Τρίτη 8 Μαΐου 2012

Μένανδρος

Ο Μένανδρος είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος της Νέας Αττικής Κωμωδίας που σατίριζε με λεπτότητα τον έρωτα και την καθημερινή ζωή. Ήταν γιος του Διοπείθους και της Ηγηστράτης, γεννημένος το 342 π.Χ. Έγραψε 108 κωμωδίες απ’ τις οποίες σώζεται ο Δύσκολος και σημαντικά αποσπάσματα απ' τους Επιτρέποντας, Ασπίς και Σαμία. Υπήρξε νεωτεριστικών και σοσιαλιστικών αντιλήψεων. Πέθανε το 292 π.Χ.

Δύσκολος (316 π.Χ.)
Ο Κνήμων παντρεύτηκε μια χήρα μ’ ένα γιο, τον Γοργία, που τον είχε απ’ τον πρώτο της άντρα. Κάναν μαζί μια κόρη, μα συνέχεια καυγάδιζε ο Δύσκολος με τη γυναίκα του, ώσπου πια τον παράτησε και να πήγε να ζήσει με τον γιο της. Έτσι απόμεινε μόνος ο γέρος με την κόρη του και με μια γριά υπηρέτρια, τη Σιμίκη. Ο θεός Πάνας που κάνει και τον κατατοπιστικό πρόλογο, έβαλε κάποιο αρχοντόπουλο, τον Σώστρατο, να συναντήσει τυχαία την κοπέλα και να την ερωτευτεί. Στέλνει λοιπόν αυτός τον δούλο του, Πυρρία στον πατέρα της για να μάθει όσα του χρειάζονται. Γυρίζει όμως ο δούλος κατατρομαγμένος γιατί ο Δύσκολος μόλις πήγε να του μιλήσει τον κυνήγησε. Ενώ ακόμα ο Πυρρίας διηγείται τα παθήματά του έρχεται κι ο Δύσκολος φωνάζοντας. Τα βάζει μ’ όσους βρίσκονται μπροστά του και νευριασμένος πάει και κλείνεται σπίτι του. Ο Σώστρατος απελπίζεται κι αποφασίζει να ζητήσει βοήθεια απ’ τον τετραπέρατο δούλο του ιδιότροπου γέρου, τον Γέτα. Όμως ο Δύσκολος εξακολουθεί να φέρεται πολύ αρνητικά. Μόνον όταν του συμβαίνει ένα δυστύχημα κι αβοήθητος βρίσκεται σε κίνδυνο, τότε μόνο αλλάζει μυαλά. Αυτός πάντως που τον σώζει είναι ο αδερφός της Μυρρίνης που τον κάνει να συνειδητοποιήσει ότι ο άνθρωπος δεν είναι ένα ον μοναχικό, αλλ’ είναι υποχρεωμένος να καταφεύγει στους ανθρώπους του. Η αναγνώριση αυτή παρακινεί τον Κνήμωνα να υιοθετήσει τον Γοργία, τον σωτήρα του. Αυτός το πρώτο που έχει να κάνει είναι να παντρέψει την καινούργια μηλαδέρφη του με τον Σώστρατο που φτάνει στην ώρα και καθώς ο Γοργίας είναι έτοιμος κι αυτός να πάρει για γυναίκα του ένα πλούσιο κορίτσι, γιορτάζεται ο διπλός αρραβώνας.

Επιτρέποντες (304 π.Χ.)
Ο βοσκός Δάος βρίσκει στο δάσος έξω απ’ την Αθήνα παρατημένο ένα μωρό που είχε μερικά κοσμήματα. Παραδίδει λοιπόν το μωρό στον καρβουνιάρη Συρίσκο που του το ζήτησε και κρατάει τα κοσμήματα. Ο Συρίσκος όμως θέλει κι αυτά και για να λυθεί η μεταξύ τους διαφορά επιτρέπουν την κρίση στον γέρο Σμικρίνη που περνούσε τυχαία από κει την ώρα του καυγά, όπως γινόταν σε τέτοιες περιπτώσεις, να αποφασίσει ποιος απ’ τους δυο πρέπει να πάρει τα κοσμήματα. Αποδεικνύεται όμως ότι το μωρό ήταν έκθετο απ’ την κόρη του Σμικρίνη, την Παμφίλη κι είχε γίνει αιτία να την παρατήσει ο άντρας της Χαρίσιος νομίζοντας ότι το παιδί το είχε κάνει με κάποιον άλλον. Στην πραγματικότητα όμως το μωρό είναι δικό του γιατί πριν απ’ το γάμο του βίασε την Παμφίλη σε μια νυχτερινή γιορτή, τα Ταυροπόλια, χωρίς να γνωρίζει ο ένας τον άλλον. Αυτή η σύμπτωση που μοιάζει κάπως σαν φανταστική, δημιούργησε μια σχεδόν αδιέξοδη κατάσταση, καθώς ο Χαρίσιος ζητάει καταφύγιο στη θιγμένη του υπερηφάνεια κι η Παμφίλη στην πεισματάρικη απόκρουση κι οι δυο όμως ανήσυχοι από αισθήματα ενοχής, δεν μπορούν ν’ απαλλαγούν απ’ τον σύντροφό τους. Ο έρωτας, η περηφάνεια, η προσβολή, η βαρυμένη συνείδηση, τα αισθήματα ενοχής φέρνουν σε σύγχυση και τους δυο, ενώ ο εξοργισμένος πατέρας της Παμφίλης, ο Σμικρίνης, πρέπει να πάρει μιαν απόφαση για το παιδί. Μια έξυπνη εταιρούλα, η Αβρότονον (Αβρούλα), ρίχνει φως στο σκοτάδι με τη βοήθεια ενός δαχτυλιδιού που βρέθηκε δίπλα στο παιδί και που μ’ αυτό μπορεί ν’ αποκαλυφθεί ότι ο Χαρίσιος είναι ο πατέρας του παιδιού, αφού πρώτα στηθεί μια μικρή μηχανορραφία που βοηθάει το νέο ζευγάρι ν’ αναγνωρίσει ο καθένας απ’ την πλευρά του τα λάθη του. Έτσι ανοίγει ο δρόμος όχι μόνο για το ευτυχές τέλος της επανασύνδεσης του ζευγαριού, αλλά και για την κατανόηση, τη συγχώρεση και τη συμφιλίωση.

Ασπίς
Σ’ αυτό το δράμα υπάρχουν δυο γέροι αδέρφια. Ο πρωτότοκος ο Σμικρίνης, που είναι ανύπαντρος και φιλάργυρος ζει με μια γριά υπηρέτρια. Δεν υποχωρεί μπροστά σε τίποτα για να πετύχει τον σκοπό του, αλλά προσέχει το φέρσιμό του και φροντίζει να κρύψει το πάθος του για την πλεονεξία και την τσιγκουνιά, αιτιολογώντας τα καμώματά του με προθέσεις αφιλοκέρδειας. Ο δευτερότοκος αδερφός του ο Χαιρέστρατος είναι αντίθετα καλός άνθρωπος, πλούσιος και γενναιόδωρος που του αρέσει η καλή ζωή. Παντρεύτηκε μια γυναίκα που είχε απ’ τον πρώτο της γάμο έναν γιο, τον Χαιρέα. Απ’ αυτή και τον Χαιρέστρατο γεννήθηκε και μια κόρη. Ο Χαιρέστρατος όμως έχει πάρει στο σπίτι του και μια ορφανή ανιψιά του (που δεν αναφέρεται τ’ όνομά της). Αυτή είχε έναν αδερφό τον Κλεόστρατο που πήγε στρατιώτης να πολεμήσει στην Ασία μόνο και μόνο για να πλουτίσει και να μπορέσει ν’ αποκαταστήσει τη φτωχή αδερφή του. Τώρα οι δυο νέες ξαδέρφες είναι σε ηλικία γάμου. Ο γιος της γυναίκας του Χαιρέστρατου ο Χαιρέας, θέλει να παντρευτεί την αδερφή του Κλεόστρατου κι αυτό επιδοκιμάζεται κι απ’ τον πατριό του. Ανάμεσα στα πρόσωπα της κωμωδίας αυτής είναι κι ο παιδαγωγός του Κλεόστρατου Δάος, δούλος απ’ τη Φρυγία ο οποίος καθώς νομίζει πως ο τελευταίος αυτός σκοτώθηκε στον πόλεμο, μεταφέρει όλη του την αφοσίωση στην αδερφή του «μακαρίτη», τη μοναδική του κληρονόμο. Μετά από διάφορες κωμικές περιπέτειες έρχεται το τέλος του έργου που κι απ’ αυτό, όπως κι απ’ το υπόλοιπο έργο δε μας σώζονται πολλοί στίχοι (30 στίχοι απ’ την πέμπτη πράξη). Σ’ αυτούς γίνεται λόγος για έναν διπλό γάμο (πολύ συνηθισμένος στη Νέα Αττική Κωμωδία). Πρόκειται για τον γάμο του Χαιρέα με την αδερφή του Κλεόστρατου και του τελευταίου με την κόρη του Χαιρέστρατου. Όσο για τον Σμικρίνη, ο γυρισμός του Κλεόστρατου του άλλαξε όλα τα πονηρά του σχέδια. Ο ψευτοπεθαμένος Χαιρέστρατος αναστήθηκε κι η κωμωδία τελειώνει με τον εξευτελισμό του Σμικρίνη και τη νίκη των ερωτευμένων και του έξυπνου και πιστού υπηρέτη Δάου.

Σαμία
Σ’ αυτό το δράμα υπάρχουν δυο γέροι αδέρφια. Ο πρωτότοκος ο Σμικρίνης, που είναι ανύπαντρος και φιλάργυρος ζει με μια γριά υπηρέτρια. Δεν υποχωρεί μπροστά σε τίποτα για να πετύχει τον σκοπό του, αλλά προσέχει το φέρσιμό του και φροντίζει να κρύψει το πάθος του για την πλεονεξία και την τσιγκουνιά, αιτιολογώντας τα καμώματά του με προθέσεις αφιλοκέρδειας. Ο δευτερότοκος αδερφός του ο Χαιρέστρατος είναι αντίθετα καλός άνθρωπος, πλούσιος και γενναιόδωρος που του αρέσει η καλή ζωή. Παντρεύτηκε μια γυναίκα που είχε απ’ τον πρώτο της γάμο έναν γιο, τον Χαιρέα. Απ’ αυτή και τον Χαιρέστρατο γεννήθηκε και μια κόρη. Ο Χαιρέστρατος όμως έχει πάρει στο σπίτι του και μια ορφανή ανιψιά του (που δεν αναφέρεται τ’ όνομά της). Αυτή είχε έναν αδερφό τον Κλεόστρατο που πήγε στρατιώτης να πολεμήσει στην Ασία μόνο και μόνο για να πλουτίσει και να μπορέσει να αποκαταστήσει τη φτωχή αδερφή του. Τώρα οι δυο νέες ξαδέρφες είναι σε ηλικία γάμου. Ο γιος της γυναίκας του Χαιρέστρατου ο Χαιρέας, θέλει να παντρευτεί την αδερφή του Κλεόστρατου κι αυτό επιδοκιμάζεται κι απ’ τον πατριό του. Ανάμεσα στα πρόσωπα της κωμωδίας αυτής είναι κι ο παιδαγωγός του Κλεόστρατου Δάος, δούλος απ’ τη Φρυγία ο οποίος καθώς νομίζει πως ο τελευταίος αυτός σκοτώθηκε στον πόλεμο, μεταφέρει όλη του την αφοσίωση στην αδερφή του «μακαρίτη», τη μοναδική του κληρονόμο. Μετά από διάφορες κωμικές περιπέτειες έρχεται το τέλος του έργου που κι απ’ αυτό, όπως κι απ’ το υπόλοιπο έργο δε μας σώζονται πολλοί στίχοι (30 στίχοι απ’ την πέμπτη πράξη). Σ’ αυτούς γίνεται λόγος για έναν διπλό γάμο (πολύ συνηθισμένος στη Νέα Αττική Κωμωδία). Πρόκειται για τον γάμο του Χαιρέα με την αδερφή του Κλεόστρατου και του τελευταίου με την κόρη του Χαιρέστρατου. Όσο για τον Σμικρίνη, ο γυρισμός του Κλεόστρατου του άλλαξε όλα τα πονηρά του σχέδια. Ο ψευτοπεθαμένος Χαιρέστρατος αναστήθηκε κι η κωμωδία τελειώνει με τον εξευτελισμό του Σμικρίνη και τη νίκη των ερωτευμένων και του έξυπνου και πιστού υπηρέτη Δάου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου