Είναι η σύνθεση μονοθεϊσμού και πολυθεϊσμού. Όλοι οι Έλληνες δέχονται την ύπαρξη πολλών θεών, και ταυτόχρονα δίνουν όνομα στην ανώτατη θεία οντότητα που ταυτίζεται με το παν. Όπως λέει ο Ζήνων ο Κιτιεύς, εκτός από Δίας, προσονομάζεται κατά άλλους Θεός, κατά άλλους Νους, Ειμαρμένη, και με άλλες ονομασίες. (Ο Θεός του Ξενοφάνη που δημιούργησε τον κόσμο, ο Νούς του Αναξαγόρα, το Όν του Παρμενίδη, η Άρρητος Αρχή του Ορφέα, το Έν, η Μητέρα των θεών, κλπ.). « Έν τ είναι Θεόν και Νούν καί Ειμαρμένην και Δία. Πολλές τ ετέραις ονομασίες προσονομάζεσθαι…σπερματικόν λόγον όντα του κόσμου» (Διογ.Λαέρτ.7,136).
Ο Ηράκλειτος λέει: «Το Ένα, το σοφό, και θέλει και δεν θέλει να λέγεται μόνο Ζεύς»
Ο Πλωτίνος λέει: «Ο λατρεύων τους Θεούς, λατρεύει τον Θεό», ότι δηλαδή, ο αληθινά πιστός αισθάνεται ταυτόχρονα τον Θεό και τους Θεούς.
Ο Φιλόλαος, επίσης, μας λέει ότι στο κέντρο του Όντος, που ταυτίζεται με το σύμπαν και το Θεό υπάρχει άσβεστη φλόγα, το «κεντρικόν πύρ».Ο Στοβαίος αναφέρει (Ανθολόγιο,1,22,1): «Ο Φιλόλαος τοποθετεί το πύρ στο μέσον, στο κέντρο. Το ονομάζει εστία των πάντων, οίκον του Διός, μητέρα των θεών».Ονομάζει δηλαδή το κέντρο του ανώτατου θείου όντος με δύο ονόματα: οίκον του Διός, Μητέρα των θεών. Ο Ξενοφάνης λέει: «Εις Θεός εν τε Θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος» Ένας Θεός είναι μέγιστος ανάμεσα στους Θεούς και τους ανθρώπους.

Η Ελληνική ηθική

Ορισμένοι Φιλόσοφοι θεωρούσαν, ότι θεμελιώδες στοιχείο της Ελληνικής ηθικής είναι η αποφυγή των σαρκικών ηδονών χωρις συναισθηματικο δεσιμο.Ο Επίκουρος πίστευε στο γάμο και στην οικογένεια, για όσους ήταν προετοιμασμένοι για τέτοιες ευθύνες, και αποδοκίμαζε τον σεξουαλικό έρωτα, διότι παγιδεύει τον εραστή μέσα σ’ένα κουβάρι περιττών αναγκών και τρωτών συναισθηματικών καταστάσεων. Εμείς οι άνθρωποι δημιουργούμε τους μύθους και τις περιγραφές αυτές για να αποδώσουμε την ενότητα και την αλληλοσυμπλήρωση του θείου στοιχείου (ανθρώπου-θεού-θνητού), την αιτιώδη σχέση μεταξύ τους, και το γεγονός ότι η ύπαρξη και παρουσία του ενός θεού προϋποθέτει την ύπαρξη και παρουσία άλλων θεοτήτων.

Ελληνισμός η Εντονη Αγάπη προς τον Κόσμο και προς το Παν

Της Αλεξάνδρας Γιαννοπούλου

Στην ελληνική παράδοση, ο ΕΡΩΣ ( =ΑΓΑΠΗ , κάθε είδους Αγάπη )(Έρως Αρετής , Έρως γης ,Έρως θαλάσσης , Έρως επιστήμης , Έρως μητρός , Έρως τέχνης , Έρως γυναικός κλπ) είναι η πρωτίστη και συνεχής αιτία της κοσμογονίας και της κοσμοποιοίας(Τόσο στην Ορφική, όσο και στην Ησιόδεια κοσμογονία) . Είναι έννοια αφηρημένη , πολυσυλλεκτική , είναι το σύνολο της συμπαντικής Αγάπης , Αγάπη προς το σύνολο του εκδηλωμένου κόσμου, προς τον άνθρωπο, προς το φυτό, το ζώο, την πέτρα, το ποτάμι, προς κάθε μορφή, προς μία έννοια, προς μία κατάσταση, προς ένα πράγμα, προς τα πάντα,από την πρωτογενή ύλη μέχρι τους Θεούς.Είναι η ελκτική και συνεκτική δύναμη που συγκρατεί την ύλη και δημιουργεί, διατυπώνει κάθε μορφολογία.Είναι ο αρχαιότερος των εγκοσμίων Θεών και υπεύθυνος για κάθε δημιουργία.Η ενέργειά του υπάρχει σε όλους τους Θεούς αλλά και σε όλους τους ανθρώπους,ζώα,φυτά κλπ,σε όλη την υλική εκδήλωση, διακατέχει το παν, πληρεί τον κόσμο.
Είναι ενδεικτικό ότι άλλες θεότητες – προσωποποιημένες στο θείο επίπεδο έννοιες όπως η Αρετή, η Αρμονία, η Ευνομία, η Μνημοσύνη, η Πειθώ κλπ βρίσκονται στο γενεαλογικό δέντρο της θεογονίας σε κατοπινά στάδια και γενεές. Αυτό το γεγονός καταδεικνύει την τεράστια σημασία και έμφαση που έχει ο Έρωτας (=Αγάπη) στην Ελληνική θρησκεία καθώς βρίσκεται στην αρχή της κοσμογονίας και θεογονίας ως το πρώτιστο και μοναδικό στοιχείο κοσμοποιοίας στο σύμπαν ενώ ταυτόχρονα είναι η ελκτική δύναμη που συγκρατεί την ύλη στο μεγάκοσμο (πλανητικά συστήματα) και τον μικρόκοσμο (υποδιαιρέσεις της ύλης). Και όπως προαναφέραμε, όχι μόνο συγκρατεί την ύλη αλλά επίσης την κινητοποιεί δημιουργώντας συμπλέγματα και μορφές περισσότερο η λιγότερο εξελιγμένες. Δημιουργεί έτσι όλες τις μορφές του αισθητού κόσμου αλλά και του νοητού καθώς ο κόσμος των νοητών είναι μια προβολή και επεξεργασία των δεδομένων του αισθητού κόσμου.Ο Ελληνικός κόσμος λοιπόν είναι ένας κόσμος στον οποίο το κύριο στοιχείο είναι η Αγάπη. Ένας κόσμος έντονης Αγάπης.Η Αγάπη είναι ο βιότοπος του Ελληνισμού και ο καθολικώς προσδιοριστικός όρος του ελληνικού πολιτισμού.

Όλα τα γεννήματα του Έρωτος (της Αγάπης): ο κόσμος τα φυτά τα ζώα οι άνθρωποι και οι θεοί φέρουν μέσα τους την ενέργεια του Έρωτος.
-«Ούτω πολλαχόθεν ομολογείται ο Έρως εν τοις Θεοίς πρεσβύτατος είναι.» Πλάτων. Πράγματι από πάρα πολλούς ομολογείται, ότι ο Έρως είναι ο παλαιότερος από τους Θεούς.
-«Πρώτιστον μέν Έρωτα θεών μητίσαντο πάντων» Παρμενίδης (στ.13).
-«Σεμνός Έρως Αρετής.» Φωκυλίδης Ο Έρωτας για την Αρετή είναι άξια επιθυμία.
-«Σε όσους γιατρούς υπάρχει και φιλανθρωπία, εκεί υπάρχει και Έρωτας για την επιστήμη.» Ιπποκράτης.
-«Ουκ έστι μητρός ουδέν ήδιον τέκνοις. Εράτε μητρός, παίδες, ως ούκ έστ’έρως τοιούτος άλλος όστις ηδίων εράν».Τίποτε πιο αγαπητό στα παιδιά από τη μητέρα. Αγαπάτε, ω τέκνα την μητέρα σας. Δεν υπάρχει πιο αγνός και πιο γλυκός Έρωτας από αυτόν. Ευριπίδης (Απ.358,1-3).
-«…Έρως πατρώας τήσδε γής…» Αισχύλος. Αγ.540.
-«Έρως των θεών βασιλεύει» Αγάθων.
-«Ο Έρωτας στρέφεται πάντοτε προς αυτό, την παντοτινή κατοχή του αγαθού». Διοτίμα η Μαντινεία.
-«Τίποτα πιο δυνατό από τον Έρωτα δεν υπάρχει». Μένανδρος.
-«Ο Έρωτας της ψυχής είναι πολύ ανώτερος από τον Έρωτα του σώματος». Ξενοφών. Συμπόσιο.

Ο Ζευς, ο ύψιστος των Θεών, έχει πολλά ονόματα που σημαίνουν Αγάπη (Ο Ζευς είναι Αγάπη). Για καμμία άλλη ιδιότητα του Διός (δικαιοσύνη, ισχύς, κλπ.) δεν υπάρχουν τόσα πολλά επίθετα όσα για την Αγάπη:
Ο «ΦΙΛΙΟΣ ΖΕΥΣ» (φιλώ=αγαπώ) δηλαδή ο Ζευς που είναι Αγάπη και που ευνοεί κάθε εκδήλωσή της. Συχνά επικαλούνταν το Φίλιο Ζευ λέγοντας μόνο το επίθετο: (μα τον Φίλιο, νη τον Φίλιο, προς Φιλίου κλπ). Υπήρχαν και ναοί αφιερωμένοι στον Φίλιο Ζευ, όπως π.χ. στη Μεγαλόπολη Αρκαδίας ( Παυσανίας 8.31), στην Αθήνα, την Επίδαυρο, την Πέργαμο, κλπ.
Το επίθετο φίλιος-φιλία έχουν και άλλοι θεοί: «Φίλιος Ερμής», «Φίλιος Έρως», «Φιλία Φύσις», «Φίλιος Απόλλων», «Φιλία Νύξ»κλπ. Ο «Φιλήσιος Δίας» (Με την ίδια ακριβώς έννοια με τον: Φίλιο Δία).
Ο «Ζευς Εταιρείος» (εταιρείος = πλήρης Αγάπης προς τον άλλον) (έτερος = ο άλλος, προυποθέτει ύπαρξη δύο μερών) . Ο Ζευς Εταιρείος είναι προστάτης της Αγάπης μεταξύ των ανθρώπων, της φιλίας, της συναδέλφωσης και επίσης της κοινωνικής οργάνωσης των ανθρώπων. Στη Μαγνησία και στη Μακεδονία εορτάζονταν προς τιμήν του τα «εταιρίδεια»(εορτή του Εταιρείου Διός) (Ηγήσανδρος εν (Υπομνήμασι) παρ Αθην. 572D).
O «Εταίριος Δίας» (με την ίδια έννοια).
Ο «Εταιρήιος Δίας» (με την ίδια έννοια).
Ο «Εταιρίδας Ζευς» (με την ίδια έννοια).
Ο «Ζευς Φίλος» (φίλος = αγαπημένος, αγαπητός, φιλώ = αγαπώ).
Ο «Ζευς Οικείος» είναι προστάτης της οικειότητας, της Αγάπης και της Φιλίας που πρέπει να αισθάνονται οι άνθρωποι στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. (Τα πολλά επίθετα του Διός σε σχέση με την έννοια της Αγάπης απλά υπενθυμίζουν και υπογραμμίζουν αυτό το δεδομένο).
Ο «Πρευμενής Δίας» δηλαδή ο πράος, ευμενής, ο φίλα διακείμενος, ο αγαθός.
Ο «Ξένιος Δίας» (ο οποίος αναφέρεται στην καλή αντιμετώπιση, την καλή προδιάθεση και φιλική, αγαπητική συμπεριφορά και στάση προς τον ξένο, καθώς επίσης και στη φιλοξενία αλλά και στην φροντίδα η περιποίηση φίλου η ξένου. Επίσης, «ξενία» είναι η φιλική σχέση μεταξύ πόλεων η εθνών. Ο Δίας είναι ο δημιουργός και προστάτης των φιλικών σχέσεων μεταξύ εθνών και πόλεων).
Ο «Ξείνιος Ζευς» (με την ίδια έννοια).
Ο «Πολυξενώτατος Ζευς» (με την ίδια έννοια).
Ο «Εύξεινος Δίας» (με την ίδια έννοια).
Ο «Ομονώος Ζεύς»(από τη λέξη: ομόνοια) φέρνει στους ανθρώπους ομόνοια, σύμπνοια, συμπόρευση.
Ο «Ομολώιος Ζευς» (από το: ομολογία = ομόνοια). Στη Θεσσαλία και στη Βοιωτία (Στον Ορχομενό και στη Θήβα) εορτάζονταν τα Ομολώια (εορτές του Ομολωίου Διός).
Το ίδιο επίθετο έχει και η Δήμητρα: «Ομολώια Δήμητρα».
O «Ζεύς Ομολούιος» (έχει την ίδια έννοια με το: ομονώος, ομολώιος).
Ο «Πίστιος Ζευς» (πίστις = η εμπιστοσύνη, δηλαδή ο Δίας που προάγει την εμπιστοσύνη μεταξύ των ανθρώπων, την καλή πίστη ).
Ο «Θεόταιρος Ζευς» (θεός και εταίρος, θεός – εταίρος, δηλαδή ο φίλος ανθρώπων και θεών).
Ο «Φρατρίος Ζευς» (φράτηρ = αδελφός, Φρατρίος Ζευς = Αδελφικός Ζευς) δηλαδή ο Δίας που προστατεύει και δημιουργεί κάθε συναίσθημα αδελφοσύνης, αδελφότητας μεταξύ των ανθρώπων. Για το λόγο αυτό, ο Φατρίος Ζευς συνέχει, (είναι το συνεκτικό στοιχείο) μιας οικογένειας, μίας ομάδας, μίας αδελφότητας, ενός γένους, ενός λαού.
Ο «Φατρίος Ζευς» (με την ίδια έννοια).
Ο «Έκαλος Ζευς» Λατρεία του Διός, ως θεού της αγάπης και της φροντίδας για τον συνάνθρωπο, της φιλοξενίας, πολύ συγγενής προς την λατρεία του Διός Ξενίου. (Εκάλη, ήταν μια υπέργηρη γυναίκα που περιποιήθηκε και φιλοξένησε τον ήρωα Θησέα, όταν αυτός κουρασμένος από μια καταιγίδα, αναζήτησε φιλοξενία, και ενώ πήγαινε να αντιμετωπίσει τον ταύρο του Μαραθώνος. Η Εκάλη, έταξε στον Δία για την αίσια επάνοδο του ήρωα, όπως και έγινε, αλλά η ίδια, δεν πρόλαβε να τον δει γιατί πέθανε πρίν την επιστροφή του).
Ο «Εκαλείος Δίας» (Με την ίδια έννοια).
Ο «Εκαλήσιος Δίας» (Με την ίδια έννοια).
Ο «Ομαγύριος Ζεύς» (συνάγων,συνενώνων, συναθροίζων, συγκαλών) Ο Ζευς δηλαδή που φέρνει κοντά τους ανθρώπους.
Ο «Ομηγύριος Ζευς» (με την ίδια ακριβώς έννοια).
Ο «Πρόξενος Δίας» (1) δημιουργών και εφορεύων επι της επισήμου χαρακτήρος λαμβάνουσας φιλίας μεταξύ μιας πόλεως και ενός ξένου, ενός πλέον γενομένου δημόσιου φίλου. Για παράδειγμα, οι Αθηναίοι και ο Αλέξανδρος ο Ά της Μακεδονίας (Ηρόδ.8.136,143) 2) προστάτης, βοηθός, επίκουρος προς τους ανθρώπους).
Ο «Ειρηναίος Ζευς» που δημιουργεί την ειρήνευση στους ανθρώπους, η οποία δεν είναι μόνο η αποφυγή πολέμου, αλλά και η κοινωνία εν Αγάπη.
Ο «Φιλότεκνος Δίας». Ο Δίας που αγαπάει τα παιδιά του. Παιδιά του Διός είναι οι θεοί και οι άνθρωποι.(Ο Όμηρος αποκαλεί τον Δία: «Πατήρ ανδρών θεών τε» (Πατέρα θεών και ανθρώπων). Επίσης, ο Δίας έχει το επίθετο: «Ζεύς Πατήρ», που δείχνει και αυτό το επίθετο αυτή την σχέση Αγάπης και στοργής με τα παιδιά του, τους ανθρώπους. Η επίκληση του Διός πολύ συχνά ξεκινάει στους ύμνους και στις προσευχές με το: «Ζευ Πάτερ».
Ο φιλεύσπλαχνος Δίας είναι προστάτης των πιο ευπαθών ομάδων των ανθρώπων και όλων των ανθρώπων που βρίσκονται σε μια αδυναμία, σε αδύνατη θέση. Είναι προστάτης των φτωχών, των ξένων «είναι του Διός όλοι οι φτωχοί και οι ξένοι» (Όμηρος, Οδύσσεια). Επίσης, αποκαλείται: «Φύξιος» γιατί είναι προστάτης των φυγάδων, «Ασυλαίος» (ο παρέχων άσυλο). «Ικέτας» γιατί είναι προστάτης των ικετών, «Ικέσιος» (θεός της συγχώρεσης) και «Ικετήσιος».Με όμοια σημασία: «Ικτήρ», «Ικταίος», «Αφίκτωρ» (ικτήρ = ικέτης).
Ο «Προστροπαίος Ζεύς»: Λατρεία του Διός, ως θεού που δέχεται με ευμένεια τις προσευχές, τα αιτήματα και τις ικεσίες των ανθρώπων.
Ο «Προστρόπιος Ζευς» (με την ίδια έννοια με τον Προστροπαίο Δία). Είναι επίσης προστάτης των ταπεινών, των καταφρονεμένων και των κατατρεγμένων. Όταν ο Χίλων ο Λακεδαιμόνιος ρωτήθηκε: Με τι ασχολείται ο Δίας; Απάντησε: «Με το να υψώνει τους ταπεινούς και να χαμηλώνει τους αλαζόνες» (Διογένης Λαέρτιος. Βίοι Φιλοσόφων. Α,69).
Επίθετα του Διός που επίσης είναι δηλωτικά Αγάπης είναι:
Ο «Δίας Σωτήρ» (ως έμπρακτη εκδήλωση Αγάπης).
Ο «Δίας Σαώτης» (με την ίδια έννοια με το: Σωτήρ. Σαώτης = Σωτήρ).
Ο «Ζευς Μειλίχιος» (πράος,πραυντικός) κλπ.(προς τιμήν του Μειλιχίου Διός ετελούντο τα Διάσια στην Αθήνα (Θουκ.1.126).
Ο «Μείλιχος Δίας» (με την ίδια έννοια).
Ο «Μηλείχιος Δίας» (με την ίδια έννοια).
Ο «Δίας Μελισσαίος» (έχει την ίδια έννοια με τον: Δία Μειλίχιο, Μείλιχο Δία, Μηλείχιο Δία).
Ο «Ζευς Πανήμερος» (ο απολύτως ήμερος, ο πράος).
Ο «Ζευς Πανάμαρος» (με την ίδια έννοια με το: Ζευς Πανήμερος).
Ο «Ζευς Παναμέριος» (με την ίδια έννοια).
Ο «Ζευς Πανημέριος» (με την ίδια έννοια).
Ο «Ζευς Ημέριος» δηλαδή ο Ζευς που εξημερώνει.
Ο «Ημεράσιος Δίας» (με την ίδια έννοια).
Ο «Ζευς Ήπιος».
Ο «Ζευς Ερκείος» που είναι προστάτης της αγάπης ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας (όπως και η Εστία). (Ερκείος, από το:Έρκος = προαύλιο, γιατί το άγαλμά του ήταν τοποθετημένο σε κάθε σπίτι στο κεντρικό προαύλιο γύρω από το οποίο αναπτύσσονταν τα δωμάτια στο αρχαίο ελληνικό σπίτι).
O «Δίας Μεσέρκειος» (με την ίδια έννοια).
Ο «Ομόριος Ζευς» είναι ο προστάτης της καλής γειτονίας, της αγάπης και της φιλίας μεταξύ των γειτόνων (ομού και όριον, όμορος = ο γειτονικός).
Ο «Ομάριος Δίας» (Με την ίδια έννοια).
Ο «Ζεύς Αγαθός» (ως σύνοψη της αγαθής και αγαθοποιού υποστάσεως, ταυτότητος του Διός).
Ο «Ζευς Άγιος»και ο «Ζευς Τέλειος» (κάθε ένα από τα δύο αυτά επίθετα ως ο δημιουργός κάθε αρετής και τελειότητος). (Σχετική επιγραφή: «Διί Αγίω»).
Ο «Ζευς Αρωγός» (αρωγός = βοηθός) δηλαδή ο Ζευς που βοηθάει, προστατεύει και συντρέχει τους ανθρώπους.
Ο «Ζευς Επίκουρος» (με την ίδια έννοια: επίκουρος = βοηθός).
Ο «Δίας Αγνός» (αγαθός, αγνός). Ο «Άριστος Δίας» (ο ως προς όλα άριστος).
Ο «Αρισταίος Δίας» (με την ίδια έννοια με τον Άριστο Δία).
-«..ο Ζεύς, δηλαδή το αγαθόν και το άριστον» Ορφεύς (Ορφικά. αποσπ. 107).
-«Ζευ, μεγάλαι δ’ αρεταί θνατοίς έπονται εκ Σέθεν» Πίνδαρος (Ισθμιονικ.Γ,4-5). Ζευ, οι μεγάλες αρετές έρχονται στους θνητούς από Σένα.

Θεότητες που εφορεύουν, έχουν ως αντικείμενό τους την Αγάπη είναι επίσης:
-Η Αφροδίτη
-Η Φιλότης (=Αγάπη)(κόρη της Νυκτός) η οποία όπως και ο Έρως προσωποποιεί και αυτή την Αγάπη.
-Ο Ίμερος (Ο Ίμερος ο οποίος είναι θεός που έχει πολύ κοντινά χαρακτηριστικά με τον Έρωτα, κατοικεί κοντά στην κορυφή του Ολύμπου μαζί με τις Μούσες και τις Χάριτες).
-Ο Αντέρως ο οποίος εκφράζει την αμοιβαία Αγάπη. Αντιστοιχεί στο πρόσωπο που το αγαπούν, που δέχεται την Αγάπη. (Στο μουσείο του Ηρακλείου υπάρχει ανάγλυφο πάνω σε κυκλική επιφάνεια, που απεικονίζονται ο Έρως και ο Αντέρως ως δύο όμοιοι μικροί ερωτιδείς (νήπια) με φτερά που αγκαλιάζονται μεταξύ τους, ως εικαστική απόδοση της αμοιβαίας αγάπης).
-Ο Πόθος (Ο Πόθος είναι θεός ο οποίος σημασιολογικά δηλώνει την Αγάπη που συνοδεύεται από σφοδρή επιθυμία)
-Η Πειθώ η οποία παρακινεί τους νέους να ανοίξουν την καρδιά τους στην Αγάπη και να εξομολογηθούν την αγάπη τους ο ένας στον άλλον.
-Οι Ερωτιδείς (μικροί Έρωτες).
- Η Ειρήνη (Η οποία εκτός από αποφυγή πολέμου, σημαίνει και κοινωνία εν Αγάπη)
- Η Ομόνοια. Σημαντικός είναι ο ναός της Ομόνοιας στον Ακράγαντα της Σικελίας
- O Οίστρος ( Ο οποίος εκφράζει υπερβολική αγάπη, πόθο και θέληση, επιθυμία για κάτι ).
- Η Αρετή (Που εμπεριέχει όλες τις αρετές, και την Αγάπη προς τον συνάνθρωπο).
- Η Εύκλεια ( «ευ» και «κλέος» με την έννοια ότι η καλή δόξα είναι και προυποθέτει Αγάπη των ανθρώπων προς ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, λόγω των ενάρετων πράξεών του). Σημαντικά λατρευτικά κέντρα της Εύκλειας είναι η Αθήνα, οι Δελφοί, Η Θήβα και η Κόρινθος στην οποία γιορτάζονταν τα «Εύκλεια».

Να σημειώσουμε εδώ ότι η έννοια της Αγάπης ενυπάρχει και σε άλλες ιδιότητες των θεών:
Η Ήρα, η Ερατώ, και ο Υμέναιος είναι προστάτες της συζυγικής Αγάπης.
Η Εστία προστατεύει την Αγάπη ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας.
Η Μητέρα των Θεών, η Ρέα, η Λητώ και η Ειλείθυια είναι προστάτες της μητρικής Αγάπης.
Οι Διόσκουροι είναι προσωποποίηση της αδελφικής Αγάπης, της «φιλαδελφίας».
Κάθε θεός, θα έλεγε κανείς, εκφράζει στην ουσία την Αγάπη για ένα διαφορετικό αντικείμενο:
Η Αθηνά εμφυσά στους ανθρώπους την Αγάπη για τη γνώση και τη μόρφωση.
Ο Απόλλων εκπροσωπεί την Αγάπη για τις τέχνες όπως και οι Μούσες.
Ο Ήφαιστος την Αγάπη για την τεχνουργία, ο Ασκληπιός την Αγάπη για την Ιατρική κλπ.

Η ίδια η ελληνική λατρεία δεν είναι τίποτε άλλο από μια σχέση Αγάπης ανάμεσα στους ανθρώπους και τους θεούς

Έχουμε ήδη προαναφέρει 30 και πλέον επίθετα του Διός που σημαίνουν Αγάπη.
Η Αγάπη του Διός είναι πύρινη, είναι ζεστή σαν τη φωτιά. Στα Ορφικά κείμενα έχουμε περιγραφή του πύρινου χαρακτήρα του Διός. «Το καθαρότατον και κορυφαιότατον άτε διαυγές όν πύρ Ζήνα ωνόμασαν δια την εν αυτώι ζέουσαν φύσιν….πυρώδης ουσία ζωτική….Τήι ούν ιδίαι θερμότητι ο Ζεύς – τουτέστιν η ζέουσα ουσία..» Ιερώνυμου και Ελλάνικου Θεογονία (56). Το καθαρότατον και υψούμενον στα ανώτατα πεδία του χώρου διαυγές πυρ Δία ωνόμασαν, χάριν του θερμοτάτου και εμπύρου χαρακτήρος της φύσεώς του...πυρώδης ουσία πλήρης ζωής και ισχύος….με την έμφυτη θερμότητά του ο Ζεύς – δηλαδή η υπέρθερμος ουσία..».
Ο Ζευς έχει τα επίθετα: «Φλογόεις», «Πυρσαγεύς», «Πυρίδρομος», «Πυρίβρομος», «Πυριβρεμέτης», «Πυρόεις», «Πάμφλεκτος», «Πυρφόρος» ως ο Θεός που ταυτίζεται με το κοσμικό πύρ.
Για τον πύρινο χαρακτήρα του Έρωτος, ο Ορφεύς λέει: «..όν Φάνητα Ορφεύς καλεί, ότι αυτού φανέντος το πάν εξ αυτού έλαμψεν, τώι φέγγει του διαπρεπεστάτου των στοιχείων πυρός εν τώι υγρώι τελεσφορουμένου» Ιερώνυμου και Ελλάνικου Θεογονία (56). ….(για τον Έρωτα)…τον οποίο ο Ορφεύς ονομάζει Φάνητα, διότι, αφ’ ότου ενεφανίσθη, εξ αυτού έλαμψε το σύμπαν, με το φέγγος του πλέον εξόχου και θαυμαστού απ’ όλα τα στοιχεία: εκείνου του Πυρός, που γεννάται και μεγαλύνει και τελειούται μέσα στου υγρού την κοιτίδα.Είδαμε λοιπόν τον πύρινο χαρακτήρα της Αγάπης του Διός, και επίσης του Έρωτος. Ο Φιλόλαος, επίσης, μας λέει ότι στο κέντρο του Όντος, που ταυτίζεται με το σύμπαν και το Θεό (που ονομάζεται Δίας, κατ’ άλλους Νούς, κατ’ άλλους Ειμαρμένη, κλπ. όπως λέει ο Ζήνων ο Κιτιεύς) υπάρχει άσβεστη φλόγα, το «κεντρικόν πύρ».Ο Στοβαίος αναφέρει (Ανθολόγιο,1,22,1): «Ο Φιλόλαος τοποθετεί το πύρ στο μέσον, στο κέντρο. Το ονομάζει εστία των πάντων, οίκον του Διός, μητέρα των θεών, βωμό και συνοχή και μέτρο φύσεως. Επίσης τοποθετεί ένα δεύτερο πύρ, ανώτατο όλων, που περιέχει μέσα του τον κόσμο. Το κέντρο, λέει, είναι από την φύση του πρώτο, γύρω απ’ αυτό τα δέκα διαφορετικά σώματα εκτελούν τον ομαδικό τους χορό». Έτσι, ο συνειρμός ανατρέχει στην θερμότητα, την θέρμη ως το κατ εξοχήν στοιχείο της Αγάπης, και ως εκ τούτου, αποδίδεται ως εικόνα από τον Φιλόλαο η θερμή Αγάπη του ανώτατου όντος ως πύρινη (η Αγάπη συνδέεται, ταυτίζεται με την φωτιά). Η ύπαρξη ενός τέτοιου πυρώδους κέντρου συμβολίζεται από την ιερή και άσβεστη εστία κάθε βωμού και ναού, αποτελώντας την έδρα της τιμώμενης θεότητος σε κάθε οικία με την κεντρική εστία, όπου η οικογένεια μαζευόταν γύρω από την φωτιά, αλλά και απ’ το άσβεστο πύρ του Πρυτανείου.

Έτσι, γενικώς η εστία (με την φωτιά) είναι μια καθολική συμβολική παρουσίαση της θερμής από Αγάπη καρδιάς (κέντρου) του ανώτατου θείου όντος που ταυτίζεται με το σύμπαν. Παρόμοιο είναι και το νόημα της χρήσης της ιερής δάδας στις ιερές τελετές και τα δρώμενα (λαμπαδηδρομίες, κλπ).
«Και τα αγάλματα και οι βωμοί και η διατήρηση της άσβεστης φωτιάς και γενικώς όλα τούτα καθιερώθηκαν από τους πατέρες μας, σύμβολα της παρουσίας των θεών» Μέγας Ιουλιανός (Επιστολαί,89β,293).
Ο Ηράκλειτος επίσης, χαρακτηρίζει το σύμπαν: «πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα» (φωτιά αιώνια που ανάβει με μέτρο και σβύνει με μέτρο).
«Ο Ίπασσος ο Μεταποντίνος και ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος λένε, ότι το σύμπαν είναι ένα, κινούμενο και πεπερασμένο, και το πύρ θεωρούν ως την αρχή των όλων αλλά και των όντων, και δημιουργούνται τα όντα από την φωτιά με πύκνωση και αραίωση, ενώ διαλύονται και πάλι στο πύρ» (Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά, 984α).
Ο Δημόκριτος αποκαλεί τον Θεό νού πύρινο και σφαιροειδή «Δημόκριτος νούν τον θεόν εν πυρί σφαιροειδεί» (Αέτιος, Περί θεού,302,13). Για τους Πυθαγόρειους η αρχή της γενέσεως του σύμπαντος έγινε απ’ το πύρ και το πέμπτο στοιχείο μαζί, τον αιθέρα «Άρξασθαι δε την γένεσιν του κόσμου από πυρός και του πέμπτου στοιχείου» (Αέτιος, Πόθεν τρέφεται ο κόσμος, 333,19).
Ο Αέτιος μας πληροφορεί ότι για την πυρώδη φύση της ψυχής μίλησαν ο Παρμενίδης, ο Ίπασσος, ο Ηρακλείδης, ο Λεύκιππος και οι Στωικοί. «Πύρ γεννώμεθα, δια πυρός οδεύομεν» Πρόκλος.
Ο Παρμενίδης, λέει ότι το γήρας επέρχεται από την έλλειψη του θερμού στοιχείου «Παρμενίδης γήρας γίνεσθαι παρά την του θερμού υπόλειψιν» (Αέτιος, Περί τροφής, 443,8).
Ο Αριστοτέλης επίσης μιλάει για το πρώτο «ενυπάρχον πύρ» (Μετά τα φυσικά, 1052,9) και ο Θεόφραστος για την «θερμότητα της πρώτης σφαίρας». Ο Πλάτων λέει: «Το Πρώτο Αγαθό είναι άρρητο, αλλά όταν έρχεσαι μαζί του σε επαφή κατ’επανάληψη, άξαφνα, είναι λες και αναπηδά μέσα από το πυρ το φως και αναδύεται μες στην ψυχή»

Αρχαίες Ελληνικές λέξεις όπως: αγαπώ, αγάπησις (αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι ο τύπος της λέξεως που μέχρι και το τέλος της Ελληνιστικής εποχής ήταν: «αγάπησις» αργότερα θα γίνει:«αγάπη»,θα μετατραπεί δηλαδή από ουσιαστικό της τρίτης κλίσης σε ουσιαστικό της πρώτης κλίσης χάνοντας την κατάληξή του(-σις) ), αγαπησμός, ΑΜΦΑΓΑΠΑΖΩ, ΑΜΦΑΓΑΠΩ (=αγαπώ και αγαπιέμαι, εναγκαλίζομαι με Αγάπη) στέργω, στοργή,συμπονέω, φιλώ, φιλότης, φιλία, φιλόθεος (= ο αγαπών τους Θεούς), ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ, ΦΙΛΑΛΛΗΛΙΑ, φιλοτήσιος ή φιλοτάσιος (= ο προάγων, υποβοηθών την Αγάπη) φιλοσυμπαθής (ο αγαπών να συμπαθή), φιλητικός (ο διατιθέμενος να αγαπά) φιλόστοργος (=αυτός που αγαπάει στοργικά, τρυφερά), φιλιωτής, φιλογνώμων,(=ο έχων αισθήματα Αγάπης για κάποιον) φιλιάζω, φιλιακός, φιλιαστής, υπεραγαπώ, φιλοσυγγενής, φιλότεκνος, φιλοσύζυγος, φιλόδημος, φιλοξενία, φιλοσοφία, φιλοκαλία, αγαπητός, αγαπατός (με την ίδια έννοια με το αγαπητός), αγάπημα, αγαπητέος, αγαπητικός, οικειόω-ώ: κάνω κάποιον οικείο μου, φίλο μου. οικειούμαι: αποκτώ την εύνοια, οικειοποιούμαι. οικείωσις: οικειοποίηση. ξενόομαι-ούμαι: φιλοξενούμαι, φιλάνθρωπος, φιλανθρώπινος, φιλανθρωπεύομαι: φέρομαι φιλάνθρωπα, φιλόφρονα φιλανθρωπευθέντες: οι τυχόντες φιλανθρωπία, φιλανθρώπευμα: η φιλάνθρωπος πράξις, φιλανθρώπως έχω: εκδηλώνω φιλάνθρωπα συναισθήματα. φιλικώς χρώμαι τινί: έχω φιλικές διαθέσεις, φιλάλληλος: ο αγαπών και αγαπούμενος αμοιβαίως φιλεύσπλαχνος, θεοφιλής, θεόστοργος (= ο αγαπών τους Θεούς), φιλευσεβής, σύνειμι: συναναστρέφομαι. συνεδρία: συντροφιά, φιλοφροσύνη, φιλοφρονέομαι-ούμαι, φιλοικτίρμων: ευσπλαχνικός, φιλέταιρος: αυτός που αγαπάει τους συντρόφους του, φιλεταιρικός, φίλερως, φιλέραστος, φιλένθεος, φιλέλεος, φιλελεήμων, φιλελήμων: (η ίδια έννοια με το φιλελεήμων), φιλημοσύνη: το συναίσθημα της Αγάπης/η φιλική διάθεση, φιλευσέβεια, φιλητός: ο αξιαγάπητος, προσφιλής, φιλεγκώμιος: ο αγαπών να εγκωμιάζει, φίληβος: ο αγαπών τους νέους και τη νεότητα, φιλόγονος: ο αγαπών τα παιδιά του, φιλογονία, φιλογύνης: ο αγαπών τις γυναίκες, φιλογυνία, φιλήνωρ/φιλάνωρ: ο αγαπών τους άνδρες, φιλοβάρβαρος: ο αγαπών τους ξένους, φιλόβιος: ο αγαπών τη ζωή, φιλίωσις/ το φιλιούσθαι: η Αγάπη, φιλίσκος: υποκοριστικό του φίλος, φιλιώνομαι: γίνομαι φίλος, συμφιλιώνομαι με κάποιον, φιλικός, φιλόγαιος: ο αγαπών τη γη, φιλόδενδρος: ο αγαπών τα δέντρα, φιλόκοινος: ο αγαπών το κοινό/την κοινωνία, φιλοδημόσιος/φιλόδημος, φιλοδημία: η Αγάπη για το λαό, φίλοικτος, φιλοικτήρμων, φιλόθερμος: ο αγαπών την θερμότητα, φιλοδίκαιος: ο αγαπών το δίκαιο/τη δικαιοσύνη, φιλόλαος,φιλόμβροτος: ο αγαπών τους ανθρώπους (βροτός = άνθρωπος), φιλιπάτωρ: ο αγαπών τον πατέρα του, φιλοπατρία, φιλοποιός: ο ποιών σχέσεων Αγάπης/φίλους, φιλοποίησις: η δημιουργία σχέσεων Αγάπης/η κτήσις φίλων, φιλάρετος, φιλαιδήμων: ο αγαπών την σεμνότητα, φιλαγαθία: η Αγάπη για το αγαθό, φιλαγαθέω-ώ, φιλάγαθος, φίλαγνος, φίλαβρος: ο αγαπών την αβρότητα, την λεπτότητα, φιλόζωος: αυτός που αγαπάει τα ζώα και τη ζωή, φίλαυτος, φιλοψυχία: η υπερβολική Αγάπη της ζωής, φίλτρον: μέσον προσέλκυσης συμπάθειας, φίλημα: ασπασμός/φίλημα, φιλοπροσήγορος: αυτός που του αρέσει να καλοδέχεται, να χαιρετά με καλή διάθεση τους άλλους, φιλοπροσηγορία, συνενθουσιάζω, συμπνέω, σύμπνοια, συμπαρίσταμαι, συμπάσχω: συμπάσχω/τρέφω συμπάθεια, συμπαρίσταμαι, συμπροθυμέομαι-ούμαι: συμπράττω με προθυμία, συμπάρειμι: συμπορεύομαι, βοηθώ, επικουρώ: βοηθώ, φροντίζω, μακροθυμία: το να ανέχεται κανείς/ να υπομένει -Κλίνουμε εδώ τα ρήματα: αγαπώ, φιλώ(=αγαπώ):
ΑΓΑΠΩ
[Ενεργητική Φωνή]
Ενεστώτας:
(Οριστική):Αγαπώ-αγαπάς-αγαπά-αγαπώμεν-αγαπάτε-αγαπώσι(ν)-αγαπάτον-αγαπάτον.
(Υποτακτική):αγαπώ- αγαπάς-αγαπά-αγαπώμεν-αγαπάτε-αγαπώσι(ν)-αγαπάτον-αγαπάτον.
(Ευκτική):αγαπώμι,αγαπώην-αγαπώς,αγαπώης-αγαπώ,αγαπώη-αγαπώμεν-αγαπώτε-αγαπώεν-αγαπώτον-αγαπώτην.
(Προστακτική):αγάπα-αγαπάτω-αγαπάτε-αγαπώντων,αγαπάτωσαν-αγαπάτον-αγαπάτων.
(Απαρέμφατο):αγαπάν
(Μετοχή):αγαπών-αγαπώντος αγαπούσα-αγαπώσης αγαπών-αγαπώντος

Παρατατικός:
(Οριστική):ηγάπων

Μέλλοντας:
(Οριστική):αγαπήσω
(Ευκτική):αγαπήσοιμι
(Απαρέμφατο):αγαπήσειν
(Μετοχή):αγαπήσων,αγαπήσουσα,αγαπήσων

Αόριστος:
(Οριστική):ηγάπησα
(Υποτακτική):αγαπήσω
(Ευκτική):αγαπήσαιμι
(Προστακτική):αγάπησον
(Απαρέμφατο):αγαπήσαι
(Μετοχή):αγαπήσας,αγαπήσασα,αγαπήσαν

Παρακείμενος:
(Οριστική):ηγάπηκα
(Υποτακτική):ηγαπηκώς ώ
(Ευκτική):ηγαπηκώς είην
(Προστακτική):ηγαπηκώς ίσθι
(Απαρέμφατο):ηγαπηκέναι
(Μετοχή):ηγαπηκώς,ηγαπηκυία,ηγαπηκός

[Παθητική Φωνή]
Ενεστώτας:
(Οριστική): αγαπώμαι
(Υποτακτική): αγαπώμαι
(Ευκτική):αγαπώμην
(Προστακτική):αγαπώ
(Απαρέμφατο):αγαπάσθαι
(Μετοχή):αγαπώμενος,αγαπωμένη,αγαπώμενον

Παρατατικός:
(Οριστική):ηγαπώμην

Αόριστος:
(Οριστική):ηγαπήθην
(Υποτακτική):αγαπηθώ
(Ευκτική):αγαπηθείην
(Προστακτική):αγαπήθητι
(Απαρέμφατο):αγαπηθήναι
(Μετοχή):αγαπηθείς,αγαπηθείσα,αγαπηθέν

Παρακείμενος:
(Οριστική):ηγάπημαι
(Υποτακτική):ηγαπημένος ώ
(Ευκτική):ηγαπημένος είην
(Προστακτική):ηγάπησο
(Απαρέμφατο):ηγαπήσθαι
(Μετοχή):ηγαπημένος,ηγαπημένη,ηγαπημένον

ΑΓΑΠΑΖΩ
ΦΙΛΩ
(=Αγαπώ)
(Να επισημάνουμε ότι στην αρχαία Ελληνική γλώσσα το ρήμα: (φιλώ) έχει εντονότερη την έννοια της Αγάπης από το ρήμα: (αγαπώ)).
[Ενεργητική Φωνή]

Ενεστώτας:
(Οριστική):φιλέω,φιλώ-φιλέεις,φιλείς-φιλέει,φιλεί-φιλέομεν,φιλούμεν-φιλέετε,φιλείτε-φιλέουσι,φιλούσι(ν)-φιλέετον,φιλείτον-φιλέετον,φιλείτον
(Υποτακτική):φιλέω,φιλώ-φιλέης,φιλής-φιλέη,φιλή-φιλέωμεν,φιλώμεν-φιλέητε,φιλήτε-φιλέωσι,φιλώσι(ν)-φιλέητον,φιλήτον-φιλέητον,φιλήτον
(Ευκτική):φιλέοιμι,φιλοίμι,φιλεοίην,φιλοίην-φιλέοις,φιλοίς,φιλεοίης,φιλοίης-φιλέοι,φιλοί,φιλεοίη,φιλοίη-φιλέοιμεν,φιλοίμεν-φιλέοιτε,φιλοίτε-φιλέοιεν,φιλοίεν-φιλέοιτον,φιλοίτον-φιλεοίτην,φιλοίτην
(Προστακτική):φίλεε,φίλει-φιλεέτω,φιλείτω-φιλέετε,φιλείτε-φιλεόντων,φιλούντων,φιλεέτωσαν,φιλείτωσαν-φιλέετον,φιλείτον-φιλεέτων,φιλείτων
(Απαρέμφατο):φιλέεν,φιλείν
(Μετοχή):φιλέων,φιλών-φιλέοντος,φιλούντος φιλέουσα,φιλούσα-φιλεούσης,φιλούσης φιλέον,φιλούν-φιλέοντος,φιλούντος

Παρατατικός:
(Οριστική):εφίλεον,εφίλουν-εφίλεες,εφίλεις-εφίλεε,εφίλει-εφιλέομεν,εφιλούμεν-εφιλέετε,εφιλείτε-εφίλεον,εφίλουν-εφιλέετον,εφιλείτον-εφιλέετην,εφιλείτην

Μέλλοντας:
(Οριστική):φιλήσω

Αόριστος:
(Οριστική):εφίλησα

Παρακείμενος:
(Οριστική):πεφίληκα

[Μέση Φωνή]
Ενεστώτας:
(Οριστική):φιλέομαι,φιλούμαι-φιλέη,φιλέει,φιλή,φιλεί-φιλέεται,φιλείται-φιλεόμεθα,φιλούμεθα-φιλέεσθε,φιλείσθε-φιλέονται,φιλούνται-φιλέεσθον,φιλείσθον-φιλέεσθον,φιλείσθον
(Υποτακτική):φιλέωμαι,φιλώμαι-φιλέη,φιλή-φιλέηται,φιλήται-φιλεώμεθα,φιλώμεθα-φιλέησθε,φιλήσθε-φιλέωνται,φιλώνται-φιλέησθον,φιλήσθον-φιλέησθον,φιλήσθον
(Ευκτική):φιλεοίμην,φιλοίμην-φιλέοιο,φιλοίο-φιλέοιτο,φιλοίτο-φιλεοίμεθα,φιλοίμεθα-φιλέοισθε,φιλοίσθε-φιλέοιντο,φιλοίντο-φιλέοισθον,φιλοίσθον-φιλεοίσθην,φιλοίσθην
(Προστακτική):φιλέου,φιλού-φιλεέσθω,φιλείσθω-φιλέεσθε,φιλείσθε-φιλεέσθων,φιλείσθων,φιλεέσθωσαν,φιλείσθωσαν-φιλέεσθον,φιλείσθον-φιλέεσθων,φιλείσθων
(Απαρέμφατο):φιλέεσθαι,φιλείσθαι
(Μετοχή):φιλεόμενος,φιλούμενος-φιλεομένη,φιλουμένη-φιλεόμενον,φιλούμενον

Παρατατικός:
(Οριστική):εφιλεόμην,εφιλούμην-εφιλέου,εφιλού-εφιλέετο,εφιλείτο-εφιλεόμεθα,εφιλούμεθα-εφιλέεσθε,εφιλείσθε-εφιλέοντο,εφιλούντο-εφιλέεσθον,εφιλείσθον-εφιλεέσθην,εφιλείσθην

Μέλλοντας:
(Οριστική):φιλήσομαι,φιληθήσομαι

Αόριστος:
(Οριστική):εφιλάμην,εφιλήθην

Παρακείμενος:
(Οριστική):πεφίλημαι, πέφιλμαι

Υπερσυντέλικος:
(Οριστική): επεφιλήμην

Τετελεσμένος Μέλλοντας:
(Οριστική):πεφιλήσομαι

ΣΤΕΡΓΩ
ΕΡΑΩ (ΕΡΩ)
ΣΥΜΠΟΝΕΩ
ΣΥΜΠΑΣΧΩ
Αρχαία Ελληνικά κύρια ονόματα (από τα ρήματα: αγαπώ, φιλώ(=αγαπώ) και τα ονόματα: Έρως, Ίμερος, Πόθος) όπως: Αγαπήνωρ, Αγαπαίος, Δημόφιλος, Δίφιλος, Ερασίνος, Ερασινίδης, Ερασίκλεια, Ερατοκλείδης, Έρατος, Ερατοσθένης, Ερασίξενος, Ερατώ, Θεοφιλίς, Ιμεραίος, Ιμέριος, Πάμφιλος, Ποθεινή, Φιλώτας, Φίλα, Φιλαινίς, Φιλαίος, Φιλάων, Φιλέας, Φιλήμων, Φιλήσιος, Φιλήτας, Φιλητάς, Φιλιάδης, Φιλίνος, Φιλίσκος, Φίλιστος, Φιλίστα, Φιλοίτιος, Φιλώνδας, Φιλωνίδης, Φιλοστόργιος, Φιλουμενός, Φίλων, Φιλώ, Φιλωνίς, Φιλωτέρα, Φιλωτερίς, Φιλέταιρος, Φιλόξενος, Φιλοξένη, Φιλόλαος, Φιλόδημος, Φιλάμενος, Φιλασίας, Φιλοίτας, Φιλώνα, κλπ.(σημείωση: είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι σε καμία άλλη γλώσσα δεν υπάρχουν τόσα κύρια ονόματα που να φέρουν μέσα τους την έννοια της Αγάπης όσο στην αρχαία ελληνική. Στη νέα ελληνική γλώσσα για παράδειγμα, υπάρχουν μόνο δύο: Αγάπη, Αγαπητός. Εξίσου πενιχρά αποτελέσματα δίνει η αναζήτηση τέτοιων ονομάτων στην Αγγλική γλώσσα, τη Γερμανική, την Γαλλική κλπ.)

Αντίστοιχα, υπήρχαν επίθετα. Πχ. Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος, Κλεοπάτρα η Φιλοπάτωρ, Φιλόπαππος, κλπ. (Η χρήση επιθέτων καθιερώθηκε κατά την Ελληνιστική εποχή. Ως τότε αντί επιθέτου λεγόταν μετά το όνομα, το όνομα του πατέρα στην γενική πτώση, η της μητέρας (σε παλαιότερους χρόνους, αλλά και σε πιο πρόσφατους, σε περιοχές όπως πχ. οι Επιζεφύριοι Λοκροί, αλλά και η ανατολική μητροπολιτική (κυρίως) Λοκρίδα).
- Και βέβαια υπήρχαν πολλά ονόματα τα οποία προυποθέτουν Αγάπη. Για παράδειγμα: Επίκουρος (βοηθός), κλπ.
-Στην αρχαία Ελλάδα χρησιμοποιούνταν ως εκδήλωση αγάπης προς ένα πρόσωπο η φράση «Ώ Φιλότης» ( Ώ Αγάπη )(=Ώ φίλε/η αγαπητέ/ή). Την έκφραση αυτή αναφέρει και ο Πλάτωνας. Φαίδρος 228D, Φιλόξενος σ2735.
- Οι Θεοί στην Ελληνική παράδοση, είναι ατομικότητες, οντότητες, αόρατες και άυλες. Γι αυτό όταν λέμε ότι ο Ζεύς ερωτεύθηκε μια θεά και έκανε ένα παιδί (θεό)μαζί της, δεν εννοούμε φυσικά έρωτα σωμάτων, ούτε το παιδί (θεός) είναι υλικό, δεν έχει σώμα (έτσι συμβολοποιείται η γέννηση νέων κόσμων, νέων συμπαντικών δεδομένων, νέων οντοτήτων, νέων θεών). Όπως χαρακτηριστικά έχουν πει πολλοί θεολόγοι των Ελλήνων, εμείς χρησιμοποιούμε υλικές μορφές, ανθρώπινες μορφές για τους θεούς, αν και αυτοί δεν έχουν σώμα ορατό, υλικό και ανθρωπόμορφο, για να τους κατανοούμε καλύτερα. Αλλιώς θα ήταν αδύνατο καν να τους διακρίνουμε στη σκέψη μας. Όταν λέμε τιτανομαχία, δεν εννοούμε σωματικό πόλεμο, αλλά αναδιανομή συμπαντικών ενεργειών και δυνάμεων των θεών.
[- «Χρέος έχουμε να θεωρούμε το θεό σαν πνεύμα πανίσχυρο, αθάνατο και τέλειο. Γιατί, αν και είναι αόρατος για τα μάτια των ανθρώπων, όμως φανερώνεται με τα έργα του» Αριστοτέλης.
- Ο Επίκουρος λέει ότι οι θεοί είναι «λόγω θεωρητοί» (Κύριαι Δόξαι, I). (γίνονται αντιληπτοί όχι με τα μάτια καθώς είναι άυλοι και αόρατοι, αλλά με την σκέψη).
-«Είς Θεός εν τε θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος, ούτι δέμας θνητοίσιν ομοίος ουδέ νόημα» Ξενοφάνης. Ένας θεός (υπάρχει) ο μέγιστος ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους, ο οποίος δεν μοιάζει με τους ανθρώπους ούτε στο σώμα, ούτε στο πνεύμα.
-«Ουδέ γάρ ανδρομέη κεφαλή κατά γυία κέκασται, ου μέν από νώτοιο δύο κλάδοι αίσσονται, ου πόδες, ου θοά γούν, ου μήδεα λαχνήεντα, αλλά φρήν ιερή και αθέσφατος έπλετο μούνον φροντίσι κόσμον άπαντα καταίσσουσα θοήσιν» Εμπεδοκλής (Περί Φύσεως) (Απ.134,Αμμώνιος, Περί Ερμηνίας 249,6). Γιατί (ο Θεός) δεν έχει κεφάλι ανθρώπινο πάνω σε μέλη, ούτε φυτρώνουν δύο κλαδιά (= χέρια) στη ράχη του. Δεν έχει πόδια, ούτε γρήγορα γόνατα, ούτε τριχωτά γεννητικά μόρια, αλλά είναι μόνο νούς, ιερός και υπερμέγιστος, που με γοργές σκέψεις διαπερνά όλο τον κόσμο.
-«Ει μέν ούν είη, δεί αυτό έν είναι. Έν δ’ εόν δεί αυτό σώμα μη έχειν. Ει δε έχει πάχος, έχοι αν μόρια, και ουκέτι έν είη» Μέλισσος (Συμπλίκιος, Εις Φυσικά,87,6). Αν υπάρχει λοιπόν (το Όν) πρέπει να είναι ένα. Και αν είναι ένα, δεν πρέπει να έχει σώμα. Αν όμως έχει πάχος, θα έχει κομμάτια (μέρη), άρα δεν θα είναι πιά ένα.
-«Ουδ’ ονομάζεται άρα ουδέ λέγεται ουδέ δοξάζεται ουδέ γιγνώσκεται, ουδέ τι των όντων, αυτού αισθάνεται» Πλάτων (Παρμενίδης,142a). (Το Όν) Ούτε ονομάζεται, ούτε λέγεται, ούτε κρίνεται, ούτε γίνεται γνωστό, ούτε κάποιο από τα όντα το αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις. (Δεν μπορεί κανείς να δει το Όν γιατί είναι αόρατο, δεν μπορεί να αγγίξει το Όν γιατί είναι άυλο, και γενικά δεν μπορεί να προσεγγίσει κανείς το Όν με καμμία αίσθηση).
-«Ο ορθός Λόγος δια πάντων ερχόμενος ο αυτός ών τω Διί» Ζήνων ο Κιτιεύς (Διογ. Λαέρτ.7,88). Ο ορθός Λόγος που διέρχεται απ’τα πάντα είναι αυτός ο ίδιος ο Δίας. (Ο Δίας ταυτίζεται με τον νου που διέρχεται μέσα σε όλα τα πράγματα, στα πάντα. Είναι λοιπόν αόρατος).
-«Ότι ούτε όλον, ούτε μέρος, ούτε αρχήν έχον, ούτε μέσην, ούτε τελευτήν. Ότι ουδέν έχει πέρας. Ότι ασχημάτιστον» Πρόκλος (Εις Παρμενίδην,6,Cousin,τ.6,σ.54-55). Ούτε όλον, ούτε μέρος, ούτε αρχή έχει, ούτε μέση, ούτε τέλος. Ούτε σχήμα έχει. (ο Θεός).
-«Οι τέλειοι, αγαθοί, αθάνατοι, δίκαιοι, πάνσοφοι, αιώνιοι θεοί είναι επίσης και απρόσωποι….συνεκτικοί, άυλοι και διυλικοί», «Κάθε θεός….δεν διαχωρίζεται από την Πρώτη Αιτία ούτε από τους άλλους θεούς (όπως και οι νοήσεις δεν διαχωρίζονται από τον Νου)» Σαλλούστιος.
-«Και τα αγάλματα…σύμβολα της παρουσίας των Θεών….και επειδή βεβαίως εμείς έχουμε σώμα, γι’αυτό η λατρεία προς τους Θεούς πρέπει να είναι σωματική, παρ’όλο που αυτοί είναι ασώματοι», «Και εκείνος, λοιπόν, ο οποίος αγαπά τους Θεούς, αντικρύζει με ευχαρίστηση τις εικόνες και τα αγάλματά τους….οι οποίοι αν και αόρατοι τον βλέπουν» Μέγας Ιουλιανός (Επιστολαί,89β, 293 και 295κ.εξ.).
-«Σωκράτης δε πάντα μέν ηγείτο Θεούς ειδέναι, τα τε λεγόμενα και πραττόμενα και τά σιγή βουλευόμενα, πανταχού δε παρείναι..» Ξενοφών (Απομνημονεύματα). Ο Σωκράτης πάντα μεν πίστευε ότι οι Θεοί γνωρίζουν, και τα λεγόμενα και τα πραττόμενα και τα κρυφίως σχεδιαζόμενα, και ότι είναι πανταχού παρόντες..» (Οι Θεοί είναι πανταχού παρόντες καθώς είναι άυλοι και αόρατοι). Παρόμοιο κείμενο του Ξενοφώντος (Απομν.Α, IV, 18): «Ο Θεός είναι τόσο μεγάλος και τέτοια είναι η δύναμή του, ώστε συγχρόνως τα πάντα βλέπει, τα πάντα ακούει, παντού είναι παρών και συγχρόνως φροντίζει για όλα».
- Ο άυλος χαρακτήρας των θεών περιγράφεται με πάρα πολλούς τρόπους στα αρχαία Ελληνικά κείμενα. Για παράδειγμα, ο Ευριπίδης (Ελένη,560) λέει: « Ω θεοί. Θεός γάρ καί το γιγνώσκειν φίλους ». Ω θεοί, η αναγνώριση των αγαπημένων είναι θεός. (Ο θεός ταυτίζεται με μία κατάσταση, με κάτι άυλο). Επίσης, ο Ευριπίδης στην: (Ανδρομάχη, 1226-1227) λέει: «Ιώ ιώ. Τί κεκίνηται, τίνος αισθάνομαι θείου;» (μιλάει ο χορός) Ω! ω! Τι κινείται; Ποιανού αισθάνομαι θεού παρουσία; (Η παρουσία κάποιου θεού γίνεται αντιληπτή ως κίνηση, ως ροή ενέργειας).
- (Ο Δίων Χρυσόστομος, περιγράφει εδώ γιατί ενώ οι θεοί είναι αόρατοι, εμείς τους απεικονίζουμε ανθρωπόμορφους): «Γιατί το νού και τη φρόνηση αυτή καθεαυτή ούτε κάποιος γλύπτης, ούτε κάποιος ζωγράφος δύναται να την αποδώσει εικαστικά. Επειδή αόρατα είναι αυτά και ουδείς γνωρίζει τι περί αυτών. Έτσι, καταφεύγουμε στο ανθρώπινο σώμα….καθώς το θεωρούμε ως ένα αγγείο φρόνησης και λόγου και το προσάπτουμε στο θείον, ελλείψει και απουσία φανερού και εικαστικού παραδείγματος για τα ανεικονικά και αφανή. Για αυτό και χρησιμοποιούμε τη δύναμη του συμβόλου»].
- Ο θεός Άρης, είναι θεός της άμυνας και μάλιστα μόνο σε ακραία ανάγκη αυτοάμυνας, όταν συναινέσει σ αυτό και το επιτρέψει ο Ζεύς, ο οποίος είναι θεός-Αγάπη (Φίλιος Ζεύς) και κυβερνήτης όλων των θεών (η εξουσία όλων των θεών πηγάζει από τον Δία).Έτσι, ο θεός Άρης βρίσκεται υπό το κράτος, και την εξουσία του φιλίου Διός, του θεού της Αγάπης, με ότι σημαίνει αυτό το γεγονός και ότι εννοείται και συνεπάγεται από αυτό. Σε όλες τις θρησκείες υπάρχει προστάτης του στρατού, του ναυτικού, κλπ. γιατί κάποτε εμφανίζεται έντονη η απειλή εξάλειψης ενός λαού από εξωτερικούς εχθρούς. Όλες οι θρησκείες όπως είναι ευνόητο, ευλογούν τα όπλα όταν τίθεται θέμα πολέμου και αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων ενός λαού, όταν τίθενται θέματα ανεξαρτησίας, ελευθερίας κλπ. Αυτή ακριβώς την ανάγκη για έσχατη αυτοάμυνα μπροστά στον κίνδυνο της εξάλειψης ενός λαού, εκφράζει ο Άρης, και όχι αναίτια και άδικη επιθετικότητα η οποία κινείται έξω από την δικαιοσύνη και έξω από τις επιταγές των θεών.
Ο Ομηρικός Ύμνος του Άρη λέει τα εξής: «..θάρρος χάρισέ μου μακάριε, να κρατιέμαι στους σωτήριους θεσμούς της ειρήνης, αποφεύγοντας τις μάχες με τους εχθρούς και τους βίαιους θανάτους..». Ο θεός Άρης, εκφράζει επίσης κάθε μορφή άμυνας, όπως η μικροβιολογική άμυνα του οργανισμού, κλπ., όπως και κάθε μορφή «συστράτευσης» των δυνάμεων ενός συστήματος (βιολογικού η απρόσωπου, θεσμικού, κλπ.) και «πάλης» για έναν αγαθό σκοπό, όπως η επίτευξη ενός επιστημονικού επιτεύγματος, η επίτευξη ενός κοινωνικού στόχου, κλπ., γενικά ότι απαιτεί προσπάθεια σε σχέση με ένα στόχο. Για τον ίδιο λόγο και η θεά Αθηνά αναπαρίσταται πάνοπλος (Γιατί η σοφία και η σκέψη πάντοτε κινούνται προς ένα στόχο, ένα αντικείμενο ή ένα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα).

Όσον αφορά τον Γανυμήδη, που είναι ο «οινοχόος» των θεών, κάποιοι μιαροί , βέβηλοι και βλάσφημοι ομοφυλόφιλοι από την Κρήτη, σε πολύ πρόσφατη χρονική στιγμή, έφτιαξαν ένα ψεύτικο μύθο, ότι τάχα ο Γανυμήδης συνευρέθηκε ερωτικά με τον Δία .Ο Πλάτων αναφέρει ότι αυτοί έφτιαξαν αυτό το μύθο για να δημιουργήσουν ένα παράδειγμα πίσω από το οποίο να καλύψουν τις δικές τους ερωτικές επιλογές. Και ο Πλάτων συνεχίζει λέγοντας: «Όλοι κατηγορούμε τους συγκεκριμένους Κρητικούς για το ότι έφτιαξαν αυτό τον μύθο».Ο κατασκευασμένος αυτός και βέβηλος μύθος βέβαια,δεν αναφέρεται πουθενά σε κανένα από τα ιερά κείμενα των Ελλήνων, σε κανένα κείμενο των θεολόγων, του Ορφέα, του Ησίοδου, του Ομήρου κλπ.(καθώς είναι μεταγενέστερος), ούτε σε ύμνους, ούτε σε κείμενα φιλοσόφων που θεολογούν,και γενικότερα σε κανένα απολύτως από τα πλατειάς αποδοχής και επιρροής θεολογικά κείμενα.. Έτσι, ο μύθος αυτός, δεν υπάρχει για την Ελληνική θρησκεία, είναι άκυρος, δεν έχει για κανένα ισχύ, μόνο για αυτούς που τον έφτιαξαν με την αρρωστημένη φαντασία τους (ούτε και για αυτούς ακριβώς επειδή τον έπλασαν με ψεύτικο τρόπο οι ίδιοι). Αφήνει παντελώς άθιχτη την πανίερη Ελληνική μας θρησκεία και την μνήμη των προγόνων μας. (Βέβαια, στους Έλληνες, τίποτα δεν εγείρει ποινή στο επίπεδο των απόψεων, ούτε η βλασφημία, παρά μόνον αγνόηση και υποτίμηση. Στους Έλληνες, ευτυχώς, δεν υπάρχουν αποκεφαλισμοί και καύσεις ζωντανών ανθρώπων για τις ιδέες τους. Γι αυτό οι Έλληνες όπως και τότε, έτσι και τώρα, απλώς αγνόησαν και αγνοούν ένα τέτοιο μύθο, και αυτούς που τον έφτιαξαν).
- Όλοι οι θεοί προσαγορεύονται: Φίλε / Φίλη (σε πάρα πολλά κείμενα) πχ «Φίλε Ήφαιστε», «Φίλη Αθηνά» κλπ.(Υπενθυμίζεται ότι η σωστότερη απόδοση της αρχαίας Ελληνικής λέξης «φίλος» στα νέα Ελληνικά, είναι: αγαπητός, αγαπημένος / αγαπητός φίλος, καθώς φιλώ = αγαπώ. Εμπεριέχει την έννοια της Αγάπης και ανάγεται σε αυτήν. Στην νέα Ελληνική γλώσσα όμως, έχει καταλήξει να χρησιμοποιείται χωρίς κατ ανάγκη να εμπεριέχει την έννοια της αγάπης, υποδηλώνοντας πολλές φορές απλά ένα άτομο που μπορεί να συνυπάρχουμε σε ένα εργασιακό για παράδειγμα χώρο χωρίς να υπάρχει ισχυρή σύνδεση αγάπης και φιλίας ). Όλοι οι θεοί αγαπούν τους ανθρώπους και είναι οι ίδιοι Αγάπη ως ουσία.
- Η Αγάπη για τους Έλληνες είναι η ίδια η ουσία, το νόημα της ζωής, η ίδια η πνοή των ζώντων οργανισμών, η τελείωσις και ο σκοπός του ανθρώπινου βίου. Είναι το μόνο, το μοναδικό περιεχόμενο της Ελληνικής Θρησκείας και της Ελληνικής όρασης. Η Αγάπη των θεών φτάνει σε τεράστια ύψη, σε ασύλληπτα μεγέθη, σε άπειρη ποσότητα, και ένταση. Ανοίγουν οι κρουνοί του ουρανού, της θείας Αγάπης. Οι ναοί των Ελλήνων, της Ελληνικής θρησκείας, είναι ναοί της Αγάπης. Είναι ναοί της θείας Αγάπης (Της Αγάπης των θεών).
- Η Ελληνική Θρησκεία είναι η θρησκεία της Αγάπης. Είναι η θρησκεία της Αληθινής και Απόλυτης Αγάπης.
- Η στιγμή της ιεροπραξίας είναι η ίδια η πραγμάτωση της Αγάπης. Και την στιγμή αυτή της ενώσεως με τους θεούς εν μέσω Αγάπης, επιθυμεί κανείς να την μοιραστεί και να την βιώσει μαζί με άλλους συνανθρώπους του. (Για αυτό έχουμε τις δημοτελείς εορτές, τις κοινές ιερουργίες).
- Αυτή είναι η τελειότητα και η πληρότητα του νοός για έναν Έλληνα: Η Αγάπη για οτιδήποτε τον περιβάλλει.
- Αυτό είναι πνευματικά ο Ελληνισμός: Η Αγάπη για όλες τις ορατές μορφές του κόσμου ετούτου. (Και όσες δεν είναι ορατές, καθότι: «η φύσις κρύπτεσθαι φιλεί»).
- Άπειρη Αγάπη για όλες τις μορφές που ήρθαν στην ύπαρξη, και τελούν στην ύπαρξη. Και μια συμπόνοια για τον χαμό όλων των μορφών, που είναι εν ζωή. Και το χορτάρι πεθαίνει, και το ζώο πεθαίνει, και ο άνθρωπος. Τι άλλο λοιπόν από το να αγαπήσει ο άνθρωπος με την σύντομη ζωή του όλες τις μορφές του κόσμου που επίσης έχουν κι αυτές σύντομη ζωή;
- Αυτό είναι Ελληνισμός: Το δέσιμο του ανθρώπου με τον χώρο γύρω του, το να πλημμυρίζει κανείς με συναισθήματα Αγάπης για οτιδήποτε τον περιβάλλει.
- Η Αγάπη είναι η ίδια η όραση του Έλληνα.
- Στην προοπτική ματιά προς τον χώρο γύρω τους, λόγω της Αγάπης τους προς όλα αυτά που σφαιρικά, προοπτικά τους περιέβαλλαν, οφείλεται και η προοπτική στα έργα τέχνης των Ελλήνων: Η προοπτική των ναών, των κούρων (των γλυπτών), η προοπτική αναδίπλωση και πληρότητα των σχημάτων των αγγείων, κλπ. Η καθολικότητα, πληρότητα της Αγάπης προς το χώρο (γύρω μας) δημιουργεί την προοπτική στις διαφορετικές εκφάνσεις της Ελληνικής τέχνης.
- Η απτότητα των γλυπτών και των ναών οφείλεται ακριβώς στην τόσο ευαίσθητη εκδήλωση της Αγάπης προς τα πάντα.
- Όταν θάβονταν ο νεκρός, τοποθετούσαν μαζί του μερικά από τα πολύ αγαπημένα του αντικείμενα. Συνήθεια που ατόνησε η εγκαταλείφθηκε στους κατοπινούς χρόνους.
- Σε καμμία άλλη γλώσσα η έννοια της Αγάπης δεν εκφράζεται με τόσους λεκτικούς τύπους όσο στην αρχαία ελληνική γλώσσα.
- Οι θεοί έχουν ο καθένας αγαπημένα ζώα, φυτά, πετρώματα, σχήματα, σύμβολα, κλπ. Επίσης αγαπούν ιδιαίτερα συγκεκριμένους τόπους στους οποίους είναι πολιούχοι η που έχουν ιερά τεμένη και λατρευτικούς χώρους αφιερωμένους σ αυτούς.
- Όλοι οι Έλληνες μίλησαν για την Αγάπη: φιλόσοφοι, ποιητές κλπ. Οι Έλληνες είναι το γένος της Αγάπης.
- Για τους Έλληνες, όλες οι αρετές πηγάζουν από την Αγάπη και είναι εκφάνσεις της Αγάπης. Η Αγάπη τροφοδοτεί και δίνει νόημα και περιεχόμενο σε όλες τις άλλες αρετές και αποτελεί το ιδεώδες και την τελείωση αυτών. Η Αγάπη είναι προυπόθεση κάθε αρετής και πραγμάτωση όλων των αρετών. Όλες οι αρετές μαζί συνθέτουν την Αγάπη. Οι αρετές είναι τα μέρη και η Αγάπη είναι το όλον.
- Το αιώνιο πρότυπο ανθρώπου για τους Έλληνες είναι οι άνθρωποι της Χρυσής Εποχής κατά την οποία οι άνθρωποι ζούσαν σε απόλυτη Αγάπη με τους θεούς και μεταξύ τους.
- Χιλιάδες αρχαία Ελληνικά κείμενα αναφέρονται στην Αγάπη.
-Σε πολλά σημεία στην αρχαία Ελληνική γραμματεία ο συγγραφέας απευθύνεται στους αναγνώστες με την έκφραση: «Ώ φίλοι».
- Το επίθετο: «Διίφιλοι» σήμαινε αυτούς που αγαπάει εξαιρετικά ο Δίας και που αγαπούν τον Δία. Κάποιες φορές , με αυτό το επίθετο απεκλήθησαν και βασιλείς, ίσως βάσει της άποψης στα Μυκηναικά χρόνια ότι ορισμένοι ήταν απόγονοι του Διός.
- Οι Αμφικτυονίες και τα Κοινά είναι θρησκευτικοί θεσμοί που στόχο έχουν να εμπεδώσουν σχέση Αγάπης και συναδέλφωσης ανάμεσα στις συμμετέχουσες πόλεις. Είχαν πάντα ένα ιερό τέμενος ως θρησκευτικό τους κέντρο. (πχ Δελφοί, Πανιώνιο κλπ).
- Η ίδρυση των πανελληνίων αθλητικών αγώνων, ( Ολύμπια, Πύθια, Νέμεα, Ίσθμια, Λύκαια κλπ), είχε ακριβώς το ίδιο νόημα να προκαλέσει την αλληλεγγύη, την αγάπη και την συναδέλφωση μέσω της κοινής προσπάθειας σε έναν ιερό αγώνα που τελούνταν πάντοτε μέσα στους ιερούς χώρους, με την επίκληση των θεών. (Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι Ολυμπιακοί αγώνες, οι μεγαλύτεροι σε σημασία αγώνες, ξεκίνησαν με την ρήση του Δελφικού Απόλλωνα στο ερώτημα που είχε τεθεί για το πώς θα εκλείψει το μίσος και ο πόλεμος ανάμεσα στους ανθρώπους. Και η απάντηση ήταν: Να συστήσετε αθλητικούς αγώνες).
- Η γνώση του κόσμου, η Αγάπη για αυτόν σε εξημερώνει. Όχι η άγνοιά του. Αυτή είναι η Ελληνική άποψη.
- Οι ιερείς των ναών και των ιερών κέντρων στην αρχαία Ελλάδα, ήταν πρόσωπα εξαιρετικά για το ήθος τους, ταπεινά, προσηνή, αγαπητικά στην συμπεριφορά τους προς τους συνανθρώπους τους, πλήρεις από την Αγάπη Θεών και ανθρώπων, πραγματικά πρότυπα για τις κοινωνίες που ζούσαν.
- Για τους Έλληνες, η Αγάπη για τον συνάνθρωπο είναι η μεγαλύτερη αξία της ζωής. (Η ανιδιοτελής αγάπη, όπως την ορίζει ο Αριστοτέλης: «Έστω δη το φιλείν το βούλεσθαι τινι α οίεται αγαθά, εκείνου ένεκα, αλλά μη αυτού, και το κατά δύναμιν πρακτικόν είναι τούτων». Ας τεθεί σα βάση ότι η Αγάπη σημαίνει το να επιθυμή κανείς για κάποιον όσα νομίζει καλά για κείνον και όχι για τον εαυτό του, και να ενεργή όσο μπορεί για να τα αποκτήσει εκείνος). Μεγαλύτερη και από την Αγάπη προς τα οικεία μας πρόσωπα, γιατί η Αγάπη για τα οικεία μας πρόσωπα, έχει ίσως μέσα της ένα μέρος ιδιοτέλειας, ενώ η Αγάπη προς όλους τους συνανθρώπους μας είναι ανιδιοτελής, γι αυτό και είναι η σημαντικότερη και ανώτερη μορφή Αγάπης. Είναι ενδεικτικό, ότι στα Δελφικά Παραγγέλματα υπάρχουν πέντε παραγγέλματα που αναφέρονται στην Αγάπη για τον συνάνθρωπο, περισσότερα από όσα αναφέρονται στην Αγάπη για τα οικεία μας πρόσωπα (σ αυτήν αναφέρονται δύο παραγγέλματα) (ίσως και επειδή, οι άνθρωποι ευκολότερα τηρούν αυτό το είδος της Αγάπης).
Είδαμε, δε ότι ο Θαλής ο Μιλήσιος, μας καλεί να αγαπάμε τους συνανθρώπους μας λίγο περισσότερο από ότι αγαπάμε τον εαυτό μας: «Αγάπα τον πλησίον μικρά ελαττούμενος». Να αγαπάς τον πλησίον σου λίγο περισσότερο από ότι αγαπάς τον εαυτό σου. Επίσης, είδαμε ότι η αληθινή Αγάπη, δεν ζητάει ανταπόδοση: «..η φιλία καθ αυτήν αιρετή είναι. Δοκεί δ εν τω φιλείν μάλλον η εν τω φιλείσθαι είναι. Σημείον δ αι μητέρες τω φιλείν χαίρουσαι…αντιφιλείσθαι δ ου ζητούσιν» Αριστοτέλης (Ηθικά Νικομάχεια,1159α,26-30).Η Αγάπη…έγκειται περισσότερο στο να αγαπούμε παρά στο να μας αγαπούν. Απόδειξη, το γεγονός ότι οι μητέρες ευχαριστώνται να αγαπούν (τα παιδιά τους)…και δεν ζητούν ανταπόδοση της αγάπης (από τα παιδιά τους).
Έτσι, λοιπόν, σύμφωνα με την Ελληνική Αρετή, πρέπει να αγαπάμε όλους τους συνανθρώπους μας με ανιδιοτέλεια και περισσότερο από τον εαυτό μας ει δυνατόν, και χωρίς ποτέ να αναμένουμε ανταπόδοση της Αγάπης που δίνουμε.

Η Ελληνική Αγάπη, είναι αγνή, πηγαία, ανιδιοτελής, δεν περιμένει ανταπόδοση, ακατάπαυστη, απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους.
- Οι Έλληνες, ως λαός, είναι δοτικοί στα συναισθήματά τους.
- Η βάση για την καλλιτεχνική έκφραση και την δημιουργία, είναι πάντα ένα θερμό ψυχικό κέντρο, μια θερμή ψυχή, ένα περίσσευμα ψυχής, η Αγάπη για τον κόσμο, η μέθεξη, η συμμετοχή στον κόσμο, το να εντρυφεί κανείς στο είναι. Και όλο αυτό το πλούσιο ψυχικό δεδομένο Αγάπης, είναι αυτό που έκανε τους Έλληνες τον κατ εξοχήν καλλιτέχνη λαό της ιστορίας.
- Η Αγάπη που μας παρέχουν οι θεοί, έχει άπειρες ποιότητες, τρόπους να εκδηλώνεται, αποχρώσεις, και έχει κάθε φορά διαφορετικό είδος και ύφος. Και τα πάντα λάμπουν στην Αγάπη των θεών. Όπως οι ναοί. Και τα πάντα χαίρονται. Όπως τα χαρούμενα πρόσωπα στους κούρους και στις κόρες. («Δει δε ιλαρά τα των θεών ξόανα ποιείν και μειδιώντα, ίνα αντιμειδιάσωμεν αυτοίς ή φοβηθώμεν» Διογένης ο Οινοανδεύς. Τα αγάλματα των θεών πρέπει να τα κατασκευάζουμε (με πρόσωπα) χαρούμενα και γελαστά για να μπορούμε να τους ανταποδίδουμε το χαμόγελο και όχι να φοβόμαστε).
- Ο θεσμός της κηδείας και ο τρόπος που γινόταν στην αρχαία Ελλάδα, δείχνει πόσο έντονοι ήταν οι δεσμοί ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας. Σε παραστάσεις σε αγγεία και περιγραφές μέσα στα κείμενα βλέπουμε τους οικείους να κλαίνε, να οδύρονται, να τραβούν τα μαλλιά τους κλπ, δείγματα όλα της έντονης Αγάπης για τον νεκρό.
- Στις επιτύμβιες στήλες, η συνηθέστερη εικόνα, είναι αυτή του νεκρού σε μια οικογενειακή στιγμή, η με κάποιο οικείο του συγγενικό πρόσωπο. Αυτήν την σκηνή της Αγάπης και της οικογενειακής θαλπωρής θεωρούσαν οι πρόγονοί μας την αξιολογότερη του βίου και την αξιολογώτερη προς απεικόνιση, και ως σύνοψη της ανθρώπινης ζωής. Εκατοντάδες επιτύμβιες παριστάνουν νεκρές μητέρες να κρατούν στοργικά τα παιδιά τους, τους οικείους του νεκρού να εναγκαλίζονται τον νεκρό, θερμές από Αγάπη οικογενειακές στιγμές.
Μια επιτύμβια που παριστάνει μια γιαγιά και το εγγονάκι της, και οι δύο νεκροί, φέρει την εξής επιγραφή: «Τώρα που είμαστε και οι δύο νεκροί αγαπιόμαστε τόσο όσο αγαπιόμασταν όταν ήμαστε και οι δύο εν ζωή και σε κρατούσα στα χέρια μου». Σήμερα, αντίθετα, ο νεκρός απεικονίζεται συνήθως μόνος του και έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί αυτή η θερμή από Αγάπη Ελληνική συνήθεια.
--Απεικονίσεις του Φιλίου Διός υπάρχουν: σε δύο αφιερωματικά ανάγλυφα στην Αττική, όπου παριστάνεται ένθρονος να υποδέχεται τους λατρευτές του, στην Λέσβο, στην Πέργαμο, ενώ στον λαμπρό ναό του Φιλίου Διός στην Μεγαλόπολη το άγαλμά του που φιλοτέχνησε ο γλύπτης Πολύκλειτος ο νεώτερος, έφερε κοθόρνους, κύπελλο σπονδής, αετοφόρο θύρσο κλπ (Παυσανίας, 8.31,4). Στην Επίδαυρο, έχουμε μία επιγραφή που αναφέρει: «Διί Φιλίωι Πύροιος κατ όναρ (ανέθηκεν)» (Το αφιέρωμα αυτό αφιέρωσε ο Πύροιος στον Φίλιο Δία σύμφωνα με όνειρο που είδε). Στην Αθήνα σε στήλη αναφέρεται: «Ιερέως και ερανιστών Διός Φιλίου» (Ιερέα και λατρευτών του Φίλιου Δία). Στο θέατρο του Διονύσου στο πλάι της Ακρόπολης στην Αθήνα, στα διακριτά καθίσματα των ιερέων στην πρώτη σειρά του θεάτρου, στο κάθισμα του ιερέως του Φίλιου Δία υπάρχει η επιγραφή: «Ιερεύς Διός Φιλίου». Στο Άργος, άγαλμα του Φιλίου Διός είχε φιλοτεχνήσει ο Πολύκλειτος ο νεότερος. Στη Μεγαλόπολη στη δυτική όχθη του ποταμού Ελισσόντα υπήρχε άγαλμα του Φιλίου Διός, όπως και τα αγάλματα των Ωρών, των Νυμφών, της Αφροδίτης, της Ήρας, του Ηρακλή, κλπ. Στον Πειραιά υπήρχε ιερό του Διός Φιλίου κοντά στο ιερό του Διός Μειλιχείου και το ναό της Αγαθής Τύχης.

- Σύμφωνα με χρησμό του μαντείου των Δελφών, ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου, ήταν ο Αγλαός από την Ψωφίδα της Αρκαδίας, ο οποίος είχε ένα μικρό χωράφι στο ύπαιθρο, και το καλλιεργούσε, και από την μεγάλη του αγάπη για τους Θεούς, αφιέρωνε σ αυτούς ένα τμήμα από τη σοδειά του.
- Πάρα πολλά παραδείγματα έντονης αγάπης υπάρχουν στην Ελληνική Μυθολογία και Ιστορία. Να αναφέρουμε μερικά από αυτά:
- Ο Ορφέας και η Ευρυδίκη ( Ο Ορφεύς κατέβηκε στον Άδη για να βρει την Ευρυδίκη).
- Ο Δάμων και ο Φιντίας (όταν επρόκειτο να θανατωθεί ο ένας, ο άλλος τον αντικατέστησε όπως είχε ζητήσει για μία ολόκληρη ημέρα. Η συμφωνία ήταν ότι αν δεν γυρνούσε, θα θανατώνονταν ο φίλος του που οικειοθελώς τον αντικατέστησε).
-Η Άλκηστη και ο Άδμητος ( Η Άλκηστις θέλησε να πεθάνει στην θέση του Άδμητου).
- Ο Πυγμαλίων ( Ήταν γλύπτης και αγάπησε υπερβολικά ένα γλυπτό του. Για αυτό, η υπερβολική αγάπη για ένα έργο τέχνης, ονομάζεται: «Πυγμαλιωνισμός» ).
- Ο Νάρκισσος, ο οποίος αγάπησε τόσο έντονα τον εαυτό του, που καθρεφτιζόταν συνεχώς σε ένα ποτάμι.(Η Αγάπη για τον εαυτό μας είναι καλώς εννοούμενη, και προυπόθεση για να αγαπήσουμε τους άλλους ανθρώπους. Δεν έχει καμμία σχέση με τον κακώς εννοούμενο και βλαπτικό προς τους άλλους εγωισμό).
- Ο Αιγέας ( Ο Αιγέας αυτοκτόνησε όταν νόμισε ότι είχε πεθάνει ο γιος του Θησέας. Το Αιγαίο πέλαγος πήρε το όνομά του από αυτή την έκφραση πατρικής Αγάπης).
- Ο Κλεόμβροτος από την Αμβρακία ο οποίος αυτοκτόνησε πηδώντας από τα τείχη της πόλης για να βρεθεί πιο κοντά στους θεούς και στους ενάρετους ανθρώπους. Είχε μόλις διαβάσει ένα σύγγραμμα του Πλάτωνα το οποίο μιλούσε για την αθανασία της ψυχής. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Ήλιε, χαίρε». (Καλλιμάχου επιγράμματα).
- Η Βασιλώ που αυτοκτόνησε όταν πέθανε ο αδελφός της Μελάνιππος. Δεν άντεχε να ζει χωρίς τον αγαπημένο της αδελφό. (Καλλιμάχου επιγράμματα).
- Ο Οδυσσέας που από την υπερβολική Αγάπη για την γυναίκα του, Πηνελόπη, αρνήθηκε την αθανασία που του προσέφερε η Καλυψώ αν έμενε κοντά της.
- Ο Κόδρος, τελευταίος βασιλιάς της Αθήνας, ο οποίος όταν έμαθε ότι ο χρησμός έλεγε ότι θα νικήσει η πόλη της οποίας ο βασιλιάς θα σκοτωθεί πρώτος, πήγε οικειοθελώς στις τάξεις των εχθρών και σκοτώθηκε.
- Οι Κορίνθιοι όταν κατελήφθη η πόλη τους από τους Ρωμαίους, λόγω της μεγάλης Αγάπης για την πόλη τους, αυτοκτόνησαν σε μεγάλους αριθμούς γιατί δεν μπορούσαν να αντέξουν την πόλη τους κατακτημένη.

- Ονόματα αρχαίων Ελληνικών πόλεων η τοπωνύμια που φέρουν την έννοια της Αγάπης (από το ρήμα: φιλώ = αγαπώ):
- Φίλα ( Πόλη της Πιερίας την οποία έκτισε ο Δημήτριος προς τιμήν της μητέρας του).
- Φιλαδέλφεια (η Φιλαδελφία) (Πόλη της Μικράς Ασίας στις όχθες του Καλυκάδνου ποταμού).
- Φιλαίδαι (οι) (Δήμος της Αττικής, της αιγηίδας φυλής. Κάτοικος: Φιλαίδης).
- Φιλανόριον (Χωριό της Αργολίδας).
- Φιλέας (η Φιλέης) (Χωριό της Θράκης).
- Φίλιος (νήσος) (νησί του Αιγαίου).
- Φίλαρος (ποταμός στη Βοιωτία).
- Φιλύρα (όνομα πηγής που αναφέρει ο Καλλίμαχος στον: Ύμνο εις Δία).

- Η ίδια η συμφωνία του ρυθμού, η αρμονία σχημάτων, χρωμάτων, γλυπτικών μορφών κλπ στην αρχαία Ελληνική τέχνη είναι η μεταφορά της Αγάπης στα εικαστικά στοιχεία. Γιατί η Αγάπη είναι άρμοσις, συναλληλία, συμφωνία, ενότητα.
- Η Πολυγνώτεια τετραχρωμία, η οποία χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό στην αρχαία Ελληνική ζωγραφική, έχει δίκαια αποκληθεί και «τετραχρωμία της Αγάπης», γιατί είναι το χρωματικό αντίστοιχο της ενότητας, της συνέχειας, της συμφωνίας, της συνοχής. Μάλιστα είναι η μόνη αρμονική χρωμάτων που έχει φυσική επαλήθευση, μια και συναντάται κατ εξοχήν στην φύση. Ο Πλάτωνας δε, αναφέρει ότι αν ζωγραφίζοντας κανείς ένα πρόσωπο δεν χρησιμοποιήσει Πολυγνώτεια χρώματα, αλλά κάποια άλλα, θα χάσει την φυσική χροιά του ανθρώπινου προσώπου.
- Συμβολικά, οι θεοί, παρουσιάζονται στην Μυθολογία, να ανήκουν όλοι σε μία οικογένεια, να είναι όλοι μέλη της ίδιας θείας οικογένειας, και έχουν όλοι συγγενικές σχέσεις μεταξύ τους. Αυτός ο συμβολισμός, δεν απηχεί απλώς την αιτιώδη σχέση τους, αλλά γίνεται για να δοθεί έμφαση στην θερμή σχέση Αγάπης μεταξύ τους.
- Όταν δύο πόλεις ενέτειναν τις φιλικές τους σχέσεις, έχοντας τους θεούς ως εγγυητές της σύσφιξης των σχέσεών τους, έφτιαχναν συχνά μαρμάρινες πλάκες με ανάγλυφες τις μορφές των πολιούχων θεών των πόλεών τους να ανταλλάσσουν χειραψία η κάποιο τύπο ασπασμού – εναγκαλισμού. (πχ Η Αθηνά χαιρετάει την Ήρα της Σάμου, η αλλού η Αθηνά χαιρετάει γυναικεία μορφή – προσωποποίηση της Σικελίας).

Σύγκριση με άλλες θρησκείες

Σε καμμία άλλη θρησκεία η έννοια της Αγάπης δεν είναι τόσο ακέραια, τόσο ολοκληρωμένη, τόσο πλήρης όσο στην Ελληνική Θρησκεία.
Για παράδειγμα στο χριστιανισμό υπάρχει μια εκτρωματική και λειψή έννοια αγάπης: «Μην αγαπάτε τον κόσμο, ούτε αυτά που είναι μέσα στον κόσμο. Αν κάποιος αγαπάει τον κόσμο, η αγάπη του Θεού δεν υπάρχει μέσα σε αυτόν.»Ιωάννου Α. β:15. «Όποιος λοιπόν θελήσει να είναι φίλος του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται.»Προς Ιακώβ 4:4«Ότε δε προσέρχονται τω κτίσματι αποστρέφεσθαι τον κτίστην.»(Όταν πλησιάζουν τον κόσμο(τη Φύση) απομακρύνονται από το Θεό.)Αθανασίου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Κατα Αρριανόν λόγος πρώτος. «Τα άνω φρονείτε μη τα επί της γης.»Προς Κολλοσαείς 3:1-2
«Όποιος ποθεί τον κόσμο, δεν αγαπά το Θεό. Όποιος συναναστρέφεται τον κόσμο, δεν μπορεί να συναναστρέφεται το Θεό. Όποιος φροντίζει τα του κόσμου, δεν φροντίζει τα του Θεού.»Αββά Ισαάκ ο Σύρος. Ασκητικοί Λόγοι. Μελέτημα 2ον ,7.

Ο χριστιανισμός αποσυνδέει την έννοια της αγάπης τόσο από τον ορατό κόσμο, όσο και από τις αισθήσεις του ανθρώπου Κάτι τέτοιο όμως είναι και αφύσικο και αδύνατο και περιορίζει την έννοια της αγάπης αφαιρώντας της την πληρότητα. Παρόμοια διαστρέβλωση και έκπτωση της έννοιας της αγάπης υπάρχει στον μουσουλμανισμό. Ο Χριστιανισμός με πολλούς τρόπους είναι ένα εκδηλωμένο μίσος ,σε πολλά ακόμη σημαντικά θέματα ο χριστιανισμός δείχνει έλλειψη αγάπης, όπως το μίσος για τους αλλόδοξους, η υποτίμηση της γυναίκας (ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΕΚΛΕΙΣΕ ΑΠΟ το θείο επίπεδο), ενώ πάντοτε σε όλους τους λαούς αντιπροσωπευόταν. Όλοι οι λαοί έχουν και ΘΕΟΥΣ και ΘΕΕΣ. Μάλιστα ο αδογμάτιστος χαρακτήρας της Ελληνικής Θρησκείας επιτρέπει σε μια γυναίκα να λατρεύει την ανώτατη θεότητα ως θηλυκή (Ευρυνόμη, Μητέρα των Θεών, Αγαθή Θεά, Φύσις, Ειμαρμένη, κλπ). (Για παράδειγμα, στην ιερή άλτη της Ολυμπίας, λατρευόταν και ο Δίας, και η Μητέρα των Θεών (Ο ναός της ήταν το «Μητρώον», που βρισκόταν ακριβώς μπροστά στη είσοδο του σταδίου)). Η Μητέρα των θεών ονομάζεται και Αγαθή Θεά. (Για παράδειγμα, στον Πειραιά (Αρχαιολογικό Μουσείο), υπάρχει το αναθηματικό ανάγλυφο του Πυθόνικου στην Αγαθή Θεά, όπου απεικονίζεται σε μεγαλύτερη διάσταση από τους λατρευτές της, κάτι που συνηθιζόταν στις απεικονίσεις των θεών. Στο άνω μέρος της στήλης, αναγράφεται ότι αφιερώνεται στην Αγαθή Θεά).

Η εχθρική διάθεση για την επιστήμη, τη μόρφωση, την ελευθερία της σκέψης και του λόγου, τη δημοκρατία, ο ίδιος ο δογματικός χαρακτήρας του χριστιανισμού που είναι εξ ορισμού αντίθετος με την έννοια της αγάπης,η υποτίμηση των ζώων και των συναισθημάτων τους (δεν αναγνωρίζουν ύπαρξη ψυχής στα ζώα) η επικύρωση εγκλημάτων του Γιαχβέ εναντίον μη εβραίων, η απειλή του Χριστού για σφαγή αλλόδοξων (Μην ξεχνάμε και την εντυπωσιακή σε μισαλλοδοξία φράση του (υποτιθέμενου) Χριστού:«Όσοι δεν πιστέψουν σε μένα φέρτε τους εδώ και κατασφάξτε τους» που οδήγησε στις κατοπινές σφαγές των Ελλήνων και στη γενικότερη διάπραξη σφαγών από τους χριστιανούς) «Πλην τους εχθρούς μου εκείνους τους μη θελήσαντας με βασιλεύσαι, αυτούς αγάγετε ώδε και κατασφάξατε αυτούς έμπροσθέν μου» Χριστός (Ιησούς) («Λουκάς» ΙΘ΄ 27-28) Τους εχθρούς μου εκείνους οι οποίοι δεν θέλουν εγώ να είμαι βασιλιάς σε αυτούς, φέρτε τους εδώ και κατασφάξτε τους μπροστά μου.κλπ.Όσον αφορά το χριστιανισμό, να θυμίσουμε εδώ ότι ο χριστιανισμός μιμήθηκε τον κατά πολύ αρχαιότερο Ινδό θεό Κρίσνα (1200πχ). Ο συγγραφέας Γιώργος Γρηγορομιχελάκης στο βιβλίο του: «Δεκαπέντε Εσταυρωμένοι και Αναστημένοι Σωτήρες» των εκδόσεων (Δαδούχος) εντοπίζει 121 σημεία αντιγραφής. Τα κυριότερα είναι: (Ο Κρίσνα γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου από παρθενογέννεση,ο πατέρας του ήταν ξυλουργός, ο Θεός του οποίου είναι μέρος είναι τριαδικός, σταυρώθηκε ανάμεσα σε δύο ληστές, αναστήθηκε, τον είχαν προφητεύσει Ινδοί προφήτες, δήλωνε ότι δεν ήρθε να αλλάξει τον Ινδουισμό αλλά να τον συμπληρώσει, ο (κακός) θεός Κάμσα έσφαξε όλα τα νεογέννητα της περιοχής προκειμένου να τον δολοφονήσει, αλλά οι γονείς του, φυγάδεψαν το νεογέννητο Κρίσνα κλπ). Επίσης, στο παλαιότερο σε σύγκριση με τον χριστιανισμό ιερό βιβλίο των Περσών «Ζενταβέστα», ο θεός Αχουραμάσδα στέλνει τον άγγελό του να ενημερώσει την παρθένο Ντουγκντώ ότι θα γεννήσει με θεική επέμβαση, τον σωτήρα του κόσμου, Ζαρατούστρα. Επίσης ο Παύλος μιμήθηκε τις Ελληνικές ρήσεις περί αγάπης.

Τέλος, στο ερώτημα, ποιος δικαιούται να χειρίζεται τον οίκτο περισσότερο, οι Έλληνες ή οι Χριστιανοί, ο Χριστός αν όπως επιθυμούν οι χριστιανοί ήταν θεός, δεν πόνεσε στο σταυρό.(Και μάλιστα θα έπρεπε να το γνωρίζει από πριν ότι μετά από αυτή τη δοκιμασία θα εξακολουθούσε να είναι θεός).(Σε ένα αντίστοιχο παράδειγμα στην αρχαία Ελλάδα, ο Ξενοφάνης είπε στους Αιγυπτίους σχετικά με τον θάνατο του θεού Όσιρι, να μην τιμούν τον Όσιρι ως θεό, αν τον θεωρούν θνητό, η να μη θρηνούν γι αυτόν αν πιστεύουν πως είναι θεός). Άρα, πέραν του γεγονότος ότι ο Χριστιανισμός ως θρησκεία είναι ένα κλεψίτυπο, δικαιούται να χειρίζεται τον οίκτο σε μικρότερο βαθμό από ότι ο Ελληνισμός, για τους ακόλουθους λόγους: Ο ένθεος ΕΥΜΟΛΠΙΔΗΣ, ο τελευταίος Ιεροφάντης της Ελευσίνας Νεστόριος, η μεγάλη αυτή μορφή της Ελληνικής Θρησκείας, άνθρωπος όντας, αφού βασανίστηκε και μαρτύρησε, σφαγιάστηκε από τους χριστιανούς για την Αγάπη των Θεών και την πίστη του. Βέβαια, μετά το θάνατό του απεθεώθη, όπως συμβαίνει σε κάθε ενάρετο άνθρωπο που χύνει το αίμα του και πεθαίνει, δίνει τη ζωή του στο όνομα των πανάγαθων Θεών. (Όλοι οι ήρωες στην Ελληνική Θρησκεία, απεθεώθησαν, ανέβηκαν από την ανθρώπινη κλίμακα στη θεική μέσω ενάρετων πράξεων).(Η αποθέωση μέσω ενάρετων πράξεων είναι η πεμπτουσία της Ελληνικής θρησκευτικότητας).

Άρα, όχι μόνο λόγω του Ευμολπίδη θεανθρώπου, η άλλων που απεθεώθησαν, αλλά και επειδή οι Έλληνες θυματοποιήθηκαν ως λαός ολόκληρος αφού σφαγιάστηκαν κατά χιλιάδες, η γνωστή γενοκτονία των Ελλήνων από τους χριστιανούς , ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤ ΕΞΟΧΗΝ ΝΑ ΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΙ ΤΟΝ ΟΙΚΤΟ ως κεντρικό στοιχείο του πως κανείς θυσιαζόμενος για τους συνανθρώπους του, την Αγάπη και το δίκαιο ανεβαίνει στους ουρανούς.

Σχερία η περίφημη χώρα των Φαιάκων

Σχερία, η περίφημη χώρα των Φαιάκων. Κατά το μύθο η Δήμητρα παρακάλεσε τον Ποσειδώνα να σταματήσεις (σχειν > Σχερία) τη λάσπη ενός ποταμού από τις απέναντι ηπειρωτικές ακτές, ώστε να μην ενωθεί η Κέρκυρα μαζί τους. Από το γεγονός αυτό προέκυψε η ονομασία Σχερία, που συνδέθηκε με τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα και με την επιστροφή του στην Ιθάκη.Στη Σχερία κατοικούσαν σύμφωνα με τον Όμηρο οι Φαίακες, ένας λαός που ζούσε αρχικά στη μυθική Υπερεία. Η μετανάστευσή από την Υπερεία στη Σχερία πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του βασιλιά Ναυσίθοου, γιού του Ποσειδώνα και της Περίβοιας. Όταν ο Ναυσίθοος έφτασε στη Σχερία, «σήκωσε κάστρο ολόγυρα στην πόλη, έχτισε σπίτια, έφτιασε των θεών ναούς και μοίρασε χωράφια» (Οδύσσεα ζ, 9-10). Παιδιά του ήταν ο Αλκίνοος και ο Ρηξήνορας, ο οποίος πέθανε νέος, αφού πρώτα έφερε στον κόσμο μία κόρη, την Αρήτη. Ο Αλκίνοος παντρεύτηκε την Αρήτη, μια και φημιζόταν όσο καμία άλλη γυναίκα για την ομορφιά της, την καλοσύνη και τη σοφία της. Μαζί της απέκτησε πέντε γιους και μια κόρη, τη Ναυσικά, και βασίλεψε στο νησί μέχρι τα γηρατειά του. Από τις διηγήσεις του Ομήρου και του Απολλωνίου φαίνεται πως το βασιλικό ζεύγος κυβέρνησε τους ειρηνόφιλους Φαίακες δίκαια και συνετά. Κάτω από την εξουσία του Αλκίνοου υπήρχαν δώδεκα δημογέροντες, οι οποίοι μαζί με όλους τους κατοίκους συγκροτούσαν τη Βουλή των Φαιάκων. Για τη λήψη των αποφάσεων ο βασιλιάς συγκαλούσε τη Βουλή, όπου είχαν όλοι δικαίωμα λόγου. Το πολυτελές παλάτι του Αλκίνοου περιγράφτηκε στην Οδύσσεια (η, 86-136) με μοναδική γλαφυρότητα: «Γιατί μια λάμψη χύνονταν, σαν φεγγαριού, σαν ήλιου, απ' όλο το αψηλόσκεπο του Αλκίνοου το παλάτι. Χάλκινοι τοίχοι πήγαιναν απ' τη μπασιά ως το βάθος κι είχαν μια ζώνη από γυαλί γαλάζιο γύρω γύρω. Χρυσές οι πόρτες το ψηλό παλάτι μέσα κλείναν και σε κατώφλι χάλκινο στέκονταν ασημένιοι οι παραστάτες κι αργυρό το ανώφλι ήταν επάνω και το κρικέλι ολόχρυσο. Στο 'να και στ' άλλο μέρος είχε σκυλιά από μάλαμα κι ασήμι καμωμένα, που τα 'χε φτιάξει ο Ήφαιστος με τη σοφή του τέχνη, να του φυλούν το αρχοντικό του αντρειωμένου Αλκίνοου κι αθάνατα κι αγέραστα να στέκουν εκεί πάντα.
 
Την εποχή του Αλκίνοου πέρασε από το νησί ο ξακουστός Οδυσσέας και δέχτηκε τη φιλοξενία των κατοίκων του. Μετά από τη νίκη των Ελλήνων στο Τρωικό πόλεμο, ο Οδυσσέας αντιμετώπισε την οργή του Ποσειδώνα και περιπλανήθηκε δέκα ολόκληρα χρόνια σε ανταριασμένες θάλασσες και αφιλόξενες στεριές, αδυνατώντας να προσεγγίσει την πολυπόθητη πατρίδα του, την Ιθάκη. Στη Σκερία έφτασε μισοπεθαμένος, αφού είχε πρώτα παλέψει δύο μερόνυχτα με τα αγριεμένα κύματα. Κι όπως παράδερνε στα απότομα βράχια του νησιού, η θεά Αθηνά στάθηκε δίπλα του και τον βοήθησε να βγει σε ένα ήρεμο ακρογιάλι και να κοιμηθεί κάτω από τα δένδρα σκεπάζοντας το γυμνό κορμί του με τα φύλλα τους.Όταν ξημέρωσε, άκουσε μες στον ύπνο του χαρούμενες φωνές κοριτσιών και ξύπνησε. Γύρω του βρισκόταν η Ναυσικά με τις φίλες της, που έπαιζαν το τόπι, αφού είχαν πλύνει τα ρούχα τους στο ποτάμι. Μόλις αντίκρυσε την όμορφη βασιλοπούλα έμεινε άφωνος μπροστά στα κάλλη της: «Σπλαχνίσου με βασίλισσα. Θνητή για αθάνατη είσαι; Αν είσαι κάποια απ' τις θεές που χαίρονται τα ουράνια, μονάχα με την Άρτεμη, του Δία, εγώ, την κόρη, σε προσομοιάζω στη μορφή, στ' ανάστημα, στα κάλλη. Γιατί ποτέ τα μάτια μου δεν είδαν τέτοιο πλάσμα, άντρα ή γυναίκα. Θάμπωσαν τα μάτια μου, όταν σ' είδα. Μόνο στη Δήλο μια φορά, πλάι στο βωμό του Απόλλου τέτοιο δροσάτο φοινικιάς βλαστάρι είδα ν' ανθίζει. Κι όπως εκείνο ώρα πολλή με θάμπωσε όταν το 'δα, γιατί απ' τη γη δεν φύτρωσε φυτό παρόμοιο ακόμα, έτσι κι εσύ με θάμπωσες, παρθένα, κι όλος τρέμω, μ' όσες κι αν έχω συμφορές, το γόνα να σου πιάσω» (Οδύσσεια ζ, 151-171). Αλλά και η Ναυσικά θαύμασε τον ξένο και προθυμοποιήθηκε να τον βοηθήσει: του έδωσε λάδι για να λουστεί και ρούχα για να ντυθεί, του πρόσφερε φαγητό και τον προσκάλεσε στο παλάτι. «Ακούστε κάτι να σας πω, κρινόχερα κορίτσια. Δίχως τη γνώμη των θεών που κατοικούν στα ουράνια δεν ήρθε αυτός ο άνθρωπος στη χώρα των Φαιάκων. Πρωτύτερα μου φάνηκε πως είναι ασχημομούρης, μα τώρα μοιάζει των θεών που χαίρονται τα ουράνια. Μακάρι τέτοιος να 'τανε γραφτός για μένα ο άντρας, του τόπου κάτοικος, κι εδώ να 'θελε αυτός να μείνει. Μα ελάτε, κόρες, δώστε του φαΐ-πιοτό του ξένου».
 
Αφήνοντας τον ποταμό ο Οδυσσέας διέσχισε την πόλη των Φαιάκων με του ψηλούς της πύργους, με το όμορφο λιμάνι, την αγορά το ναό του Ποσειδώνα και το άλσος της Αθηνάς (ζ, 264-295) και φτάνοντας στο παλάτι παρουσιάστηκε στην Αρήτη. Ο βασιλιάς του πρόσφερε πρόθυμα τη φιλοξενία του και την επόμενη μέρα συγκάλεσε τη Βουλή των Φαιάκων για να αποφασίσουν να στείλουν τον ξένο στην πατρίδα του. Προς τιμή του οργάνωσε αθλητικούς αγώνες και ένα πλούσιο συμπόσιο, κατά τη διάρκεια του οποίου ο αοιδός Δημόδοκος τραγούδησε τη δόξα των πολεμιστών στην Τροία προκαλώντας τη συγκίνηση του Οδυσσέα. Μέσα στην ταραχή του ο γενναίος βασιλιάς της Ιθάκης αποκάλυψε στον Αλκίνοο την ταυτότητά του και διηγήθηκε τις περιπέτειές του μετά από την άλωση της Τροίας. Οι Φαίακες ήταν, λοιπόν, οι πρώτοι που έμαθαν για τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα στη χώρα των Κικόνων, των Λωτοφάγων και των Κυκλώπων, στο νησί του Αιόλου και της Κίρκης, για τα παθήματά του από τις Σειρήνες, τη Σκύλλα, τη Χάρυβδη και το θεό Ήλιο, καθώς και για την πολύχρονη παραμονή του στο νησί της Καλυψώς. Γεμάτοι θαυμασμό για τον ήρωα οι άρχοντες του νησιού του χάρισαν πλούσια δώρα και την επόμενη μέρα του ετοίμασαν ένα από τα πλοία τους για να ταξιδέψει με ασφάλεια στην Ιθάκη.Οι Φαίακες, που κατάγονταν από τον ίδιο τον Ποσειδώνα, μια και δικός του γιος ήταν ο Ναυσίθοος, φημίζονταν την εποχή εκείνη ως σπουδαίοι ναυτικοί. «Γιατί οι Φιαάκοι για σπαθιά δεν νοιάζονται ή δοξάρια, μον' για κατάρτια και κουπιά κι ισόμετρα καράβια, που στον αφρό της θάλασσας τα χαίρονται να τρέχουν» (Οδύσσεια ζ, 272-274). Ωστόσο η πρωτοβουλία τους να δώσουν στον Οδυσσέα ένα από τα πλοία τους ήταν αντίθετη με την επιθυμία του θεού της θάλασσας και πλήρωσαν ακριβά την ευγενική τους χειρονομία. Ο Ποσειδώνας πέτρωσε το καράβι τους την ώρα που γυρνούσε απ' την Ιθάκη και έκλεισε την π όλη τους με ένα ψηλό βουνό, επαληθεύοντας έτσι έναν παλιό χρησμό. «Τότε ο Αλκίνοος άρχισε κι έτσι είπε δύο λόγια: Αχ, να τα, βγαίνουν τα παλιά της μοίρας τα γραμμένα, που μου 'λεγε ο πατέρας μου, πως είναι θυμωμένος με μας τη ς γης ο σαλευτής, γιατί γινόμαστε όλων καλοπροαίρετοι οδηγοί. Κι έλεγε πως μια μέρα θα σπάσει ένα πεντάμορφο καράβι των Φαιάκων, από ταξίδι όταν γυρνά μες στο γεράνιο κύμα και γύρω με ψηλό βουνό την πόλη μας θα κλείσει. Ο γέρος έτσι τα 'λεγε και να αληθεύουν όλα. Ας πάψουν τα ταξίδια αυτά του καθενός στην πόλη μας που θα 'ρθει κι ας σφάξουμε του αφέντη Ποσειδώνα δώδεκα ταύρους διαλεχτούς, ίσως και μας πονέσει.» (Οδύσσεια ν, 180-191). Με αυτόν τον τρόπο ερμήνευσαν, όπως φαίνεται, οι κάτοικοι του νησιού κάποιους βραχώδεις σχηματισμούς, που είναι ακόμη ορατοί κοντά σε πολλές από τις ακτές της Κέρκυρας.
 
Η πληροφορία του Ομήρου για τη συνήθεια των Φαιάκων να φιλοξενούν με αγάπη όλους τους περαστικούς επαληθεύεται και από το έργο «Αργοναυτικά» του Απολλωνίου του Ροδίου (3 ος αι. π.Χ.). Σύμφωνα με τη διήγησή του, πριν από τον Οδυσσέα είχαν επισκεφθεί τη Σχερία ο Αργοναύτες με τον Ιάσονα και τη Μήδεια. Όταν ο Ιάσονας έφυγε από την Κολχίδα με το χρυσόμαλλο δέρας, ο πατέρας της Μήδειας, ο βασιλιάς Αιήτης, έστειλε μερικούς Κόλχους να τον καταδιώξουν κι εκείνος βρήκε καταφύγιο στο παλάτι του Αλκίνοου. Εκεί, σε μια σπηλιά κοντά στο λεγόμενο Υλλαϊκό λιμάνι έγιναν οι γάμοι του με τη Μήδεια, έτσι ώστε η ξένη βασιλοπούλα δεν θα μπορούσε ποτέ να γυρίσει στην πατρίδα της. Όμως, και οι Κόλχοι, που είχαν στο μεταξύ φιλοξενηθεί από τον Αλκίνοο και την Αρήτη, αρνήθηκαν να επιστρέψουν στην Κολχίδα και να αντιμετωπίσουν την οργή του Αιήτη και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Σχερία.Μέχρι σήμερα δεν έχει εντοπιστεί η θέση της ομηρικής πόλης των Φαιάκων, ούτε έχουν βρεθεί στοιχεία για κάποιο ανάκτορα σαν αυτό του Αλκίνοου. Οι αρχαιολόγοι διατύπωσαν κατά καιρούς πολυάριθμες θεωρίες και υποθέσεις σχετικά με την ομηρική Σχερία (Παλαιοκαστρίτσα, Έρμονες), όμως καμία δεν έχει επιβεβαιωθεί, εφόσον τα ευρήματα από τη Μυκηναϊκή περίοδο (στην οποία αναφέρεται η διήγηση του Ομήρου) είναι πενιχρά. Βέβαια ο Όμηρος έζησε κατά τον 8 ο αι. π.Χ. και είναι πιθανό οι περιγραφές του να επηρεάστηκαν από την Κέρκυρα της δικής του εποχής. Έτσι η Κέρκυρα του Ομήρου θα μπορούσε κατά μία άποψη να ταυτισθεί με τον ανασκαμμένο οικισμό των ιστορικών χρόνων και να βρίσκεται θαμμένη κάτω από τα ερείπιά του.

Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

O Πρωταγόρας και η Δημιουργία του Κόσμου

Στο θρυλικό διάλογο του Πρωταγόρα με το Σωκράτη για το διδακτό της αρετής, ο Πρωταγόρας, βρίσκει την ευκαιρία να παραθέσει το δικό του μύθο για τη δημιουργία του κόσμου. Πρόκειται για μια εντελώς προσωπική μυθολογία, θα λέγαμε μια «πρωταγόρεια» μυθολογία, που χωρίς, επί της ουσίας, να ανατρέπει τα αρχαιοελληνικά μυθολογικά δεδομένα (ο Προμηθέας, η κλοπή της φωτιάς, η παρουσία του Δία ως απόλυτου ρυθμιστή των πάντων, η εμφάνιση του Ερμή κτλ, πιστοποιούν την πρόθεση του Πρωταγόρα να παραμείνει πιστός στα πλαίσια της δεδομένης μυθολογικής μαγιάς) τα προσαρμόζει, σε μια ιδιόμορφη ανάπλαση, στη δική του οπτική, την οπτική της αγάπης προς τον άνθρωπο. Και μόνο που προσπερνά την συνήθη οπτική της θεογονίας, που εστιάζει στη δημιουργία των θεών, για να επικεντρωθεί στην κοσμογονία, τη δημιουργία των θνητών έμβιων όντων, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του ανθρώπου, καθίσταται σαφές ότι αυτό που πρωτίστως τον ενδιαφέρει είναι ο άνθρωπος. Εξάλλου, ο Πρωταγόρας, ως δεδομένος αγνωστικιστής, δεν είχε άλλη επιλογή από το να εστιάσει στον άνθρωπο. 

Οι θεοί δεν είναι παρά συμβολικές παρουσίες, που αφενός κάνουν το μύθο πιο οικείο (αν αφαιρούσε τους θεούς θα έχανε κάθε επαφή με τον πρωτόλειο αρχαιοελληνικό μύθο) κι αφετέρου προσδίδουν τη χειροπιαστή υπόσταση της φύσης που γίνεται άμεσα αντιληπτή χωρίς περαιτέρω φιλοσοφικές προεκτάσεις που στην παρούσα περίπτωση θα ήταν απολύτως περιττές. Με άλλα λόγια, ο Δίας είναι η νομοτέλεια της φύσης που κινεί τη ζωή αυτού του κόσμου, ενώ οι άλλοι θεοί είναι τα όργανα που ελέγχουν και διέπουν αυτή τη νομοτέλεια. Η αλληγορική σημασία των θεών, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως πρόκληση ή, ακόμα περισσότερο, ως προσβολή ή βλασφημία, αλλά ως διασφάλιση των προθέσεων του Πρωταγόρα να επαναπροσεγγίσει ένα μύθο με καθαρά στοχευμένο τρόπο, την τελική κατάδειξη του διδακτού της αρετής. Από τη στιγμή που ο μύθος δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσο για τη στήριξη άλλων ιδεών, κάθε καταφανής αλλοίωση θα τον έθετε εκτός στόχου. Οι θεοί ως κυρίαρχο στοιχείο του μύθου έπρεπε να διατηρηθούν, πράγμα που ο Πρωταγόρας όχι απλώς αντιλήφθηκε και υιοθέτησε διατηρώντας απολύτως τις ισορροπίες, αλλά το εκμεταλλεύτηκε επιπλέον τονίζοντας την μεγαλοσύνη και τη γενναιοδωρία τους προς τον άνθρωπο, τονίζοντας δηλαδή την αναγκαιότητα της ανθρώπινης επιβίωσης που, ως βασική μέριμνα των θεών, καταδεικνύει την υπεροχή των ανθρώπων και νομιμοποιεί την υπεροχή τους στη φύση.

Οι θεοί πλάθουν όλα τα θνητά γένη στο εσωτερικό της γης και καλούν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα εφοδιάσουν κατάλληλα ώστε να βγουν στην επιφάνεια. Ο Επιμηθέας, αθεράπευτα απερίσκεπτος, πείθει τον Προμηθέα να κάνει ο ίδιος τη μοιρασιά και μετά να έρθει ο Προμηθέας και να επιθεωρήσει το έργο του. Ο Προμηθέας πείθεται, κι αυτό βέβαια είναι και το μεγάλο του λάθος, κι επιτρέπει στον Επιμηθέα να διαχειριστεί το θέμα εν λευκώ. Ο Επιμηθέας μοιράζει τα εφόδια στηριζόμενος σε τέσσερις άξονες: την αποφυγή της αλληλοεξόντωσης, (γι’ αυτό έδωσε σε όλα διαφορετικές δυνατότητες – σ’ άλλα έδωσε φτερά, σ’ άλλα ταχύτητα, σ’ άλλα τεράστιο μέγεθος, σ’ άλλα νύχια, δόντια κτλ. – ώστε να μπορούν να επιβιώσουν ως είδος, άσχετα με το γεγονός ότι κάποια θα κατασπαραχθούν), την επιβίωση μέσα στις κλιματολογικές συνθήκες (πυκνό τρίχωμα και σκληρό δέρμα που θα τα προστατεύει από το κρύο και τη ζέστη), τη διατροφή (άλλα τρέφονται με ρίζες, άλλα με καρπούς κι άλλα είναι σαρκοφάγα) και τη γονιμότητα (τα σαρκοφάγα γεννάν λίγα μικρά, ενώ αυτά που αποτελούν τροφή των σαρκοφάγων γεννάν πολλά). Παρακολουθούμε, μέσα σε ελάχιστες σειρές, ολόκληρη την αλυσίδα της φύσης, την εξασφάλιση δηλαδή της φυσικής ισορροπίας που ορίζει τους σκληρούς νόμους της επιβίωσης και ταυτόχρονα προκαθορίζει τη διάσωση όλων των ειδών.

 Όμως, όπως ήταν φυσικό, ο επιπόλαιος Επιμηθέας δεν στέκεται στο ύψος των περιστάσεων καθώς του διαφεύγει ο άνθρωπος και δεν ξέρει πώς να τον εφοδιάσει αφού ξόδεψε όλες τις δυνάμεις στα όντα που στερούνται λογικής – «άλογα». Βέβαια, και μόνο ο διαχωρισμός του ανθρώπου από τα άλλα όντα που αποκαλούνται «άλογα» καθιστά σαφές ότι ο άνθρωπος είναι έλλογος, ότι δηλαδή δεν είναι απολύτως εγκαταλειμμένος, αλλά διαθέτει το εφόδιο της λογικής, το σπουδαιότερο εφόδιο που δόθηκε ποτέ σε έμβιο ον. Ωστόσο η λογική, τουλάχιστον για τα πρώτα βήματα του ανθρώπου, κρίνεται απολύτως ανεπαρκής, αφού η λογική απαιτεί χρόνο για την υλοποίηση των έργων της, ενώ τα ζώα απειλούσαν απολύτως άμεσα τον άνθρωπο με αφανισμό. Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο ο Προμηθέας, που ήρθε να επιθεωρήσει τη μοιρασιά, μπαίνει στο εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου και κλέβει τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις και τις χαρίζει στον άνθρωπο. Ταυτόχρονα θέλει να κλέψει και την πολιτική αρετή, αλλά κάτι τέτοιο αποδεικνύεται αδύνατο, αφού την πολιτική αρετή την έχει στην ακρόπολή του ο Δίας, μέρος απλησίαστο για τον Προμηθέα. Ο άνθρωπος εφοδιασμένος με τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις, αλλά χωρίς την πολιτική αρετή είναι δύσκολο να επιβιώσει. Αφανίζεται από τα θηρία και αντιλαμβάνεται ότι μόνο μέσα από τη συλλογικότητα μπορεί να σωθεί. Αρχίζει δηλαδή να ζει ομαδικά ιδρύοντας πόλεις, αλλά στερούμενος την πολιτική αρετή αδυνατεί να τις διατηρήσει. Αδικώντας ο ένας τον άλλον ακύρωνε κάθε έννοια συνύπαρξης με αποτέλεσμα οι πόλεις να διαλύονται και οι άνθρωποι να επιστρέφουν στη σποραδική ζωή για να αφανιστούν εκ νέου από τα θηρία. Με δυο λόγια η πολιτική αρετή ταυτίζεται με την επιβίωση, αφού χωρίς αυτή ο αφανισμός είναι δεδομένος.

Η σπουδαιότητα της πολιτικής αρετής προκαλεί την παρέμβαση του ίδιου του Δία, που βλέποντας το ανθρώπινο γένος να απειλείται με εξόντωση παίρνει την πρωτοβουλία και χαρίζει στον άνθρωπο την αιδώ και τη δίκη, το σεβασμό και τη δικαιοσύνη, που σηματοδοτούν τα θεμέλια της πολιτικής αρετής. Ορίζει μάλιστα, με αδιαπραγμάτευτη αυστηρότητα, να μοιραστούν η αιδώς και η δίκη σε όλους τους ανθρώπους και αν κάποιος δεν την έχει να θανατώνεται ως αρρώστια της πόλης. Το γεγονός ότι ο Δίας μοιράζει την πολιτική αρετή σε όλους και ταυτόχρονα παραδέχεται το ενδεχόμενο ότι κάποιοι μπορεί να μην την έχουν ασφαλώς και δεν αποτελεί αντίφαση (ο Δίας δεν είναι δυνατό να αντιφάσκει) αλλά είναι η απόδειξη του διδακτού της αρετής, αφού ο Δίας δίνει την πολιτική αρετή στον άνθρωπο δυνάμει, δηλαδή ως δυνατότητα, κι από εκεί και πέρα είναι ευθύνη του ανθρώπου αν θα την κάνει ενεργεία, αν δηλαδή θα την εφαρμόσει. Με άλλα λόγια η αρετή είναι σύμφυτη, αλλά όχι έμφυτη στον άνθρωπο ή αλλιώς ο άνθρωπος από τη φύση του μπορεί να κατανοήσει και να εφαρμόσει την πολιτική αρετή, αλλά δεν την έχει ως κάτι δεδομένο, όπως την όραση. Μ’ αυτό τον τρόπο εξηγεί στο Σωκράτη ότι η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, που εκείνος επικαλέστηκε τονίζοντας τη θεσμοθετημένη συμμετοχή όλων των Αθηναίων στις πολιτικές αποφάσεις της εκκλησίας του Δήμου, δεν αναιρεί το διδακτό της, κι ότι προφανώς δεν είναι έμφυτη, αφού δεν ταυτίζεται με τη γέννηση της ανθρωπότητας αλλά της προσφέρεται στην πορεία της ύπαρξής της ως δώρο θεϊκό και μάλιστα από τον ίδιο το Δία, τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων.

Όμως, πέρα από την ιδιοφυή σύνδεση του μύθου με την πολιτική αρετή, εκείνο που καταπλήσσει είναι το βάθος της ανθρωποκεντρικής ιδιοσυγκρασίας του Πρωταγόρα που φαίνεται πρωτίστως στην παρουσία και τη δράση των θεών. Γιατί ο Προμηθέας, ως τιτάνας, δηλαδή όχι καθαρός θεός αλλά θεότητα, προσφέρει την απολύτως ανιδιοτελή του αγάπη στον άνθρωπο θυσιάζοντας τον ίδιο του τον εαυτό. Η κλοπή της φωτιάς είναι το μεγαλείο της ψυχής του απόλυτου ευεργέτη, η αποθέωση της αυταπάρνησης, που μόνο ως ύψιστος ηρωισμός μπορεί να ερμηνευτεί, καθώς ο τιτάνας στρέφεται ενάντια στους ίδιους τους θεούς προκειμένου να βοηθήσει τον άνθρωπο. Η ανθρώπινη επιβίωση, ως ύψιστο ιδανικό, ξεπερνά όλους τους ενδοιασμούς, χωρίς την ελάχιστη σκέψη. Ο Προμηθέας γνωρίζει φρικτή τιμωρία για την πράξη του – η γνωστή ιστορία στον Καύκασο με τον αετό που του τρώει τα συκώτια, μέχρι να τον ελευθερώσει ο Ηρακλής – αλλά το ανθρώπινο είδος προστατεύεται και προοδεύει κι αυτό είναι η μέγιστη ικανοποίηση. Ο Πρωταγόρας, δεν αναφέρει καν την τιμωρία του Προμηθέα, αφιερώνοντας μόνο την ασαφή φράση ότι πέρασε δίκη για κλοπή κι αυτό είναι άλλη μια απόδειξη του ανθρωπισμού του. Γιατί ο άνθρωπος δεν χρειάζεται ούτε να λυπηθεί, ούτε να φορτωθεί με ενοχές για την τύχη του Προμηθέα. Και σα να μην έφτανε αυτό, βλέπουμε τον ίδιο το Δία να ανησυχεί για τον άνθρωπο και να προσφέρει τα δικά του δώρα, το σεβασμό και τη δικαιοσύνη. Σ’ ένα ντελίριο γενναιοδωρίας ματαιώνεται κάθε απόπειρα κλοπής, αφού ο Δίας αποδεικνύεται πρόθυμος να χαρίσει αυτό που ο Προμηθέας σχεδίαζε να κλέψει. Κι εδώ πετυχαίνεται η απόλυτη εξισορρόπηση. Ο Δίας, επιδεικνύει τον μέγιστο ανθρωπισμό χωρίς μειώνεται στο ελάχιστο το αδιαπραγμάτευτο κύρος του. 

Γιατί ο Προμηθέας πληρώνει ακριβά την κλοπή της φωτιάς. Γιατί η ακρόπολη – κατοικία του είναι αδιάβατη διατηρώντας την αίγλη της απόλυτης φρούρησης από το Κράτος και τη Βία. Γιατί ο Ερμής τα χάνει μπροστά του και συμπεριφέρεται σαν παιδαρέλι κάνοντας ανόητες ερωτήσεις. Γιατί ο Δίας δεν χρειάζεται θυσίες για να επιβεβαιώσει την ισχύ του, ούτε μπορεί να ανεχτεί την καταστροφή του ανθρώπου διατηρώντας το επιτηδευμένα απόμακρο, ούτε έχει ανάγκη από ευχαριστίες. Ο, κατά Πρωταγόρα, Δίας είναι ο σύντροφος και ο προστάτης των ανθρώπων, το τελευταίο και οριστικό τους αποκούμπι κι αυτή είναι η πιο αισιόδοξη αντίληψη για το θείο, που καταδεικνύει τον ύψιστο ανθρωπισμό, αφού οι επινοημένοι θεοί του Πρωταγόρα ούτε φέρνουν κατακλυσμούς, ούτε θέτουν δοκιμασίες, ούτε διατηρούν εκλεκτούς λαούς. Η δημιουργία των ανθρώπων μέσα στο μύθο είναι ισότιμη και δεν διαχωρίζεται ούτε σε Έλληνες και Βάρβαρους, ούτε σε ελεύθερους και δούλους και η ισότητα των ανθρώπων είναι η ισότιμη πρόσβαση όχι μόνο στο θείο, αλλά και στην επίγεια ζωή. Και κάπως έτσι «ο άνθρωπος συμμετέχει στη θεϊκή μοίρα». Και κάπως έτσι η ανθρωποκεντρική προσέγγιση του θείου μετουσιώνεται σε ανθρωπιά.

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

Aρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και η Eυδαιμονία

Όλοι οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, από τον Σωκράτη και μετά, συμφωνούσαν ότι ο τελικός στόχος του ανθρώπου είναι η ευδαιμονία και ότι αυτό που αναζητούν οι άνθρωποι σε κάθε τους πράξη είναι η ευτυχισμένη ζωή. Παρακάτω θα παραθέσω τις κυριότερες θεωρήσεις περί της ευδαιμονίας. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε ότι από αυτές τις απόψεις ξεκινούν όλες οι φιλοσοφικές θεωρίες για την ηθική.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ

Ο Σωκράτης εισήγαγε την θεωρία της γνώσης, βασισμένη πάνω στις ηθικές έννοιες και όχι στις υλικές αρχές, πίστευε ότι «η αρετή είναι ευδαιμονία». Αντίθετα, οι σοφιστές δίδασκαν ότι η αρετή είναι μια τέχνη που διδάσκεται και αφορά την προσωπική επιτυχία στην ζωή, χωρίς να υπόκεινται σε απόλυτες ηθικές αρχές και αξίες, αφού απόλυτη γνώση δεν υπάρχει. Ο Σωκράτης δίδασκε ότι «η αρετή είναι γνώση», δηλαδή ότι η αρετή μπορεί να αποκτηθεί μέσα από την ορθή και την απόλυτη γνώση. Η ορθή γνώση, σύμφωνα με τον Σωκράτη, είναι η γνώση των απόλυτων ηθικών εννοιών που βρίσκονται σε λανθάνουσα κατάσταση μέσα στον άνθρωπο και μπορεί να επιτευχθεί με την αυτογνωσία. Για τον Σωκράτη «ουδείς εκών κακός», δηλαδή κανένας δεν κάνει κακό με την θέλησή του, αλλά, αντίθετα η κακία οφείλεται απλά στη άγνοια.

ΠΛΑΤΩΝ

Ο Πλάτων, ισχυρίζονταν ότι η ευδαιμονία μπορεί να επιτευχθεί με την γνώση του κόσμου των ιδεών, οι οποίες αποτελούν τα τέλεια πρότυπα, όχι μόνο των ηθικών εννοιών, όπως υποστήριζε ο Σωκράτης, αλλά και των γνωστικών εννοιών, καθώς και όλων των πραγμάτων που αποτελούν τον ορατό κόσμο και που δεν είναι παρά «είδωλα» ή «μιμήματα» των Ιδεών. Για να γνωρίσει ο άνθρωπος τον κόσμο των Ιδεών, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει όχι τις αισθήσεις του, αλλά τον νου του, ο οποίος είναι μέρος της ψυχής του. Με την γνώση των Ιδεών ο άνθρωπος ελαφρύνει την ψυχή του, ελευθερώνει το σώμα του από την φυλακή και από το σκοτάδι της αμάθειας που της επιβάλλει η επίγεια ζωή, και την βοηθά να ανυψωθεί προς το φως και την ύψιστη Ιδέα του Αγαθού, τον Θεό. Έτσι, προορισμός του ανθρώπου είναι από την μία η φυγή από το υλικό από τον υλικό κόσμο και από την άλλη η ομοίωσή του με τον Θεό, η οποία επιτυγχάνεται με τον αρμονικό συνδυασμό των τριών αρετών που αντιστοιχούν στα τρία μέρη της ψυχής, δηλαδή της «σοφίας», της «ανδρείας» και της «σωφροσύνης». Ο συνδυασμός των τριών αυτών αρετών γεννά την τέταρτη κύρια αρετή, «την δικαιοσύνη», γι αυτό ο δίκαιος άνθρωπος είναι ο πλησιέστερος στον Θεό, άρα και ο πιο ευτυχής.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ο Αριστοτέλης, αν και μαθητής του Πλάτωνος, πίστευε ότι η θεωρία του ιδανικού κόσμου των Ιδεών ήταν τελείως φανταστική και ότι, αντίθετα, ο ορατός κόσμος είναι απόλυτα αληθινός. Αφού ταξινόμησε τις αρετές σε δύο μεγάλες κατηγορίες, «τις ηθικές» και «τις διανοητικές», κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ευδαιμονία μπορούσε να επιτευχθεί κατά πρώτο λόγο με την άσκηση των διανοητικών αρετών, και κατά δεύτερο λόγο με την άσκηση των ηθικών αρετών, διότι η διανοητική ενέργεια συνίσταται στην καθαρή σκέψη και στην ενατένιση της αλήθειας και του ύψιστου αγαθού, του Θεού.

ΚΥΝΙΚΟΙ

Οι Κυνικοί φιλόσοφοι ισχυρίζονταν ότι οι όλες οι κοινωνικές συμβάσεις και οι καθιερωμένες ανθρώπινες αξίες είναι περιττές και ότι η ευδαιμονία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μια ζωή όσο γίνεται πιο απλή και φυσική, όπως είναι η ζωή των ζώων. Επίσης, πίστευαν ότι ο άνθρωπος έπρεπε να απαλλαχθεί από τα δεσμά της «Πόλης-Κράτους», καθώς και των ιδανικών της. αξίζει να σημειωθεί ότι το όνομα «Κυνικός» προήλθε από το ψευδώνυμο κύων=σκύλος, που είχε δοθεί στον Διογένη, τον διασημότερο εκπρόσωπο των Κυνικών, για την αναισχυντία του.

ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΤΕΣ

Οι Σκεπτικιστές, με πρώτο από όλους των Πύρρωνα τον Ηλείο, πίστευαν ότι τόσο οι αισθήσεις, όσο και οι γνώσεις μας εξαπατούν και επομένως, η ορθή γνώση της φύσης των πραγμάτων δεν μπορεί να αποκτηθεί μέσω της εμπειρίας του ορατού κόσμου. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτούς, για να φτάσει κανείς στην ευδαιμονία πρέπει να αμφισβητεί συνεχώς τις δοξασίες όλων των ανθρώπων (ακόμα και των φιλοσόφων) και να μην εκφέρει γνώμη ή οποιαδήποτε άποψη, παρά μόνο για τις προσωπικές του εμπειρίες. Μια τέτοια στάση, πίστευαν οι Σκεπτικιστές, προσφέρει ανακούφιση στους ανθρώπους, που δεν γνωρίζουν την πραγματικότητα, τους απαλλάσσει από τον δογματισμό, τους προτρέπει να ζουν σύμφωνα με τη φύση και τους χαρίζει την υπέρτατη αρετή, που δεν είναι άλλη από την πνευματική γαλήνη (αταραξία).

ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΙ

Σύμφωνα με τους Επικουρείους, η ευδαιμονία συνίσταται στην ψυχική ηρεμία (αταραξία) και επιτυγχάνεται με την αναζήτηση της ηδονής. Οι Επικούρειοι με τον όρο «ηδονή» δεν εννοούσαν την ηδονή που κρύβεται στις απολαύσεις και στις διασκεδάσεις («ενεργή» ή «κινητική» ηδονή, ηδονή εν κινήσει), αλλά την ηδονή που συνοδεύει την πλήρη απουσία πόθου και πόνου (απονία), δηλαδή την σωματική υγεία και την ψυχική ηρεμία («στατική» ηδονή, ηδονή καταστηματική). Έτσι, για τους Επικουρείους, η ευτυχισμένη ζωή είναι μια ζωή απαλλαγμένη από τους φόβους και τις οδυνηρές σκέψεις, οι οποίες μπορούσαν να προκαλέσουν ψυχική και σωματική οδύνη.

ΣΤΩΪΚΟΙ

Οι Στωϊκοί (ιδρυτής ο Ζήνων ο Κιτιεύς), πίστευαν ότι η αρετή είναι αρκετή για να φτάσει κανείς στην ευδαιμονία. Σύμφωνα με αυτούς, η αρετή είναι το μόνο αγαθό για τον άνθρωπο, γιατί είναι πάντα ευεργετική. Η καταγωγή, η κοινωνική θέση, ο πλούτος, οι απολαύσεις, οι οποιεσδήποτε αξίες που ταύτιζαν την ευτυχία με τα υλικά αγαθά, δεν είχαν καμμία σημασία με τους Στωϊκούς. Όλες αυτές οι αξίες ήταν –όπως έλεγαν οι Στωϊκοί- «αδιάφορες» και δεν συνεισέφεραν τίποτα όσον αφορά στην πορεία προς την αρετή, αφού οι άνθρωποι μπορούσαν να τις χρησιμοποιήσουν καλά ή άσχημα. Αντίθετα, οι Στωϊκοί πίστευαν ότι τα ενάρετα άτομα έχουν ό,τι χρειάζονται για να είναι ευτυχή, και, επομένως, η ευδαιμονία είναι εφικτή, όχι μόνο για τους προικισμένους από την ζωή με πλούτο και κοινωνική θέση, αλλά και για όσους έχουν λιγότερη τύχη όπως οι φτωχοί, οι σκλάβοι, οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Η αρετή συνίσταται σε μια ζωή σύμφωνα με την φύση, δηλαδή σύμφωνα με την λογική ή τον λόγο (νου) του Θεού, με την οποία είναι προικισμένος κάθε άνθρωπος ως μέρος της φύσης και η οποία, αν και υπάρχει ατελής μέσα του, μπορεί να τελειοποιηθεί με την αυτογνωσία. Ο ενάρετος άνθρωπος χαρακτηρίζεται από «απάθεια» και «αταραξία».

ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΟΙ

Οι Νεοπλατωνικοί πρεσβεύουν την θέση ότι ο δρόμος προς την ευδαιμονία είναι η ανάταση της ψυχής και η ομοίωσή της με τον Θεό. Σκοπός του ανθρώπου είναι να βοηθήσει την ψυχή του να επανέλθει, μετά τον θάνατο, στην αρχική της κατάσταση, σε έναν ανώτερο κόσμο.

Λεύκιππος & Δημόκριτος Οι πατέρες της Πληθωριστικής Κοσμολογίας

Οι ατομικοί φιλόσοφοι Λεύκιππος και Δημόκριτος θεωρούνται από όλους πατέρες της Ατομικής Φυσικής. Λίγοι γνωρίζουν όμως ότι η Κοσμολογία τους αποτελεί μια θεωρία ταυτόσημη με τη σύγχρονη Πληθωριστική Κοσμολογία. Το Σύμπαν για τους μεγάλους Έλληνες διανοητές αποτελείται από έναν άπειρο αριθμό κόσμων που σαν φυσαλίδες το γεμίζουν. Ας ταξιδέψουμε λοιπόν στα άδυτα του Σύμπαντος με οδηγούς τον Λεύκιππο και τον Δημόκριτο.Όλοι στην εποχή μας στεκόμαστε εντυπωσιασμένοι μπροστά στα επιτεύγματα της σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας.Το περίεργο όμως είναι πολλοί επιστήμονες έχουν την εσφαλμένη εντύπωση πως όλα αυτά τα επιτεύγματα στηρίχτηκαν σε γνώσεις και φαινόμενα τα οποία για πρώτη φορά ανακαλύφθηκαν και διατυπώθηκαν την περίοδο της μεγάλης επιστημονικής επανάστασης των 16ου, 17ου και 18ου αιώνων.Η άποψη αυτή δεν είναι αληθινή και ως απόδειξη θα αναφερθούμε στην επιστημονική σκέψη δύο πολύ μεγάλων Ελλήνων θετικών επιστημόνων της αρχαιότητας, του Λεύκιππου και του Δημόκριτου.Βασικά θα αναφερθούμε στην Κοσμολογία την οποία ανέπτυξαν οι δύο μεγάλοι θετικοί φιλόσοφοι, η οποία υπήρξε εντελώς διαφορετική από τις κοσμολογίες όλων των άλλων προσωκρατικών φιλοσόφων. Γι’ αυτόν το λόγο θα αναφέρουμε μια σειρά επιστημονικών θέσεών τους που επαναδιατυπώθηκαν στη Δύση έπειτα από πολλούς αιώνες, ως κάτι καινούργιο, από επιστήμονες οι οποίοι κατά τεκμήριο υπήρξαν αναγνώστες των κειμένων τους.

Οι σύγχρονες παλαιές γνώσεις

Η ταύτιση των απόψεων της σύγχρονης Φυσικής και Κοσμολογίας με τις απόψεις των δύο ατομικών φιλοσόφων πολλές φορές είναι εκπληκτική. Ως παράδειγμα αναφέρουμε τη γνώση του τι είναι ένας Γαλαξίας. Όπως διαβάζουμε στα περισσότερα βιβλία, ο Γαλιλαίος χρησιμοποιώντας ένα μικρό τηλεσκόπιο ανακάλυψε ότι ένας γαλαξίας αποτελείται από πολλά αστέρια τα οποία λόγω της απόστασής τους φαίνονται σαν ένα ενιαίο σύνολο. Αυτό δεν είναι αλήθεια, αφού πολλούς αιώνες πριν ο Δημόκριτος [Αχιλλεύς Τάτιος Των Αράτου φαινομένων προς εισαγωγήν εκ του Αχχιλλέως περί του παντός 24, εκδ. Maas, 55, 24 (Περί του γαλαξίου)] έγραφε: «… Λένε ότι ο Γαλαξίας αποτελείται από πολύ μικρά και πυκνά αστέρια, που σ’ εμάς φαίνονται ενωμένα λόγω του μεγάλου διαστήματος από τον Ουρανό μέχρι τη Γη, όπως ένα αντικείμενο που πασπαλίζεται με πολλούς κόκκους αλατιού…»Ένα άλλο, που κινεί το ενδιαφέρον κάθε επιστήμονα, είναι ότι ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος είχαν κατανοήσει και διατυπώσει την πλάνη των ανθρωπίνων αισθήσεων, η οποία, μολονότι αποτελεί το σκληρό πυρήνα της σύγχρονης επιστημονικής σκέψης, δεν γίνεται κατανοητή από πολλούς. Όπως αναφέρει ο Σέξτος ο Εμπειρικός στο έργο του «Προς Μαθηματικούς» (Δημόκριτος, απόσπ. 11, Σέξτος, Προς Μαθηματικούς VII, 138): «ο Δημόκριτος στους Κανόνες λέγει ότι υπάρχους δύο μορφές γνώσης, μια γνήσια και μια νόθα. Στη νόθα ανήκουν όλα τα παρακάτω, η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση, η αφή. Η άλλη μορφή γνώσης είναι γνήσια, που είναι ξέχωρη από αυτή».Ένα δεύτερο φαινόμενο το οποίο πολλοί θεωρούν επίτευγμα της σύγχρονης επιστήμης είναι το γεγονός ότι η εντύπωση της επαφής δύο υλικών αντικειμένων είναι μια πλάνη των αισθήσεων. Αυτό πιστεύαμε ότι είναι μια σχετικά νέα ανακάλυψη. Ωστόσο, για το θέμα αυτό ο Ιωάννης ο Φιλόπονος, στο έργο του «Υπόμνημα εις τα Αριστοτέλους – Περί γενέσεως και φθοράς» (Φιλόπονος, Υπόμνημα εις τα Αριστοτέλους Περί γενέσεως και φθοράς, σ. 158,26) αναφέρει: «όταν έλεγε ο Δημόκριτος ότι τα άτομα εφάπτονται αμοιβαία, δεν εννοούσε την επαφή με το καθαυτό νόημα της λέξης…Πράγματι αυτός ονομάζει επαφή το αμοιβαίο πλησίασμα των ατόμων και τη μικρή απόσταση ανάμεσα τους. Το κενό τα χωρίζει από όλες τις πλευρές».

Ο Δημόκριτος, όμως, πού πριν από την μεγάλη επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα είχε συνειδητοποιήσει διαισθητικά την έννοια της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας που είναι το αίτιο της όρασης. Ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς στο «Σχόλιο στον Αριστοτέλη –Περί Αισθήσεως και Αισθητών» (Αλέξανδρος Αφροδισιεύς, Σχόλιο στον Αριστοτέλη, Περί Αισθήσεως και Αισθητών, σ. 24, 14) λέει: «ο Δημόκριτος πιστεύει, και πριν αυτόν ο Λεύκιππος και ύστερα από αυτόν οι οπαδοί του Επίκουρου, ότι κάποια ομοιώματα που ξεκολλούν από τα αντικείμενα έχοντας σχήμα όμοιο με αυτά πάνε και πέφτουν πάνω στα μάτια αυτών που βλέπουν κι έτσι παράγεται η αίσθηση της όρασης».Εκτός όμως όλων των προηγούμενων και η διατύπωση της αρχής «δράσης-αντίδρασης» που μαθαίνουμε ότι αποτελεί ανακάλυψη των μεγάλων επιστημόνων της Δύσης, διατυπώθηκε από τον Δημόκριτο. Γι’ αυτό ακριβώς το θέμα ο Αριστοτέλης στο έργο του «Περί γενέσεως και φθοράς» (Αριστοτέλης, Περί γενέσεως και φθοράς Α7.323b10.Δ.) αναφέρει: «ο Δημόκριτος διατύπωσε μια προσωπική θεωρία. Λέει πράγματι ότι αυτό που ενεργεί και αυτό που υφίσταται μιαν ενέργεια είναι το ίδιο και το όμοιο. Διότι (όντα) διαφορετικά και με άλλα γνωρίσματα δεν μπορούν να υποστούν το καθένα τις ενέργειες των άλλων, κι ακόμα κι αν διαφορετικά όντα ενεργούν κατά κάποιο τρόπο το καθένα πάνω στα άλλα, αυτό συμβαίνει όχι επειδή είναι διαφορετικά, αλλά επειδή έχουν κάτι όμοιο».Θα ολοκληρώσουμε τη σύντομη αναφορά μας στα θέματα τα οποία ανέλυσε ο Δημόκριτος αναφερόμενοι στην πλήρη κατανόηση της ψευδαίσθησης από τον σπουδαίο αυτόν σοφό, της έννοιας που ονομάζουμε ανθρώπινο χρόνο. Συγκεκριμένα, ο Σέξτος ο Εμπειρικός [Σέξτος X 181 (Δημόκριτος Α72)] γράφει: «Στους φυσικούς που ήταν οπαδοί του Επίκουρου και του Δημόκριτου αποδίδουν μια τέτοια επινόηση για τον χρόνο: “χρόνος (ο ανθρωπίνως μετρούμενος) είναι ένα φάντασμα όμοιο με την ημέρα και τη νύχτα”».Απλώς για τη σύγκριση αναφέρουμε την άποψη του Αϊνστάιν στο θέμα αυτό: «Για μας τους ορκισμένους φυσικούς, η διάκριση ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον είναι μόνο μια ψευδαίσθηση, ακόμη κι αν είναι τόσο επίμονη».

Η κοσμολογία των Λεύκιππου και Δημόκριτου


Μεγάλο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει η κοσμολογική άποψη που διατυπώθηκε από τον Λεύκιππο και τον Δημόκριτο [Διογένης, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή ΙΧ 30 (Λεύκ. Α1)] που θεωρούν ότι τα τρία βήματα της κοσμικής δημιουργίας είναι τα επόμενα:Στην αρχή υπήρχε ένα μη αισθητό υλικό, ανάλογο του χάους και του ερέβους, το οποίο οι Λεύκιππος και Δημόκριτος ανέφεραν ότι αποτελούνταν από δύο οντότητες, το Ον και το Μη Ον.Το ενδιαφέρον είναι ότι στην περίπτωση αυτή οι δύο προσωκρατικοί φιλόσοφοι συγκεκριμενοποιούσαν το υλικό αυτό εφ’ όσον με τη έννοια Μη Ον αναφέρονταν σ’ αυτό που σήμερα ονομάζουμε μαθηματικό χώρο, ενώ με την έννοια Ον στα άτομα.Επαναλαμβάνουμε ότι –σύμφωνα με τη καταγεγραμμένη άποψή τους- τα άτομα και ο χώρος είναι αληθινές και αντικειμενικές πραγματικότητες οι οποίες όμως βρίσκονται έξω από το πεδίο των ανθρωπίνων αισθήσεων. Ο Κόσμος μας, λοιπόν, γεννήθηκε από ένα μη αισθητό υλικό το οποίο προϋπήρχε, όπως ακριβώς έψαλλε η κοσμολογία του ποιητή Αλκμάνα (7ος αι. π.Χ.)Η άποψη αυτή βρίσκει σύμφωνη τη σύγχρονη κοσμολογική άποψη που υποστηρίζει ότι το Σύμπαν γεννήθηκε από ένα μη αισθητό υλικό το οποίο ονομάζει «ψευδοκενό».

Ο σχηματισμός των μεγάλων κενών


Μέσα στο μη αισθητό αυτό υλικό του χώρου και των ατόμων –με κάποιον αδιευκρίνιστο τρόπο- σχηματίστηκαν πολλά μεγάλα κενά. Η άποψη αυτή ταυτίζεται με την άποψη της σύγχρονης Πληθωριστικής Κοσμολογίας, που διατυπώνει ομοίως την άποψη της δημιουργίας μεγάλων κενών (φυσαλίδες πραγματικού κενού) μέσα στο αρχικό μη αισθητό υλικό του ψευδοκενού. Βεβαίως, στην περίπτωση αυτή η δημιουργία των μεγάλων κενών αποδίδεται στην ύπαρξη ενός πεδίου, του «πεδίου πληθωρισμού», ενώ ένα άλλο αναπτυσσόμενο πεδίο, το «πεδίο Χιγκς» είναι το αίτιο της δημιουργίας των συγκεκριμένων φυσικών νόμων μέσα στα διαστελλόμενα μεγάλα κενά.Όπως είναι φανερό, τόσο η σύγχρονη Πληθωριστική Κοσμολογία όσο και οι ατομικοί φιλόσοφοι συμφωνούν ότι αρχικά δημιουργήθηκαν μεγάλα κενά μέσα στα οποία, στη συνέχεια, δημιουργήθηκαν Κόσμοι όπως αυτός που βλέπουμε γύρω μας και λανθασμένα ονομάζουμε Σύμπαν.Ειδικότερα, όπως καταγράφεται στην αρχαία Ελληνική Γραμματεία [Ελ. Ι. 13, 2 (DK 68a 40)]: «ο Δημόκριτος υποστηρίζει τα ίδια με τον Λεύκιππο, ότι υπάρχουν άπειροι κόσμοι με διαφορετικά μεγέθη. Σε μερικούς απ’ αυτούς δεν υπάρχει ούτε Ήλιος ούτε Σελήνη, σε άλλους τα δύο αυτά ουράνια αντικείμενα είναι μεγαλύτερα απ’ όσο στο δικό μας κόσμο, και σε άλλους περισσότερα. Τα διαστήματα μεταξύ των κόσμων είναι άνισα, σε μερικά μέρη υπάρχουν περισσότεροι κόσμοι, σε άλλα λιγότεροι, μερικοί αναπτύσσονται, μερικοί είναι στο αποκορύφωμα της ανάπτυξής τους και μερικοί παρακμάζουν. Αλλού οι κόσμοι γίνονται και αλλού αποσυντίθενται. Η καταστροφή τους οφείλεται στην αμοιβαία τους σύγκρουση».

Η δημιουργία της υλικής σφαιρικής συμπύκνωσης


Η συνέχεια της κοσμικής δημιουργίας του Λεύκιππου και του Δημόκριτου θεωρεί ότι αφού ανοίξουν μέσα στο μη αισθητό υλικό τα μεγάλα κενά, σώματα από το πρωταρχικό μη αισθητό υλικό αποσπώμενα από το άπειρο οδηγούνται στα μεγάλα κενά μέσω μιας αντίστοιχης δίνης. Στην άκρη της δίνης –λόγω της περιστροφής της- το υλικό που εξέρχεται γίνεται αισθητό, τακτοποιείται, ενώ στη συνέχεια σταματά η περιστροφή της δίνης και παύει να υφίσταται.Όταν σταματά η περιστροφή της γενεσιουργού δίνης το αισθητό υλικό έχει χωριστεί σε δύο ειδών σώματα, τα «λεπτά» και τα «αδρά» . Από αυτά, τα λεπτά εκτοξεύονται προς τα έξω, ενώ τα αδρά σχηματίζουν ένα «σφαιρικό συμπύκνωμα». Εδώ πλέον είναι σαφής η περιγραφή του πρωτοατόμου της θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης της σύγχρονης Κοσμολογίας και όχι μόνον. Η σύγχρονη Κοσμολογία δέχεται ότι μετά τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης υπήρξαν δύο φάσεις κατά την διάρκεια των οποίων δημιουργήθηκαν αντιστοίχως δύο είδη υποατομικών σωματιδίων, τα «αδρόνια» και τα «λεπτόνια». Οι αντίστοιχες κοσμολογικές φάσεις δημιουργίας πήραν το όνομα αυτών των σωματιδίων. Η αντιστοιχία των σύγχρονων ονομάτων των προηγούμενων στοιχειωδών σωματιδίων με την ορολογία των ατομικών φιλοσόφων είναι χαρακτηριστική.Οι Λεύκιππος και Δημόκριτος αναφέρουν ακόμη ότι η εκτόξευση του «λεπτού» υλικού δεν είναι αποτέλεσμα της έκρηξης του σφαιροειδούς συστήματος που σχηματίζουν τα «μη λεπτά» υλικά, άρα δεν ταυτίζεται με το φαινόμενο της Μεγάλης Έκρηξης. Συνεπώς, υποστηρίζουν ότι από ένα μίγμα «λεπτών» και «μη λεπτών» που ισορροπεί και δεν περιστρέφεται, η εκτόξευση των λεπτών προς τα έξω δημιουργεί μια αντίθετη κίνηση –συστολή- των «αδρών», τα οποία τείνουν να σχηματίσουν μια μικρή σε διαστάσεις, αλλά πυκνή, σφαιροειδή συγκρότηση ύλης.

Η έκρηξη υπερκαινοφανούς

Όπως αναφέραμε προηγουμένως, η εκτόξευση των λεπτών προς τα έξω δημιουργεί μια αντίθετη κίνηση –συστολή- των «αδρών» που τείνουν να σχηματίσουν μια μικρή σε διαστάσεις, αλλά πυκνή, σφαιροειδή συγκρότηση ύλης.Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό σήμερα και αιτιολογεί σε επιστημονικό επίπεδο τα φαινόμενα που σύμφωνα με τους μεγάλους φιλοσόφους ακολούθησαν. Όπως πλέον γνωρίζουμε, μια έντονη συστολή της αρχικής σφαιρικής συμπύκνωσης ενός τόσο μεγάλου υλικού, όπως αυτή που περιγράφουν οι Λεύκιππος και Δημόκριτος, οδηγεί σε μια βίαιη έκρηξη ενός επιφανειακού στρώματος υλικού της σφαιρικής συμπύκνωσης.Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται στην περίπτωση του σχηματισμού ενός υπερκαινοφανούς.Το περίεργο είναι ότι αυτό ακριβώς το φαινόμενο –το οποίο πιστεύαμε ότι ανακαλύφθηκε πριν λίγα χρόνια- περιγράφει ο Δημόκριτος, που αναφέρει ότι μετά την εκτόξευση των λεπτών προς τα έξω και τη συστολή της σφαιρικής συμπύκνωσης των αδρών: «Από την σφαιρική συμπύκνωση αποσπάται και κινείται προς τα έξω ένας λεπτός υμένας, ενώ η υπόλοιπη σφαίρα αρχίζει να περιστρέφεται εκ νέου και να συστέλλεται».Στο σημείο αυτό οι δύο σοφοί μας εκπλήττουν εκ νέου, εφ’ όσον αναφέρουν ένα φυσικό φαινόμενο που πιστεύαμε ότι ανακαλύψαμε σχετικά πρόσφατα. Αναφέρουν, λοιπόν, ότι η βίαιη εκτόξευση του λεπτού υμένα επιταχύνει τη συστολή του εναπομένοντος υλικού της σφαιρικής συμπύκνωσης και μάλιστα το αναγκάζει να περιστραφεί βιαίως.

Το Σύμπαν σαν μια μελανή οπή

Οι απόψεις τους συνεχίζονται και ολοκληρώνονται με την περιγραφή ενός φαινομένου το οποίο λογικά δεν θα έπρεπε να γνωρίζουν. Αναφέρουν, λοιπόν, ότι η βίαιη συστολή και περιστροφή της εναπομένουσας κεντρικής σφαιρικής συμπύκνωσης οδηγεί στη δημιουργία μιας νέας γιγάντιας δίνης, που τείνει εκ νέου να συγκεντρώσει το διασκορπισμένο υλικό προς το σημείο της σφαιρικής συμπύκνωσης.Με λίγα λόγια περιγράφουν ολόκληρο τον μηχανισμό δημιουργίας μιας μελανής οπής, εισηγούμενοι ότι το Σύμπαν μας εξελίσσεται στο πλαίσιο μιας γιγαντιαίας μελανής οπής… Αυτό είναι κάτι το εκπληκτικό, που το προτείνει πλέον μια σειρά σύγχρονων αστροφυσικών.

Κάποιες σκέψεις

Φτάνοντας στο τέλος των σκέψεών μας δεν μπορούμε παρά να διατυπώσουμε και τη δική μας έκπληξη για όσα διατυπώνουν οι προσωκρατικοί θετικοί φιλόσοφοι Λεύκιππος και Δημόκριτος τον 5ο αι. π.Χ.Το Σύμπαν, σύμφωνα με τις απόψεις τους, γεννήθηκε μέσω των διαδικασιών μιας λευκής οπής, ενώ μετά τη γέννησή του εξελίσσεται στο πλαίσιο μιας μελανής οπής, στη σημειακή ιδιομορφία της οποίας συνθλιβόμενο, κάποια στιγμή, θα διαλυθεί.Για να καταλήξουν στο συμπέρασμα αυτό, οι Λεύκιππος και Δημόκριτος, περιγράφουν έναν τεράστιο αριθμό φαινομένων τα οποία πιστεύαμε ότι είναι σύγχρονες ανακαλύψεις.Τι σημαίνει αυτό; Ασφαλώς στην ερώτηση αυτή καταθέτουμε την επιστημονική μας άγνοια. Δεν έχουμε στη διάθεσή μας κανένα επιστημονικό στοιχείο προκειμένου να λύσουμε μια σειρά από απορίες μας.Το βέβαιο είναι ένα. Ήλθε πλέον ο καιρός οι θετικοί επιστήμονες να σκύψουν με αγάπη, επιμονή και υπομονή πάνω από τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Η μελέτη αυτών των κειμένων δεν έχει πια στόχο της την διερεύνηση ξεπερασμένων θεωριών και απόψεων που αποτελούν απλώς τις ρίζες της γνώσης της σύγχρονης θετικής επιστήμης.Η μελέτη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας ίσως μας βοηθήσει, όπως στην περίπτωση της Κοσμολογίας του Λεύκιππου και του Δημόκριτου, να βρούμε λύσεις για πολλά ανοιχτά θέματα του σύγχρονου επιστημονικού προβληματισμού.Ας ανακαλύψουμε εκ νέου τη γνώση του παρελθόντος με στόχο τη λύση των επιστημονικών προβλημάτων του μέλλοντός μας.